Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

Μάθε να περιμένεις. ΚΟΝΑΝΟΣ

Μάθε να περιμένεις.



…Είδες τι μου’πες; “Θέλω ν’ αλλάξει το παιδί μου. Να το δω, κι ας πεθάνω”. Δεν ξέρω αν θα το δεις αλλαγμένο πριν πεθάνεις. Μπορεί να το δεις αφού πεθάνεις. Μπορεί ο Θεός να θέλει να κάνεις τόση υπομονή, που να μην προλάβεις να το δεις αλλαγμένο όπως το θες εσύ. Αλλά θα το δει ο Κύριος και θα το δεις κι εσύ από κει που θα ‘σαι, στην αιώνια ζωή. Θέλει όμως πολλή υπομονή. Να περιμένεις την απάντηση στην προσευχή που μόλις χθες έκανες. Έκανες χθες προσευχή; Θα περιμένεις. Πότε; Μην ανησυχείς. Όταν το βέλος της προσευχής σου φτάσει την καρδιά τού Θεού και την τρυπήσει και τη ματώσει από αγάπη, τότε θα δεις το αποτέλεσμα. Πότε έριξες το βέλος τής προσευχής; Χτες; Τότε περίμενε. Ταξιδεύει. Καμιά προσευχή δεν πάει χαμένη. Καμία προσευχή δεν μένει αναπάντητη. Θέλει όμως υπομονή. Να περιμένεις.

Περιμένουν μερικοί να δουν αποτέλεσμα την ίδια ώρα. Κάνεις προσευχή τώρα, θέλεις αύριο να δεις αποτέλεσμα. Μπορεί να γίνει κι αυτό. Αλλά όταν πιάσεις το κομποσκοίνι στο χέρι σου μην περιμένεις κι αμέσως τους καρπούς. Πολλοί πάνε στο άγιο Όρος μ’ ένα κομποσκοίνι στο χέρι και θέλουν να δουν το Θεό με μια αγρυπνία που θα κάνουν. Θέλουν να δουν το άκτιστο φως με μιας νύχτας προσευχή. Δεν γίνεται έτσι. Θέλει πολλή υπομονή, θέλει πολλή απαντοχή και να λες “Κύριε, όποτε θες εσύ. Εγώ θα περιμένω. Ὑπομένων, ὑπέμεινα τὸν Κύριον καὶ προσέσχε μοι καὶ εἰσήκουσε τῆς δεήσεώς μου”. Με πρόσεξε ο Κύριος, με κοίταξε, με άκουσε, αλλά πρώτα πρέπει να περιμένω. Είναι ωραία να περιμένεις το Θεό και να κάνεις υπομονή στα θέματα αυτά τα θεϊκά.
Ο άγιος Αμμωνάς ξέρεις πόσο καιρό περίμενε να απαλλαγεί από το θυμό; Κάθε μέρα το ζήταγε απ’ το Θεό. Και ξέρεις πόσο περίμενε; Οκτώ χρόνια. Όλα αυτά τα χρόνια εξακολουθούσε να θυμώνει, και πάλευε, και ξανά και ξανά, και προσευχή, και πάλι υπομονή και πάλι υπομονή. Και τον όγδοο χρόνο ήρθε ο Κύριος και τον απάλλαξε. Για σκέψου να ‘χε απελπιστεί τον έβδομο χρόνο και να ‘λεγε “Ε, δε συνεχίζω. Δε πάει άλλο αυτή η ιστορία. Ένα, δύο, τέσσερα, πέντε, έξι, εφτά χρόνια υπομονή. Ε, δε βγαίνει τίποτα”. Κι όμως. Έκανε υπομονή ακόμα ένα χρόνο, έφτασε τα οκτώ και ήρθε η απαλλαγή και η λύτρωσή του. Και μετά η καρδιά του έγινε τόσο ήρεμη που δεν ξαναθύμωσε ποτέ στη ζωή του. Εσύ θυμώνεις; Θυμώνεις. Κι εγώ θυμώνω λίγο. Όχι πάρα πολύ, αλλά θυμώνω κι εγώ. Λοιπόν θέλεις να ζήσεις κι εσύ αυτό το θαύμα; Τότε ξεκίνα από σήμερα να κάνεις προσευχή με υπομονή. Ζήτα απ’ το Θεό να σου πάρει το θυμό. Ζήτα το σε κάθε θεία Λειτουργία. Και μη μου λες “Τι να πάω να κάνω στην Εκκλησία”. Ε, να. Αυτό να κάνεις. Αν θυμώνεις να πηγαίνεις κάθε Κυριακή να παρακαλάς το Θεό να σου πάρει το θυμό. Και μόνο γι’ αυτό να πηγαίνεις Εκκλησία, έχεις σοβαρό λόγο να πηγαίνεις στο Ναό του Θεού. Και να λες “Κύριε, χάρισέ μου την πραότητα, την ηρεμία, να μην αρπάζομαι, να μη με βλέπουν τα παιδιά μου και τρέμουν, να μη με βλέπει η γυναίκα μου στο σπίτι και τη στεναχωρώ και δημιουργώ αυτό το κλίμα το βαρύ με τις φωνές, με το θυμό και τα νεύρα μου. Κύριε, πάρε μου το θυμό”. Το ξέρω ότι το ζήτησες. Πόσες φορές; “Ε, πόσες φορές να το ζητήσω;”. Πολλές. Οκτώ χρόνια ο άγιος Αμμωνάς. Εσύ πόσο καιρό το ζήτησες. Για πόσο καιρό είπες στον Κύριο “Απάλλαξέ με, Κύριε, απ’ αυτό το πάθος”. Απ’ το θυμό, την οργή, την ασωτεία, η μέθη, το κάπνισμα, την κλοπή, το ψέμα, την περιέργεια. Ό,τι έχεις, ζήτα το απ’ το Θεό και μετά κάνε υπομονή. Και ξέρεις γιατί να κάνεις υπομονή κι εσύ όπως έκανε ο άγιος Αμμωνάς και κάθε άγιος; Διότι Αυτός τον Οποίο υπομένεις και καρτεράς, δεν είναι ένας τυχαίος αλλά είναι ο άγιος Θεός, που δεν είπε ποτέ ψέματα, αλλά μένει πιστός στις υποσχέσεις και την αγάπη του. Και θα ‘ρθει ο Θεός κάποια στιγμή και θα σε βοηθήσει και θα γίνεις κι εσύ ήρεμος σαν πρόβατο και δε θα ξαναθυμώσεις ποτέ και δε θα ξαναπιείς ποτέ, δε θα ξανακαπνίσεις ποτέ, θα απαλλαγείς απ’ τα πάθη σου και θα γίνεις καινούριος άνθρωπος. Θέλει υπομονή και προσευχή. Να περιμένεις ν’ αλλάξει κι ο σύντροφός σου προς το καλύτερο. Μη βιάζεσαι. Μη θες να γίνουν απότοσμα σήμερα όλα καλύτερα. Τα λάθη που έχει η γυναίκα σου δε τα φορτώθηκε όλα σε ένα μήνα. Είναι λάθη μιας ζωής. Είναι χαρακτήρας που χαράκτηκε, γι’ αυτό λέγεται χαρακτήρας. Ο Χαρακτήρας έχει χαραχτεί μέσα μας απ’ τα παιδικά μας χρόνια. Δε μπορούμε σε μια στιγμή να τα αλλάξουμε αυτά. Μερικά ζευγάρια δίνουν διορία ο ένας στον άλλον, “Αν δεν τα ‘χουμε βρει σ’ ένα χρόνο, θα χωρίσουμε”. Μα κάτσε, βρε παιδί μου. Πώς θα χωρίσεις. Περίμενε, κάνε υπομονή. “Τι υπομονή, πάτερ;”. Μα χαρακτήρας είναι αυτός. Αλλάζει έτσι εύκολα; Περίμενε.
