Από την δουλεία της πλάνης στην ελευθερία του Χριστού (β')
Μια ομολογία ενός πρώην θύματος
τον Πρωτοπρ. Κυριακού Τσονρού, Γραμματέως της Σ. Ε. επί των αιρέσεων
(β' μέρος. Το πρώτο μέρο θα το βρείτε στο τέλος του κειμένου)
τον Πρωτοπρ. Κυριακού Τσονρού, Γραμματέως της Σ. Ε. επί των αιρέσεων
(β' μέρος. Το πρώτο μέρο θα το βρείτε στο τέλος του κειμένου)
β) Η ελευθερία - «Εις εαυτόν δε ελθών»
Είπαμε ήδη στην αρχή, πόσο δύσκολο είναι το έργο της απεξάρτησης από μια αίρεση και της επανένταξης στο κοινωνικό σύνολο ενός διαλυμένου συνήθως ψυχοσωματικά θύματος. Οι αρνητικές συνέπειες από την ένταξη σε μια αίρεση ή παραθρησκευτική ομάδα είναι δραματικές και καταστροφικές, τόσο για το ίδιο το θύμα, όσο και για το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του.
Οι περισσότερες απ’ αυτές τις ομάδες χρησιμοποιούν τρόπους, μέσα και μεθόδους που βασίζονται στη διαπίστωση και εντόπιση κενών. Οικοδομούν συχνά πάνω σε άτομα, τα οποία νοιώθουν ανικανοποίητα από το φυσικό οικογενειακό, πνευματικό ή και κοινωνικό τους περιβάλλον και τους υπόσχονται την «θαυματουργική συνταγή», η οποία θα λύσει όλα τους τα προβλήματα. Σιγά σιγά δημιουργείται μια πλήρης εξάρτιση του άτομου, είτε από την ομάδα είτε από το «θεϊκό» πρόσωπο του γκουρού, εξάρτηση όχι απλώς ψυχολογική, αλλά και υπαρξιακή.
Το άτομο, ασυναίσθητα ή και εν γνώσει του, θυσιάζει την πολύτιμη προσωπική ελευθερία του και υποτάσσεται τυφλά στον γκουρού ή στον «μεσσία» ή στην «ομάδα», από τους οποίους αναμένει τα πάντα. Απομακρύνεται συγχρόνως από το εξωτερικό περιβάλλον (οικογένεια, επάγγελμα, σπουδές, κοινωνία) και αφιερώνει τη ζωή του, τον χρόνο του, την περιουσία του στο σκοπό της ομάδας. Γι’ αυτό το άτομο το παν είναι ο αρχηγός, που περιβάλλεται με θεϊκή αυθεντία, είτε αυτός ονομάζεται «μεσσίας» είτε «θεός», είτε «απεσταλμένος του Θεού», είτε «αγωγός του Θεού», είτε δάσκαλος» κ.ο.κ.
Οι εκφοβισμοί, οι απειλές, οι υποσχέσεις, η καταπίεση, η πλήρης απασχόληση και η καταναγκαστική εργασία, η απαγόρευση επαφής και επικοινωνίας με τους έξω από την ομάδα, σε μερικές περιπτώσεις οι εξαντλητικές νηστείες, η στέρηση στοιχειωδών δικαιωμάτων (γάμου, μεταγγίσεως αίματος, στρατεύσεως κ.ο.κ.), συνοδευόμενες από ατέλειωτα «σεμινάρια» (ακριβοπληρωμένα ή μη), συσπειρώνουν τους οπαδούς και τους υποδουλώνουν. Ακόμη, διαβολοποιούν το έξω περιβάλλον, υποβαθμίζουν τους εκτός της ομάδος (είναι σε κατωτέρα επίπεδα ή αμαρτωλοί, βέβηλοι ή η πόρνη Βαβυλώνα). Έτσι το θύμα τρέμει στη σκέψη και μόνο να εγκαταλείψει την οργάνωση. Πού να πάει;
Δεν είναι υπερβολή όταν γίνεται λόγος για θύματα, για εξαπάτηση, για δουλεία, για συμφέροντα, για εγκλήματα, για απειλή, για ανάγκη λήψεως μέτρων. Όχι τυχαία, αλλά αντιθέτως πολύ επιτυχώς, πολλές από τις ομάδες αυτές χαρακτηρίσθηκαν από διεθνείς οργανισμούς ως «ολοκληρωτικές ομάδες», «ομάδες χειρισμού του νου», «καταστροφικές λατρείες» ή «ελευθεριοκτόνες ομάδες» κ. ά.
Η Ζ' Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη της Αλιάρτου Βοιωτίας (20-26.9.95) παρατηρεί για τις παγίδες που στήνουν οι διάφορες ομάδες: «Οι αποκρυφιστικές ολοκληρωτικές ομάδες υπόσχονται "δύναμη", "γνώση", "επιρροή", "εμπειρίες". Το άτομο καθοδηγείται να πιστέψει ότι μέσα από τις τεχνικές της ομάδας θα γίνει ανώτερο από τους άλλους ανθρώπους, ότι θα αναπτύξει όλες τις δυνάμεις που κρύβει μέσα του και δεν το γνωρίζει, ότι θα φθάσει σ' ένα ανώτερο εξελικτικό επίπεδο, ότι θα επιβάλει στους άλλους ανθρώπους να το υπολογίζουν και να το φοβούνται, ότι δεν θα χρειάζεται να υπακούει σε οποιαδήποτε αυθεντία (γονείς, δασκάλους κ.ο.κ.) ή να συμμορφώνεται με οποιουσδήποτε ηθικούς κανόνες· ότι δεν θα έχει καμμία ή κανέναν ανάγκη, ότι τελικά θα γίνει υπεράνθρωπος, "θεός"! Όλες οι επιθυμίες του θα εκπληρώνονται αυτοστιγμί. Θα κάνει ό,τι θέλει. Η θέλησή του θα είναι ο μοναδικός νόμος»[1].
Όμως, υπογραμμίσαμε ήδη από την αρχή, ότι ποτέ δεν πρέπει να χάνεται η ελπίδα. Χρειάζεται μια κρίσιμη στιγμή, μια ευλογημένη στιγμή, κατά την οποία μια κρίση στη σχέση του οπαδού με την ομάδα ή τον αρχηγό, ένας προβληματισμός, οδηγεί στο «ξύπνημα» από τον «λήθαργο» της αυταπάτης και ένα φως στο σκοτεινό τούνελ φωτίζει την έξοδο από την πνευματική σκλαβιά. Και τότε, η πνοή της Θείας Χάριτος θα απαλύνει το αυχμηρό και διψασμένο από το αλμυρό και θολό νερό της πλάνης έδαφος της φυλακισμένης μέχρι τότε ψυχής και θα ανατρέψει τα πάντα. Τότε ο πλανεμένος άνθρωπος, «εις εαυτόν ελθών», ατενίζει το φως του Χριστού και σπάζει τα δεσμά της πλάνης.
Αυτή ακριβώς η σωτήρια στιγμή έφθασε και για τον συντάκτη της «ομολογίας», όταν ξαφνικά διεπίστωσε να συμβαίνουν παράξενα πράγματα, με «περίεργα τηλεφωνήματα» και τις «δικαιολογίες» του «δασκάλου». Διεπίστωσε ακόμη μια «μισανθρωπιστική συμπεριφορά και περιφρόνηση προς τον άνθρωπο» του «δασκάλου» και είδε να γίνεται «φανερή η διαφορά μεταξύ ενός αυτοαποκαλούμενου μεσσία και του ενός αληθινού Μεσσία, του Ιησού Χριστού». Ο νους και η καλοπροαίρετη καρδιά του παρασυρμένου και εξαπατημένου από τον πολλά υποσχόμενο «δάσκαλο» νέου ανένηψαν και προβληματίστηκαν σοβαρά. Ξύπνησε μέσα του το παρελθόν, οι αρχές που είχε πάρει από την οικογένειά του και την παιδεία του. Το προσωπείο του «δασκάλου» κατέπεσε και φάνηκε το πραγματικό, το απάνθρωπο και βλοσηρό πρόσωπο της πλάνης. Είναι δυνατόν ένας «μεσσίας», που υπόσχεται τον πνευματικό φωτισμό και την «σωτηρία» του ανθρώπου να είναι μισάνθρωπος;