Θυμάμαι κάποιον που έκανε δίαιτα. Και του έλεγε ο γιατρός ότι τα βαθύτερα στρώματα λίπους χάνονται πολύ πιο δύσκολα. Τα τελευταία κιλά, αν κάνεις δίαιτα, τα χάνεις πολύ πιο δύσκολα απ’ ό,τι χάνεις τα πρώτα. Ξέρεις γιατί; Γιατί αυτό το στρώμα λίπους υπάρχει μέσα μας εδώ και πολλές δεκαετίες. Και με τη δίαιτα κάνουμε αυτό ακριβώς: γυρνάμε πίσω και πάμε να κάψουμε παλιά στρώματα λίπους. Ας πούμε, είναι κάποιος σήμερα ενενήντα κιλά και θέλει να φτάσει τα ογδόντα. Ογδόντα κιλά, όμως, ήτανε πριν από αρκετά χρόνια. Έχει περάσει καιρός από τότε που ήταν για τελευταία φορά ογδόντα κιλά. Πήρε βάρος, πήγε ενενηνταένα, πήγε ενενηνταπέντε, ανέβηκαν τα κιλά του. Για να φτάσει ξανά στα ογδόντα κιλά, πρέπει να σκάψει μέσα του αυτό το λίπος και να φτάσει πίσω, πίσω. Και να φτάνει σε κείνη την παλιά χρονιά που ήταν ογδόντα κιλά. Κι είναι δύσκολο να φύγει αυτό το λίπος.
Έτσι και με την ψυχή μας. Έχει πιάσει λίπος. Τα πάθη έχουν δημιουργήσει μια επίστρωση μέσα μας που δε φεύγει εύκολα.
Πρέπει να κάνεις υπομονή για τον άνθρωπό σου. Να κάνεις χώρο στην καρδιά του άλλου, να τον αφήσεις να σκεφτεί, να αποφασίσει, ακόμα και να φύγει για λίγο αν θέλει, τροπικά. Ή και τοπικά, αν δεν αντέχει αλλιώς. Ναι, άσε να φύγει. Να πάει να κάτσει λίγο στη μάνα της, στον πατέρα της ή να φύγεις κι εσύ, να πας κάπου για λίγο μόνος. Να σκεφτείς, να ηρεμήσεις, να πάρεις το χρόνο σου. Δεν μπορεί να απαιτείς την αγάπη του άλλου και να λες “Θα μου φερθείς καλά, θα με σέβεσαι”. Αυτά δε γίνονται με καταπίεση. Αυτά γίνονται μόνο με ελευθερία. Γι’ αυτό, δώσε στον άνθρωπό σου χρόνο, χώρο, υπομονή.
Μου το’ πες και συγκινήθηκα, “Πάτερ, μ’ άφησε η κοπέλα που αγαπώ και ήμασταν αρραβωνιασμένοι τόσα χρόνια. Κι εγώ τι να ‘κανα; Την ήθελα πολύ. Αλλά ήξερα ότι η αγάπη δεν απαιτείται. Δεν μπορεί να απαιτήσω την αγάπη, να πω σε κάποια “αγάπα με με το ζόρι, επειδή εγώ το θέλω”. Και ξέρετε τι έκανα; Την άφησα να φύγει. Και τώρα κάθομαι και περιμένω. Υπομένω αγαπώντας. Υπομένω πονώντας. Υπομένω προσευχόμενος”.
Η πιο σωστή αντίδραση. Και θα το δεις, θ’ αλλάξει ο άλλος. Αν θέλει ο Θεός κι αν η αγάπη που βγάζεις από μέσα σου είναι αληθινή, κι αν η υπομονή σου είναι αγαπητική, τότε θα δεις ότι ο άνθρωπος που φεύγει από κοντά σου, (η γυναίκα σου, το παιδί σου, ο συζυγός σου), πουθενά αλλού δε θα βρει τέτοια γλυκιά αγάπη σαν τη δική σου. Και θα ξαναγυρίσει πίσω. Θα πάει όπου θέλει, μπορεί να δοκιμάσει διάφορα άλλα, αλλά δε θα βρει τέτοια ζεστασιά ούτε τέτοια ποιότητα αγάπης. Θα βρει υποκατάστατα, ψεύτικα λόγια, συμφεροντολογικές και περιστασιακές αγάπες, και θα γυρίσει πάλι σε σένα. Αρκεί όταν γυρίσει να σε βρει να περιμένεις. Θα περιμένεις;
Τι ωραίο πράγμα, που όταν γύρισε ο Οδυσσέας βρήκε μια Πηνελόπη να τον περιμένει! Τι συγκίνηση! Σκεφτείτε ο Οδυσσέας να είχε βρει την Πηνελόπη του παντρεμένη με κάποιον από τους μνηστήρες που εποφθαλμιούσαν και περίμεναν την ευκαιρία να την πάρουν για σύζυγό τους. Η Πηνελόπη περίμενε, αλλά και ο Οδυσσέας περίμενε. Έκανε υπομονή σ’ αυτό το μεγάλο ταξίδι. Και ανταμείφθηκε η υπομονή του, η αγάπη του. Γιατί ήταν ακριβώς αυτό: υπομονή γεμάτη αγάπη.
Κι ο άσωτος γιος γύρισε. Ο πατέρας του τον περίμενε. Έκανε υπομονή. Τον κοίταζε απ’ το παράθυρο να ‘ρθει και τα μάτια του έβγαζαν αγάπη και νοσταλγία, και καλοσύνη, κι υπομονή τεράστια. Και είδε το θαύμα.
Είναι δύσκολο, αδελφέ μου, να κάνουμε υπομονή. Η εποχή μας είναι βιαστική κι όλοι μάς λένε “Τώρα. Εδώ και τώρα”. Κέντρα δίαιτας, εκμάθηση ξένων γλωσσών, ταχύρυθμα τμήματα εδώ και εκεί, όλα μάς υπόσχονται γρήγορα αποτελέσματα. Όλες οι συσκευές της κουζίνας είναι γρήγορες, σε δυο λεπτά. Φούρνος μικροκυμάτων. Ένα λεπτό, και το φαγητό είναι έτοιμο. Οτιδήποτε κάνουμε στη ζωή μας έχει ταχύτητα. Όλα είναι γρήγορα και βιαστικά. Κι έρχεται ο Θεός και μας λέει “Ξέρεις κάτι; Όλα αυτά καλά κάνεις και τα κάνεις γρήγορα. Σου κάνουν τη ζωή εύκολη. Αλλά η ψυχή θέλει ακόμα και σήμερα, μετά από τόσους αιώνες, πάλι τους δικούς της ρυθμούς. Όπως τότε που σε έπλασα, παιδί μου. Δεν έχει αλλάξει αυτό”.
Θέλει υπομονή η καλλιέργεια της ψυχής. Πρέπει να περιμένεις τις υποσχέσεις του Θεού, ώστε να δεις να εκπληρώνονται. Έχει υποσχεθεί πολλά πράγματα ο Θεός. Και ό,τι υποσχέθηκε θα γίνει. Μας έχει πει ο Θεός, ας πούμε, ότι “Είστε ευτυχισμένοι άμα κλαίτε. Διότι θα γελάσετε. Όποιος κλάψει στη ζωή αυτή, θα γελάσει”. Περίμενε. Να σου εξηγήσω. Δεν εννοούσε ο Χριστός τα δάκρυα που είχες χθες εσύ πάνω στα νεύρα σου. Το καταλαβαίνεις, πιστεύω. Διότι πολλοί κλαίμε κι από νεύρα, όταν φωνάζουμε και παρεξηγούμαστε. Δεν εννοούσε αυτά τα δάκρυα. Μα αν κλαις ταπεινά, αν κλαις επειδή είσαι αδικημένος. Έχεις κλάψει ποτέ αδικημένος; Όχι επειδή παρεξηγήθηκες και θίχτηκε ο εγωισμός σου και σ’ έπιασε το πείσμα σου επειδή δεν έγινε το δικό σου. Όχι. Να κλάψεις επειδή σε αδίκησαν κατάφωρα, αδικημένος για την αλήθεια. Έχεις κλάψει ποτέ συκοφαντημένος; Ξέρω κάποιον που είχε κλάψει συκοφαντημένος: Ο άγιος Νεκτάριος. Πόσες φορές δε θα ‘χε κλάψει σ’ αυτό το δωματιάκι εκεί στην Αίγινα, όταν άκουγε να λένε τόσα σχόλια γι’ αυτόν. Δεν ήταν αναίσθητος. Δεν είχε πέτρα μες στο στήθος του. Καρδιά είχε. Και σίγουρα θα έκλαψε. Αδικημένος, συκοφαντημένος, και περίμενε, και περίμενε. Κι είδε το δίκιο του. Πότε. Όσο ζούσε, δυστυχώς, λίγο το είδε. Ο Κύριος τον δικαίωσε όμως πολύ, έστω μετά θάνατον. Η Εκκλησία της Αλεξανδρείας ζήτησε συγγνώμη για τις συκοφαντίες που είχαν ακουστεί για τον άγιο Νεκτάριο και για τον τρόπο που του φέρθηκε. Περίμενε ο άγιος τόσα χρόνια κι ο Θεός τον δικαίωσε. Όσο ζούσε βέβαια, οι άνθρωποι δεν του έδωσαν αυτό το γλυκό ποτήρι της δικαίωσης, αλλά τον πότισαν πίκρα. Εκτός απ’ τους ανθρώπους της Εκκλησίας, τις απλές ψυχές. Οι απλοί πιστοί πάντα τον αγαπούσαν. Αλλά ο άγιος Νεκτάριος έκανε υπομονή. Γι’ αυτό και πολλοί τον ονόμασαν, “Ο άγιος της υπομονής, της καρτερίας”. Διότι περίμενε και δε διαμαρτυρόταν. Περίμενε κι εσύ και θα δεις ότι τα δάκρυά σου μια μέρα θα γίνουν διαμάντια που θα λάμπουν.
Είπε ο Κύριος “Όποιος μ’ ακολουθήσει, από τώρα θα νιώσει μέσα του τον Παράδεισο. Εγώ θα εμφανίσω τον εαυτό μου μέσα του και θα ‘ρθει όλη η αγία Τριάδα και θα μπει στην καρδιά του. Όποιος μ’ αγαπά, ήδη απ’ αυτόν τον κόσμο”. Και λες εσύ, “Πού είναι αυτό. Εγώ δε νιώθω το Θεό”. Κάνεις, όμως, υπομονή; Αγωνίζεσαι υπομονετικά; Πόσο. Θέλει πολύ. Μέρες; Μήνες. Μήνες; Χρόνια, δεκαετίες. Κάνε τόπο μέσα σου, ν’ αφήσεις στο Χριστό να μπει. Άσε ένα σημείο, άσε μια σταθερή θέση στο Χριστό και μην τον πας μια δω και μια εκεί μες στης καρδιάς σου το τοπίο.
Όταν κάποιος γίνεται μοναχός στο άγιο Όρος, ένα ωραίο δώρο που του κάνουν κάποιοι, είναι μια εικόνα της αγίας Υπομονής. Το ξέρεις; Και οι πιο πολλοί μοναχοί αγαπούν την αγία Υπομονή. Διότι η ζωή του μοναχού θέλει υπομονή. Η ζωή του όλη είναι μια τεράστια υπομονή. Ζωή αρκετά μονότονη: κάθε μέρα ακολουθία, κάθε μέρα ξύπνημα στο κελί, πρωινή ακολουθία, κανόνας, κομποσκοίνια, μετάνοιες. Είναι ωραία βέβαια, έχει και ποικιλία, αλλά έχει και μονοτονία σε μερικά πράγματα. Και τι θέλει; Πολλή υπομονή. Το λέει και στην ακολουθία του μοναχικού σχήματος, “Κτήσουν ὑπομονήν”. Έχεις ανάγκη να αποκτήσεις τεράστια υπομονή.