Το θύμα άρχισε να σκέπτεται ελεύθερα και να απαιτεί τα ανθρώπινα δικαιώματά του. Δεν είναι ανεκτό να υβρίζεται από ένα -υποτίθεται- «φωτισμένο δάσκαλο», ο άνθρωπος γενικά, το τελειότερο και θαυμασιώτερο δημιούργημα του Θεού! Γι' αυτό ξεσπά με αγανάκτηση: «Ο Θεός μάς αγαπά τόσο πολύ που δέχθηκε να επενδυθεί τη φθαρτή ανθρώπινη φύση μας με μοναδικό σκοπό να μας δοξάσει με τη νίκη του κατά του θανάτου και το θρίαμβο της Ανάστασης. Δέχθηκε να ταπεινωθεί τόσο πολύ από ανθρώπους γιατί είμαστε τόσο σοφά και άγια πλασμένοι κατ’ εικόνα και ομοίωσή Του. Η ομορφιά που έχουμε είναι τόσο μεγάλη που ίσως μόνο Αυτός που μας την έδωσε μπορεί να συλλάβει το μέγεθός της». Ο δρόμος για την ελευθερία έχει πλέον ανοίξει. Η επιστροφή στην ελευθερία του Χριστού άρχισε να γίνεται πραγματικότητα. Το πρώην θύμα της πλάνης και της απάτης έγινε πλέον «απελεύθερος Κυρίου» (Α' Κορ. ζ' 22).
Μέσα στις απάνθρωπες συνθήκες που ζει το εγκλωβισμένο θύμα της αίρεσης, η κρίσιμη στιγμή της αφύπνισης, η απόφαση για διάρρηξη των δεσμών του με την ομάδα και τον αρχηγό και η φυγή προς την ελευθερία, είναι συνήθως μια μακρυνή, δύσκολη και μερικές φορές, δυστυχώς, αδύνατη προοπτική. Όμως, υπάρχει πάντοτε ελπίδα. Η υπομονή και η στοργή της οικογένειάς του, -η οποία ποτέ δεν πρέπει να πάψει να το αγαπά- η σωστή συμπεριφορά και οι σωστές κινήσεις του οικογενειακού περιβάλλοντος και όλων όσων προσπαθούν να βοηθήσουν και να συμπαρασταθούν στην αντιμετώπιση του προβλήματος, και πάνω απ' όλα η επίκληση της βοήθειας του Κυρίου, είναι τα μοναδικά και ενδεδειγμένα μέσα και οι τρόποι που θα συμβάλουν καταλυτικά, ώστε μια καλοπροαίρετη καρδιά ενός θύματος να αντιληφθεί την λαθεμένη και οδυνηρή κατάσταση στην οποία βρίσκεται και να αναζητήσει τον δρόμο προς την ελευθερία. Κι εδώ δεν πρέπει να αφήσουμε να μας εγκαταλείψουν ποτέ η συνεχής προσπάθεια και κυρίως η ελπίδα.
Τότε συντελείται το θαυμαστό γεγονός -το θαύμα- της αναγέννησης του πλανεμένου ανθρώπου και η εν Χριστώ απολύτρωσή του και η αποκατάσταση του. Τότε «έρχεται εις εαυτόν» και αντιλαμβάνεται την εξαπάτηση την οποία υπέστη και ατενίζει το φως του Χριστού, επιστρέφει στην Εκκλησία και, ουσιαστικά, στη ζωή. Αυτό μας έχει διδάξει η πολυετής εμπειρία μας, αυτό διακηρύσσει περίτρανα και η «ομολογία» που μεταφέρουμε εδώ.
Πιθανώς, ο συντάκτης της «ομολογίας» -ως άπειρος νέος- συνάντησε λάθος πρότυπα ζωής. Ίσως το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον του να μην τον «γέμισαν». Η άγνοια και οι μεταφυσικές αναζητήσεις του ασφαλώς έγιναν οι αιτίες φυγής προς «ιδανικώτερες» γι' αυτόν καταστάσεις. Αυτά και άλλα ίσως δεδομένα συνετέλεσαν στον αποπροσανατολισμό του και στην τυφλή εμπιστοσύνη που έδωσε σ' αυτόν που παρουσιάστηκε μπροστά του ως «φωτισμένος δάσκαλος» και «μεσσίας», υποσχόμενος την λύση όλων των προβλημάτων του.