Είπε ο Χριστός μας ότι “όποιος, σαν τα πουλάκια και σαν τα κοράκια του ουρανού, σαν τα παιδάκια και σαν τα λουλουδάκια εμπιστευτεί τον Κύριο, θα δει την προστασία και την στοργή του. Θα του δώσω απ’ όλα: και τροφή και νερό κι ομορφιά και στολίδια, και θα βρει όλου του κόσμου τα καλά. Θα του τα δώσω εγώ“. Εσύ όμως δεν κάνεις υπομονή να δεις αυτά τα θαύματα, παρά τι κάνεις; Αγχώνεσαι διαρκώς. Και λέει ο Κύριος “Για να δεις αυτό που υποσχέθηκα, ξεντύσου από πάνω σου τα ρούχα που φοράς και σου χαλούν το πρόσωπο. Εγώ θέλω να σε ομορφύνω, αλλά πώς να σε ομορφύνω όταν εσύ πας και βάσεις στο πρόσωπό σου τα δικά σου στολίδια τα ψεύτικα, τα ανθρώπινα; Βγάλε από πάνω σου το άγχος, για να σου δώσω εγώ ένα όμορφο πρόσωπο ειρηνικό, γαλήνιο, ήρεμο. Βγάλε από πάνω σου την αγωνία, την ανασφάλεια και τον πανικό, που σε κάνουν να ‘σαι άσχημος και κάνουν το πρόσωπό σου να γερνάει, κι έλα να ντυθείς, έλα να φορέσεις τα δικά μου ρούχα”. Την ειρήνη του Χριστού, την πίστη στη δύναμή του, την ελπίδα στα λόγια του. Και μετά ξέρεις τι να κάνεις; Ξάπλωσε ήρεμος, κι υπομονετικά περίμενε τη χάρη του Χριστού που θα ‘ρθει να σ’ αλλάξει. Γίνε όπως σε θέλει ο Θεός και μετά ξάπλωσε και κοιμήσου και περίμενε. Εμπιστεύσου το Θεό και άστα όλα στο Θεό. Και κάνοντας υπομονή, θα βλέπεις κάθε μέρα να κάνει κάτι ο Θεός στη ζωή σου. Κάθε μέρα που ξυπνάς θα διαπιστώνεις ότι είσαι πιο κοντά στην ευτυχία. Αν όλα αυτά τα δεις λογικά, θα πεις ότι αυτά που λέει ο Θεός δε θα σε κάνουν ευτυχισμένο. Ίσα ίσα σ’ αφήνουν μετέωρο, να κρέμεσαι στο κενό. Κι όμως. Αυτό που νομίζεις ότι είναι κρέμασμα στο κενό, είναι η πιο σίγουρη κίνηση ευτυχίας. Να ‘σαι σίγουρος ότι αυτό που νομίζεις για κενό θα φέρει ακριβώς το γέμισμα της καρδιά σου, και θα δεις πώς θ’ αλλάξει η ζωή σου. “Μην κάνεις τίποτα” λέει ο Χριστός, “για να εκδικηθείς τον εχθρό σου. Άσε, θα τον αναλάβω εγώ. Θα κάνω εγώ ό,τι πρέπει. Εσύ κάνε μόνο ένα πράγμα. Τι. Αγάπα τον εχθρό σου. Κι όταν τον αγαπάς είναι σα να βάζεις πάνω στο κεφάλι του κάρβουνα αναμμένα”. “Μα” θα πεις “εγώ θέλω να δω την εκδίκηση. Θέλω να δω ότι επεμβαίνεις, Κύριε. Να δω μια τάξη, μια δικαιοσύνη στη ζωή μου”. Και λέει ο Κύριος “Ναι, θα το κάνω. Θα σε δικαιώσω. Άσε τα πράγματα, όμως. Κι όταν έρθει η ώρα, θα βοηθήσω. Θέλω να βοηθήσω όμως κι αυτή την ψυχή να καταλάβει το λάθος της. Εσύ όμως κάνε υπομονή. Άσ’ τα πράγματα να τα δικαιώσω εγώ και όχι εσύ”.
Λέει ο Κύριος να παρακαλάμε, “Tὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον” “Κύριε, μόνο για σήμερα; Και αύριο; Τι θα γίνει αύριο.” Άστο το αύριο. Σήμερα δε ζούμε; Κάνε υπομονή και θα δεις ότι κι αύριο θα νιώσεις τη δύναμη του Χριστού, θα δεις πάλι την προστασία του. Χωρίς να σκέφτεσαι εσύ τι θα γίνει μεθαύριο, τι θα γίνει του χρόνου, τι θα γίνει όταν πας εξήντα και εβδομήντα χρονών. Άσε τα πράγματα να κυλήσουν μόνα τους. Θέλει υπομονή η ζωή. Η λογική σου λέει “Κάνε τώρα τα πάντα. Βιάσου, κινήσου, τρέξε, πήγαινε σε ασφαλιστικές εταιρείες, κάνε επενδύσεις τώρα, χάνεις τον έλεγχο της ζωής”. Κι ο Κύριος λέει, “Όχι. Μην πανικοβάλλεσαι. Περίμενε. Μάθε να περιμένεις”.
Το ‘χεις μάθει εσύ αυτό το μάθημα της υπομονής στη ζωή σου; Σκέψου. Πότε πήγες είκοσι χρονών, από δεκαοχτώ, πότε έφτασες σαράντα, πότε έφτασες εξήντα χρονών, κι εσύ είσαι τώρα ογδόντα πέντε κι ενενήντα. Πώς πέρασαν τα χρόνια. Κι έλεγες τότε που ήσουν νέος “Άντε να μεγαλώσω. Πότε θα μεγαλώσω, πώς θα κυλήσει η ζωή”. Και είδες πώς κυλάει η ζωή; Γρήγορα κυλάει. Τι θέλει όμως; Να περιμένουμε. Θέλει να δεχόμαστε την κάθε μέρα με ηρεμία όπως τη δίνει ο Κύριος. Και το κάθε πράγμα θα ‘ρθει στον καιρό του. Αρκεί εσύ να κάνεις αυτή την υπομονή. Και να περιμένεις τη Βασιλεία του Θεού να ‘ρθει. Να περιμένεις να σου φέρει ο Θεός τα πράγματα όπως τα θέλει αυτός.
Είναι μερικοί που κουράζονται στη ζωή τους. Με τα βάσανα της ζωής κι επειδή δεν μπορούν να περιμένουν άλλο, φτάνουν και λένε “Καλύτερα να πεθάνω”. Μου το λένε μερικοί και στην εξομολόγηση, “Πάτερ, το έχω πει μερικές φορές “Ας πεθάνω, Θεέ μου, βαρέθηκα τη ζωή μου, θέλω να απαλλαγώ, θέλω να ηρεμήσω””. Αλλά αυτός ο θάνατος που περιμένεις δεν είναι καλός θάνατος. Και οι άγιοι ήθελαν να πεθάνουν αλλά δεν έβλεπαν το τέλος ως τέλος απαλλαγής, αλλά τέλος απόλαυσης. Ήθελαν να πεθάνουν όχι από μίσος για τη ζωή, αλλά από πόθο για την όντως ζωή, για να ‘ναι κοντά στο Χριστό. Όχι ως απαλλαγή από ένα μαρτύριο, αλλά για να ζήσουν ένα μυστήριο. Το μυστήριο του Θεού, πληρέστερα. Όχι για να απαλλαγούν από κάτι, μα για να αλλαχτούν από κάτι και από Κάποιον. Από το Θεό. Για ν’ αλλοιωθούν απ’ τη Βασιλεία του Θεού. Ήθελαν και οι άγιοι να φύγουν απ’ τον κόσμο αυτό, και ήταν ανυπόμονοι. Μα επειδή αγαπούσαν πολύ το Θεό. Κι έλεγαν “Αχ, Κύριε, πάρε με κοντά σου”. Το ‘λεγε ο απόστολος Παύλος, “Επιθυμώ άναλύσαι καί συν Χριστώ είναι”. “Θέλω να πεθάνω. Δεν κρατιέμαι άλλο στη ζωή. Θέλω να φύγω. Θέλω να φύγω απ’ αυτό τον κόσμο. Δεν έχω υπομονή”. Αλλά δεν το έλεγαν όπως το λέμε εμείς. Εμείς το λέμε κουρασμένοι και βαριεστημένοι, επειδή δε χαιρόμαστε τα δώρα του Θεού και βαριόμαστε τη ζωή μας. Όχι, αδερφέ μου. Στη ζωή αυτή θα κουραστούμε. Θα περάσουμε πολλά. Πιο πολλές, όντως, θα είναι οι λύπες στη ζωή. Πιο πολλά θα ‘ναι τα δάκρυα κι οι στεναγμοί. Πολλά τα έξοδα, οι αρρώστιες, οι αγωνίες, παρά τα χαμόγελα και η ευτυχία. Το ξέρω. Το λες κι εσύ, και το ζούμε όλοι. Αξίζει όμως να κάνεις τον αγώνα αυτό. Όλα αυτά που τώρα περνάς με υπομονή, σού ετοιμάζουν τον Παράδεισο. “Οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι ημίν”. Θα δεις. Αυτά που τώρα περνάμε, με την υπομονή που κάνουμε, είναι ένα τίποτα μπροστά σ’ αυτό που μας περιμένει. Μας περιμένει ένας πανέμορφος κόσμος ευτυχίας και αγαλλίασης κοντά στο Θεό. Όσοι άγιοι είδαν τον Παράδεισο είπαν “Πω, πω, Θεέ μου, αν το ‘ξερα τι ευτυχία με περιμένει εδώ πέρα, δε θα διαμαρτυρόμουν ποτέ στη ζωή. Και θα ‘κανα συνέχεια υπομονή και θα περίμενα, μόνο και μόνο για να ζήσω αυτό το υπέροχο που τώρα ζω”. Γι’ αυτό, κάνε υπομονή. Για ν’ απολαύσεις τη Βασιλεία του Θεού, τη γεμάτη ευτυχία.
Μια άλλη φορά θα πούμε γιατί αξίζει να κάνουμε υπομονή, γιατί πρέπει να κάνουμε υπομονή και κάποιες αφορμές και κάποιες σκέψεις που θα κάνουν αυτή την υπομονή πιο δυνατή μες στην καρδιά μας. Γιατί πολλές φορές έρχεσαι και λες κλαίγοντας, “Δεν αντέχω άλλο. Δεν μπορώ άλλο. Δεν μπορώ τον άντρα μου που μεθά. Δεν τη μπορώ τη γυναίκα μου που δε μ’ αφήνει σε ησυχία και συνέχεια φωνάζει. Δεν το μπορώ το παιδί μου που δε μ’ ακούει. Δεν μπορώ τον καθηγητή μου που μ’ έχει βάλει στο μάτι. Δεν μπορώ το ένα, δεν μπορώ το άλλο. Δεν αντέχω, δεν έχω υπομονή στη ζωή μου. Κουράστηκε το νευρικό μου σύστημα. Έχω αρρωστήσει”. Κι όμως. Μπορούμε λίγο ακόμα να κάνουμε υπομονή. Και όταν δει ο Κύριος ότι είμαστε στα όριά μας κι ότι φτάνουμε στο παρά πέντε, κάτι θα γίνει και θα βρεθεί μια λύση.
Σήμερα πάντως είχατε πολλή υπομονή. Σας κούρασα λίγο με όλ’ αυτά, αλλά είναι τέτοιο το θέμα της υπομονής που θέλει όντως υπομονή και για να τη ζεις, αλλά και να μιλάς γι’ αυτή, και ν’ ακούς γι’ αυτή.
Ο Θεός μαζί μας. Απόσπασμα από το βιβλίο “Αγάπη για πάντα”
του π. Ανδρέα Κονάνου

Να μην κρίνουμε τους άλλους από αυτό που βλέπουμε. Γέροντας Κλεόπα Ηλίε

Να μην κρίνουμε τους άλλους από αυτό που βλέπουμε. Γέροντας Κλεόπα Ηλίε



Ιστορίες Γέροντος Κλεόπα Α’
Να μην κρίνουμε τους άλλους από αυτό που βλέπουμε
Την ημέρα της Κρίσεως, όταν ο Θεός θα κρίνει τους ανθρώπους, δε θα κοιτάξει ούτε τα βασιλικά στέμματα, ούτε τα υψηλά αξιώματα. Θα ζητήσει να εξετάσει τις καρδιές μας. Και τότε, οι πιο ταπεινοί άνθρωποι, ο φτωχός χωριάτης, ο «καραβοτσακισμένος» από τα βάσανα της ζωής άνθρωπος, ο αγράμματος τσοπάνης, ο φυλακισμένος, ο ξενιτεμένος, ο ασθενής, η δυστυχισμένη χήρα, που κάθεται μαζί με τα παιδιά της μέσα στη φτώχια και τη δυστυχία, γιατί κανείς δεν τους ανοίγει την πόρτα, όλοι αυτοί, αν σήμερα προσεύχονται με δάκρυα στο Θεό, κατά την ημέρα της Κρίσεως θα είναι ανώτεροι από όλους τους ηγεμόνες του κόσμου, τους σημερινούς και τους αυριανούς.
Κάποια μέρα λοιπόν ένας μεγάλος και ένδοξος βασιλιάς έτρεχε στο δρόμο μέσα στη χρυσή του άμαξα, περιστοιχισμένος από τους αυλικούς του. Κι εκεί που πήγαιναν όλοι μαζί, συνάντησαν σε μια γωνιά του δρόμου δύο άνδρες με σκισμένα, βρόμικα ρούχα και πρόσωπα μαραμένα από την άσκηση. Ο βασιλιάς κατάλαβε αμέσως πως επρόκειτο για αγίους ανθρώπους του Θεού, που το σώμα τους είχε λιώσει από τη νηστεία, τους ασκητικούς αγώνες και την αϋπνία, ενώ η ψυχή τους έλαμπε από το φως του Θεού. Σταμάτησε λοιπόν αμέσως, κατέβηκε από την άμαξα και έπεσε γονατιστός στα πόδια τους, κάνοντας μετάνοιες. Στη συνέχεια σηκώθηκε και ασπάστηκε το χέρι τους με σεβασμό.