Ο νέος μας συνάντησε πολλές δυσκολίες στις αναζητήσεις του. Προσπάθησε να αντισταθεί στο αρνητικό κλίμα και στο υλιστικό ρεύμα της εποχής του. Βρήκε όμως μπροστά του την ειρωνεία από τους «βολεμένους» στο σύστημα και την ανεπάρκεια ή την απροθυμία από εκείνους από τους οποίους νόμισε ότι θα του συμπαρασταθούν. Όπως ο ίδιος γράφει, διεπίστωσε ότι «Το πετυχημένο μοντέλο ανθρώπου φαντάζει να είναι κάποιος που έχει πετύχει την αναγνώριση από τους ανθρώπους και όχι από τον Θεό. Όσα περισσότερα έχει κατακτήσει κάποιος σε αυτόν τον κόσμο τόσο πιο μεγάλος νιώθει».
Μέσα σ’ ένα τέτοιο πρότυπο ζωής, ο σύγχρονος άνθρωπος και κυρίως ο νέος, δεν θέτει τους απαραίτητους και ορθούς πνευματικούς προβληματισμούς. «Έχοντας προσκολληθεί αποκλειστικά σε υλικά αγαθά, η συζήτηση και μόνο για θέματα που αφορούν γενικά πνευματικούς, υπαρξιακούς και οντολογικούς προβληματισμούς φαντάζει ξένη, απόμερη και κάπως άβολη μέσα σε μια μοντέρνα παρέα». Γι' αυτό, ο νέος μας, προτού ακόμη πέσει στα χέρια του «δασκάλου», έφθασε στο απογοητευτικό γι' αυτόν συμπέρασμα, ότι «η εποχή που ζούμε δεν προσφέρεται για να καταπιαστεί κάποιος με τον εαυτό του και να μπορέσει να ορίσει αυτόν και το πιστεύω του». Έτσι λοιπόν βρέθηκε και ο ίδιος, όπως και τόσοι άλλοι νέοι μας, σε κατάσταση «υψηλού κινδύνου».
Τότε ο νέος γίνεται ευάλωτος και πολύ εύκολα μπορεί να γίνει θύμα του κάθε «επιτήδειου».
Όταν, για κάποιο λόγο, ο σύγχρονος νέος θέσει αυτούς τους σοβαρούς προβληματισμούς και δεν βρεθεί μπροστά του το κατάλληλο πρόσωπο ή το κατάλληλο οικογενειακό και κοινωνικό -γιατί όχι, και εκκλησιαστικό- περιβάλλον, με την σωστή απάντηση, έρχεται να συμπληρώσει αυτή την ανάγκη και αυτό το κενό ο οιοσδήποτε. Αυτό επισημαίνει και ο νέος της «ομολογίας»: «Όταν λοιπόν θελήσει κάποιος να μάθει ποιος είναι και πού ανήκει, με δεδομένα τα προηγούμενα, είναι πολύ εύκολο να καταλήξει σε μονοπάτια που οδηγούν στο θάνατο του πνεύματος και του σώματός του και όχι στην αιώνια ζωή που απλόχερα μας προσφέρει ο Θεός, ο Ιησούς Χριστός και το Άγιο Πνεύμα».
Όταν, για κάποιο λόγο, ο σύγχρονος νέος θέσει αυτούς τους σοβαρούς προβληματισμούς και δεν βρεθεί μπροστά του το κατάλληλο πρόσωπο ή το κατάλληλο οικογενειακό και κοινωνικό -γιατί όχι, και εκκλησιαστικό- περιβάλλον, με την σωστή απάντηση, έρχεται να συμπληρώσει αυτή την ανάγκη και αυτό το κενό ο οιοσδήποτε. Αυτό επισημαίνει και ο νέος της «ομολογίας»: «Όταν λοιπόν θελήσει κάποιος να μάθει ποιος είναι και πού ανήκει, με δεδομένα τα προηγούμενα, είναι πολύ εύκολο να καταλήξει σε μονοπάτια που οδηγούν στο θάνατο του πνεύματος και του σώματός του και όχι στην αιώνια ζωή που απλόχερα μας προσφέρει ο Θεός, ο Ιησούς Χριστός και το Άγιο Πνεύμα».
Ο νέος μας θέλησε να απωθήσει το αρνητικό πρότυπο ζωής και ανεζήτησε την απάντηση. Μας το είπε ο ίδιος πριν: «Ήθελα να με ορίσω ιδεολογικά ως μια οντότητα, ψάχνοντας για απαντήσεις για τα πάντα από παντού». Εκεί που προσέτρεξε, ανύποπτος και απληροφόρητος όπως ήταν, νόμισε ότι βρήκε το σωστό νόημα ζωής. Έτσι, πίστεψε καλοπροαίρετα ότι βρήκε την λύση των προβλημάτων του στον «δάσκαλο» που βρέθηκε μπροστά του. Όμως, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων και όπως ο ίδιος το επιβεβαιώνει, η επιλογή του αυτή δεν ήταν η σωστή, γι’ αυτό και το αποτέλεσμα ήταν γι’ αυτόν καταστροφικό.
Ευτυχώς όμως, ήλθε και γι' αυτόν η στιγμή της ανάνηψης και της επιστροφής, που τον οδήγησε στην λύτρωση. Και τότε κατάλαβε ότι «ο Θεός είναι εκείνος που φροντίζει τη ζωή μας όταν Τον αφήσουμε να την καθοδηγήσει». Αυτή ήταν η ευλογημένη στιγμή της εν Χριστώ ελευθερίας του. Και διακηρύσσει πλέον με βεβαιότητα: «Μια ζωή χωρίς τον Ιησού Χριστό οδηγεί στο θάνατο ενώ μια ζωή με το Χριστό οδηγεί στην αιώνια ζωή».
Αφού όμως ο ίδιος βρήκε τον δρόμο της επιστροφής, την ελευθερία και την σωτηρία του κοντά στον Ιησού Χριστό, απλώνει την αγάπη του προς τους πρώην «αδελφούς» του στην πλάνη. Αφού γεύθηκε ο ίδιος τους γλυκείς καρπούς της εν Χριστώ ελευθερίας νοιάζεται και για τους άλλους πλανεμένους και αισθάνεται την ανάγκη να καλέσει κι' αυτούς να τον ακολουθήσουν στον δρόμο για την ελευθερία: «Ένας από τους λόγους που έγραψα τα παραπάνω είναι για να μπορέσετε όλοι εσείς που ανήκετε σε ομάδες και "παρέες" ξένες Χριστού να φύγετε από το σκοτάδι που βρίσκεστε και να έρθετε στο φως του Χριστού, ο Οποίος σας περιμένει... Έχω την ελπίδα πως αυτά τα γραπτά ίσως έχουν κάποια ιδιαίτερη αξία, όντας ικανά να καταγράψουν γεγονότα και πρακτικές που χρησιμοποιούνται όχι σε μία αλλά σε χιλιάδες αιρέσεις, παραθρησκευτικές οργανώσεις, σέχτες και σχετικές ομάδες».
Η κατακλείδα της «ομολογίας» του είναι μια συγκλονιστική κραυγή αγωνίας προς όλα τα θύματα της πλάνης, μέσα από την οποία εκφράζει την ελπίδα ότι το φως του Χριστού θα καταυγάσει κι εκείνων τις καρδιές: «Τέλος, ελπίζω να καταλάβετε τη διαφορά ανάμεσα σε εκείνους που έρχονται και σας αγκαλιάζουν από την αρχή με χαμόγελα και λόγια μεγάλα και σε αυτούς που νοιάζονται πραγματικά για εσάς και που πρόκειται να σας παιδέψουν, όπως ο Ιησούς Χριστός».