Οι αυλικοί του όμως, δε χάρηκαν καθόλου με αυτό που είδαν. Όλη την ώρα μουρμούριζαν:
-Δες εδώ… Είναι σωστό τώρα αυτό; Ένας ολόκληρος βασιλιάς, και τόσο ένδοξος μάλιστα, να φέρεται έτσι;
-Άκουσον, άκουσον. Να πέσει στα πόδια των ζητιάνων! Πώ πώ ντροπή…
Δεν τολμούσαν όμως να πουν τίποτα στον ίδιο, αλλά πήγαν στον αδελφό του:
-Θα σε παρακαλέσουμε να πεις στο βασιλιά μας, άλλη φορά να μην εξευτελίσει έτσι τη φήμη και το βασιλικό του στέμμα! Αυτό κι αυτό έκανε στο δρόμο που πηγαίναμε…
Κι εκείνος ο καημένος κάποια στιγμή το μετέφερε στον αδελφό του, ο οποίος όμως τον κατσάδιασε για την απερισκεψία και την ανοησία του και τον έδιωξε κακήν κακώς από κοντά του.
Ξέχασα να σας πω ότι ο βασιλιάς αυτός είχε τη συνήθεια, όταν επρόκειτο να τιμωρήσει κάποιον με θάνατο, να στέλνει έξω από το σπίτι του έναν αγγελιαφόρο, για να τον ειδοποιεί με τη σάλπιγγα. Έτσι όποιος άκουγε τον ήχο της σάλπιγγας έξω από την πόρτα του γνώριζε ότι την επόμενη μέρα δε θα ζούσε.
Όταν λοιπόν βράδιασε, ο βασιλιάς έστειλε τον αγγελιαφόρο με τη σάλπιγγα να σαλπίσει έξω από την πόρτα του αδελφού του. Μόλις εκείνος άκουσε τη σάλπιγγα του θανάτου, τρομοκρατήθηκε. Όλη τη νύχτα την πέρασε ξάγρυπνος, μέσα στην αγωνία και την απελπισία! Και ταυτόχρονα, προσπάθησε όπως όπως να τακτοποιήσει όλα τα θέματα του σπιτιού του, ώστε να είναι έτοιμος για ό,τι θα ακολουθούσε.
Όταν ξημέρωσε, φόρεσε όπως και όλα τα μέλη της οικογένειάς του – η γυναίκα και τα παιδιά του – μαύρα, πένθιμα ρούχα κι αμέσως μετά πήγε στον αδελφό του το βασιλιά, κλαίγοντας και στενάζοντας για το τρομερό κακό που τον περίμενε.
Μόλις τον είδε ο βασιλιάς να κλαίει έτσι, τον κάλεσε ιδιαιτέρως, σε κάποιο δωμάτιο.
-Βρε άνθρωπε ανόητε και απερίσκεπτε! του είπε. Εάν εσύ φοβήθηκες τόσο πολύ από τη σάλπιγγα του θανάτου και τον αδελφό σου, που είναι άνθρωπος σαν και σένα και που απέναντί του σε τίποτα δεν έσφαλες ούτε είσαι ένοχος για κάτι, πώς μπόρεσες να κατηγορήσεις εμένα, που ασπάστηκα με ταπείνωση τους αγγελιαφόρους του Θεού μου; Εκείνοι, βρε, μου υπενθυμίζουν τον θάνατο και τη φοβερή κρίση του Θεού, πολύ περισσότερο από όσο η σάλπιγγα αυτή! Διότι άνθρωπος είμαι κι εγώ κι έχω κάνει πολλά λάθη στη ζωή μου και μεγάλες αμαρτίες ενώπιον του Θεού. Ησύχασε λοιπόν. Μόνο την ανοησία σου ήθελα να σου δείξω και γι’ αυτό σε τρόμαξα με τη σάλπιγγα.
-Συγχώρεσε σε με, αδελφέ μου, που τόσο απερίσκεπτα σε κατέκρινα, του απάντησε ανακουφισμένος εκείνος.
-Εντάξει, αδελφέ μου, σε συγχωρώ. Αλλά σε λίγο θα διαπιστώσεις και μόνος σου την ανοησία εκείνων που σε παρακίνησαν να έρθεις και να μου πεις αυτά τα πράγματα.
Και αφού με τον τρόπο αυτό τον καθησύχασε και τον συνέτισε, τον άφησε να πάει στο σπίτι του. Κατόπιν πρόσταξε τους τεχνίτες του να φτιάξουν τέσσερα ξύλινα κιβώτια. Τα δύο από αυτά τους είπε και τα κάλυψαν ολόκληρα με φύλλα χρυσού, τα γέμισαν με δυσώδη οστά και τα σκέπασαν με επίχρυσο καπάκι.
Τα άλλα δύο τα άλειψαν εξωτερικά με πίσσα, τα γέμισαν με πολύτιμες πέτρες, μαργαριτάρια και άλλα πολύτιμα αντικείμενα και αρώματα και τα τύλιξαν με ένα τρίχινο πλεκτό από μαλλί γίδας.
Ύστερα κάλεσε τους άρχοντες και τους φίλους τους, εκείνους δηλαδή που τον είχαν κατακρίνει, επειδή γονάτισε μπροστά στους ανθρώπους του Θεού. Έβαλε λοιπόν μπροστά τους όλα τα κιβώτια και τους ζήτησε να εκτιμήσουν την αξία αυτών που ήταν επικαλυμμένα με φύλλα χρυσού και των άλλων, που είχαν την επίστρωση πίσσας.
Εκείνοι βέβαια του απάντησαν ότι τη μεγαλύτερη αξία την έχουν τα κιβώτια που ήταν επενδυμένα εξωτερικά με φύλλα χρυσού, πιστεύοντας ότι μέσα τους κρύβονταν θησαυροί, πολύτιμα πράγματα και πολυτελή υφάσματα, ενώ για τα άλλα, που ήταν αλειμμένα με πίσσα, είπαν ότι δεν είχαν καμμία αξία.
-Ήξερα πολύ καλά τι θα λέγατε! τους απάντησε ο βασιλιάς. Μόνο που κάνατε λάθος… Διότι ποτέ δεν πρέπει να κρίνουμε ένα πράγμα ή άνθρωπο από αυτό που εκ πρώτης όψεως βλέπουμε, αλλά πρέπει προηγουμένως να εξετάζουμε το εσωτερικό του, εάν είναι άξιο τιμής ή περιφρόνησης.
Οι άρχοντες τον άκουγαν με απορία: «Τί να εννοούσε, άραγε;».
-Ανοίξτε τα χρυσά κιβώτια! πρόσταξε τους υπηρέτες του.
Και μόλις εκείνοι άνοιξαν τα κιβώτια, ξεχύθηκε από μέσα τους μια ανυπόφορη δυσωδία. Παραξενεμένοι οι αυλικοί πλησίασαν κοντά και διαπίστωσαν πως το περιεχόμενο ήταν πράγματι απωθητικό και αξιοκαταφρόνητο.
-Έτσι ακριβώς μοιάζουν κι εκείνοι που είναι ντυμένοι με ωραία και ακριβά ρούχα και υπερηφανεύονται για τη μεγάλη τους περιουσία και για τη δόξα τους, ενώ η καρδιά τους είναι γεμάτη από έργα πονηρά, αμαρτωλά και βρόμικα, είπε με νόημα ο βασιλιάς.
Αμέσως μετά πρόσταξε ν’ ανοίξουν και τα κιβώτια που ήταν αλειμμένα με πίσσα. Όταν τα άνοιξαν, μία εξαίσια ευωδία πλημμύρισε το δωμάτιο και, πλησιάζοντας οι αυλικοί του, διαπίστωσαν ότι περιείχαν πολύτιμα πράγματα, ακριβά και σπάνια.
-Ξέρετε με τι μοιάζουν αυτά τα κιβώτια; συνέχισε ο βασιλιάς. Με εκείνους τους δύο ταπεινούς ανθρώπους, που ήταν ντυμένοι προχθές με σκισμένα ρούχα, που τα μάγουλά τους ήταν ζαρωμένα και τα πρόσωπά τους χλωμά από την άσκηση και τους κόπους. Κι εσείς τους είδατε και αμέσως με κατακρίνατε, επειδή τους έβαλα μετάνοια. Όμως εγώ, αντιλαμβανόμενος με τα μάτια της ψυχής την καθαρότητα και τη λαμπρότητα των ψυχών τους, που ήταν άγιες και γι’ αυτό πολυτιμότερες και από το στέμμα μου και από τη βασιλική μου δόξα, ώστε όλα μου τα μεγαλεία να είναι μπροστά τους ένα μηδενικό, τους πλησίασα ταπεινά ζητώντας την ευλογία τους.
Μ’ αυτό τον τρόπο τους δίδαξε ο σοφός βασιλιάς ότι δεν πρέπει ποτέ να κρίνουν την αξία του κάθε πράγματος και του κάθε ανθρώπου από τα εξωτερικά του χαρακτηριστικά, αλλά μονάχα από τα εσωτερικά του γνωρίσματα.
Παρόμοια να κάνουμε λοιπόν κι εμείς και να τιμούμε τους δούλους του Θεού, διότι όλοι είναι αδελφοί Του. Και να μην ξεχνάμε ποτέ πως ο Θεός την Ημέρα της Κρίσεως δεν θα εξετάσει κανενός την όψη, όπως είπε και ο προφήτης Σαμουήλ, όταν εξέλεξε για βασιλιά τον Δαβίδ.
Ο Θεός, όπως και τώρα, έτσι και τότε θα ερευνήσει την καρδιά του ανθρώπου. Και τότε θα δοξασθούν οι ταπεινοί, οι περιφρονημένοι, οι περιγελόμενοι, οι διωγμένοι για τη θεία δικαιοσύνη, οι πτωχοί στο πνεύμα, εκείνοι δηλαδή που πιστεύουν ότι τα έργα τους είναι ελεεινά και άχρηστα, εκείνοι που επιθυμούν να εφαρμόζεται στον κόσμο η θεία δικαιοσύνη καθώς και όλοι όσους εμακάρισε ο Κύριος. Τότε θα λάμψουν όλοι οι περιφρονημένοι, αυτοί για τους οποίους πίστευαν πως ήταν το σκουπίδι της κοινωνίας.
Τα ανόητα και περιφρονημένα του κόσμου θα ντροπιάσουν τα σοφά. Τα μικρά και αδύνατα θα ντροπιάσουν τα δήθεν ισχυρά. Γι’ αυτό λέει ο Σωτήρας μας πως οι τελευταίοι θα γίνουν πρώτοι.
Εκείνοι οι οποίοι θεωρούνται από εμάς ασήμαντοι και αποτυχημένοι, εάν σ’ αυτή τη ζωή προσεύχονται στον Θεό με όλη την καρδιά τους, στη βασιλεία των ουρανών θα λάμπουν περισσότερο και από τον ήλιο! Ενώ οι βασιλείς του κόσμου και οι δυνατοί της γης, εάν δεν πιστέψουν στο Θεό, θα παρουσιαστούν ενώπιόν Του γυμνοί από αρετές και τελευταίοι απ’ όλους. Και αυτή την αντιστροφή των πραγμάτων μαζί με όλα αυτά τα εκπληκτικά γεγονότα θα τα δούμε όλοι μας να συμβαίνουν, διότι ο Θεός είναι δίκαιος και η δικαιοσύνη Του μένει στον αιώνα.
Ιστορίες Γέροντος Κλεόπα
σελ, 76-82
Εκδόσεις Άθως

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΠΟΥ ΕΣΩΣΕ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ.

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΠΟΥ ΕΣΩΣΕ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ.



Ό επίσκοπος Κύρου Θεοδώρητος, ό όποιος έζησε τον Ε μ.Χ. αιώνα, διηγείται πώς μια φορά τον επισκέφθηκε ένας μοναχός, πού ερχόταν από πολύ μακριά. Τον έβαλε να ξεκουρασθή και να φάγη. Όταν έτρωγε ό μοναχός, παρατήρησε ότι χρησιμοποιούσε μόνο το αριστερό του χέρι και ότι το δεξί του ήταν τυλιγμένο με ένα παλιόρασο.
Ό επίσκοπος τον ρώτησε, όχι από περιέργεια άλλα από ενδιαφέρον, γιατί είναι τυλιγμένο το χέρι του και μάλιστα με ένα παλιόρασο τριμμένο, ενώ εφαίνετο από την όλη του ενδυμασία ότι δεν ήταν μοναχός ρακένδυτος. Μάλιστα, θέλησε να το τραβήξει για να δη, όπως υποψιαζόταν, αν υπήρχε κάποια πληγή στο χέρι του μονάχου, αλλά αυτός δεν τον άφησε και το σκέπασε γρήγορα, διότι άρχισε να βγαίνει αφόρητη δυσοσμία.