Μεταγράψαμε στο παρόν άρθρο μας, από ένα γραπτό κείμενο ενός πρώην θύματος της πλάνης, την περιπέτειά του, τον πόνο του, την ομολογία του για τα αίτια της παραπλάνησής του, τις σκληρές συνθήκες μέσα στις οποίες έζησε, τις γνωστές μεθοδεύσεις των αιρετικών ομάδων για την αλίευση οπαδών και, τέλος, την αγωνία του για τους άλλους πλανεμένους αδελφούς του. Το κείμενο μεταγράφηκε ακριβώς όπως μας παραδόθηκε. Η μόνη αλλαγή είναι η προσαρμογή του στο πολυτονικό σύστημα για τις ανάγκες του περιοδικού μας. Για όποιον θέλει να δει τα πράγματα αντικειμενικά και χωρίς πάθος, το κείμενο αυτό μιλάει από μόνο του, μέσα από την πράξη, για τους κινδύνους που απειλούν τον σύγχρονο άνθρωπο, και κυρίως τους νέους, από την δραστηριότητα των νεοφανών αιρέσεων και της παραθρησκείας.
Όπως φαίνεται από το περιεχόμενο της «ομολογίας», αυτό το κείμενο έχει πολλούς αποδέκτες. Δεν είναι μόνον τα θύματα που πρέπει να το λάβουν σοβαρά υπόψη. Αφορά σε όλους εμάς, όσοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μπορεί να έχουμε κάποια σχέση με τέτοια προβλήματα. Ασφαλώς είναι ζωτικής σημασίας πρόβλημα για την οικογένεια και τους γονείς των θυμάτων. Είναι σοβαρώτατο ποιμαντικό πρόβλημα για την Εκκλησία και τους ποιμένες Της. Αφορά σε ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο, μέσα στο οποίο αναπτύσσονται όλα αυτά τα «καρκινώματα» και ασφαλώς αφορά την Πολιτεία και τα όργανά της, που είναι ταγμένα να προστατεύουν τον πολίτη και τα φυσικά δικαιώματα του και τα έννομα αγαθά. Δυστυχώς, δεν μπορούμε να πούμε ότι στην Ελλάδα έχει γίνει αντιληπτή αυτή η ευθύνη της Πολιτείας στον τομέα αυτό, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει σε πολλές από τις άλλες Χώρες της Ενωμένης Ευρώπης. Η υπεύθυνη και σοβαρή προσπάθεια της Εκκλησίας μας και των συνεργατών της, για την ενημέρωση του Ορθοδόξου Πληρώματος και για την αντιμετώπιση του προβλήματος προληπτικά ή θεραπευτικά σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν είναι αρκετή. Είναι αναγκαία και η παρέμβαση της Πολιτείας, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για περιπτώσεις εγκληματικής δραστηριότητας των ομάδων αυτών.
Εμείς εθεωρήσαμε αναγκαίο και χρήσιμο να παραδώσουμε στους αγαπητούς αναγνώστες μας αυτή την κατάθεση ψυχής ενός πρώην θύματος της σύγχρονης πλάνης, αφ' ενός μεν, γιατί επιβεβαιώνει μέσα από την πράξη, το έργο και τους στόχους του περιοδικού μας και την πολύτιμη προσφορά των ασχολουμένων με την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος (της Συνοδικής Επιτροπής επί των αιρέσεων και της Πανελληνίου Ενώσεως Γονέων για την προστασία του Ελληνορθόδοξου Πολιτισμού, της Οικογενείας και του Ατόμου), και αφ' ετέρου, γιατί έχομε την βεβαιότητα ότι θα βοηθήσει πολλούς υπευθύνους και μη, ή όσους έχουν το πρόβλημα, να συντελέσουν στην ορθή αντιμετώπιση αυτής της απειλής, χωρίς ποτέ να χάνουν το θάρρος και την ελπίδα τους.
[1] Βλ. Ομάδες ασυμβίβαστες με την Ορθόδοξη Πίστη, σελ. 90-91.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
ΤΥΕΧΟΣ 66
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011
[1] Βλ. Ομάδες ασυμβίβαστες με την Ορθόδοξη Πίστη, σελ. 90-91.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
ΤΥΕΧΟΣ 66
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011