Κι ό μοναχός διηγήθηκε τα έξης στον επίσκοπο:
-Σεβασμιότατε, εγώ είχα μια μητέρα πολύ όμορφη, πάγκαλη, ή οποία, δυστυχώς, από πολύ νωρίς, άφ ότου χήρεψε, παρεσύρθη στον κακό δρόμο κι έγινε πόρνη. Λόγω δε της μεγάλης ωραιότατος πού είχε, απέκτησε πολύ μεγάλη “πελατεία” και έγινε πολύ πλούσια κι έτσι εγώ μεγάλωνα μέσα στη χλιδή και στα πλούτη.
Όταν όμως μεγάλωσα και άρχισα να καταλαβαίνω τί γίνεται, βδελυσσόμενος αυτήν την κατάσταση της μητέρας μου, απομακρύνθηκα για ένα διάστημα από κοντά της και πήγα σε ένα μοναστήρι.
Πληροφορήθηκα όμως κάποια στιγμή ότι ή μητέρα μου αιφνιδίως πέθανε. Και όλη ή τεράστια εκείνη περιουσία, την οποία είχε κάνει από την αμαρτία, ήταν πλέον δική μου. Πήγα λοιπόν και την περιουσία αυτή την μοίρασα όλη, μέχρι και της τελευταίας δραχμής, στους φτωχούς κι έφυγα για την Έρημο ξανά, προσευχόμενος για τη σωτηρία της μάνας μου. Βέβαια και για τον πατέρα μου, πού όταν είχε κοιμηθή, εγώ ήμουν μωρό.
Πάντα προσευχόμουν όμως στον Θεό, σαν μοναχός πού ήμουν, να με πληροφόρηση εάν οι ελεημοσύνες πού δόθηκαν σε όλα τα τότε γνωστά μοναστήρια, για να προσευχηθούν για την ψυχή της μητέρας μου και να κάνουν πολλά-πολλά σαρανταλείτουργα έπιασαν τόπο. Επήγα λοιπόν στα Ιεροσόλυμα, μετά από έναν χρόνο και διηγήθηκα στον τότε Πατριάρχη το όλο γεγονός. Και εκείνος μου είπε:
–Πολύ καλά έκανες βέβαια και μοίρασες όλη αυτή την τεράστια περιουσία στους φτωχούς και έδωσες στα μοναστήρια για να γίνονται Λειτουργίες στο όνομα της μητέρας σου, αλλά για τις πληροφορίες πού μου ζητάς να μάθεις που βρίσκεται ή ψυχή της μητέρας σου, εγώ δεν είμαι άξιος να σου απαντήσω. Ούτε όμως εδώ στα Ιεροσόλυμα και στα περίχωρα υπάρχει κάποιος προορατικός Γέροντας, πού να μπορεί να σε πληροφόρηση για μια τέτοια μεγάλη αποκάλυψη.
Παίρνοντας λοιπόν την ευχή του Πατριάρχου, πήγα στις Σκήτες της Θηβαΐδος της Αιγύπτου.’ Εκεί πράγματι γνώρισα πατέρας και ασκητής πολλούς, πού μου υπέδειξαν έναν Γέροντα, πολύ βαθιά στην Έρημο, ικανό να με βοηθήσει. Κι έτσι με έναν ντορβά στον ωμό, με λίγο νερό και ψωμί ξεκίνησα οδοιπορώντας για να βρω τον Γέροντα αυτόν.
Μου είπαν οι πατέρες ότι: «στην πρώτη σπηλιά πού θα συνάντησης, εκεί θα τον βρεις».
Και πράγματι, ύστερα από οδοιπορία τριάντα ήμερων βρήκα τη σπηλιά και τον άγιο εκείνο άνθρωπο, ό όποιος βγήκε στην είσοδο της σπηλιάς και με υποδέχθηκε.
Εκεί έπεσα στα πόδια του, του έβαλα μετάνοια, φίλησα τις άκρες των δακτύλων του και με δάκρυα στα μάτια του ανέφερα τη ζωή της μητέρας μου και ποιες ήταν οι ενέργειες μου για τη σωτηρία της ψυχής της, με τις ελεημοσύνες και τα σαρανταλείτουργα πού έκανα.
-Παιδί μου, λέει, αυτό πού ζητάς να μάθεις από μένα, είναι κάτι πάρα πολύ μεγάλο. ‘Αλλά όμως, αφού έκανες τόσο μεγάλο κόπο και τόσο μεγάλη πορεία τριάντα ήμερων για να φθάσης μέχρι εδώ, θα παρακαλέσουμε τον Θεό και οι δύο μαζί, να μας πει που περίπου βρίσκετε ι ή ψυχή της μητέρας σου.
Βγήκε λοιπόν έξω, στην πόρτα της σπηλιάς, πήρε μια πετρούλα κι έκανε έναν κύκλο, ό άγιος ασκητής και μου είπε:
-Σ αυτόν τον κύκλο μέσα έλα και στάσου όρθιος. Και θα μείνεις εδώ όρθιος, χωρίς να καθίσεις, επτά ήμερες. Ούτε θα φας ούτε θα πιεις ούτε θα κουνηθείς!’ Επτά μέρες κι επτά νύχτες όρθιος και ακίνητος διαρκώς θα προσεύχεσαι να ελεήσει ό Θεός να μάς φώτιση και να μάς αποκάλυψη την κατάσταση της ψυχής της μητέρας σου. Θα παρακαλείς τον Θεό συνεχώς με δάκρυα, τα όποια κάθε μέρα θα πρέπει να γίνονται και πιο πολλά. Θα κάνω κι εγώ ακριβώς το ίδιο μέσα στη σπηλιά.
Και πράγματι, λοιπόν, έγινε αυτό, όπως ακριβώς το είπε ό άγιος εκείνος Γέροντας και φημισμένος ασκητής.
Όταν έφθασε λοιπόν ή νύχτα της έβδομης ημέρας, αρπάχθηκε ό νους του μοναχού στον ουρανό και με έκσταση ψυχής είδε τα φοβερά της Βασιλείας του Θεού. Και ότι ό Θεός ένια ι παρών και στην κόλαση και στον παράδεισο. Στον παράδεισο χαίρονται και στην κόλαση πονούν.
Είδε λοιπόν, ας πούμε, στην αριστερή του πλευρά, μία φοβερή λίμνη, έναν βόρβορο γεμάτο ακαθαρσίες, λάσπη και ανυπόφορη δυσωδία. Ένα φοβερό μείγμα, πού έβραζε και κόχλαζε. Μέσα σ αύτη τη φοβερή λίμνη την καιόμενη του πυρός, όπως μας αναφέρει ή Αποκάλυψις, το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, είδε να ανεβοκατεβαίνουν οι ψυχές. Πότε να βυθίζονται μέσα σ αυτήν και πότε να ανεβαίνουν ψηλά, να ανέρχονται λίγο σαν να παίρνουν μια αναπνοή και ξανά πάλι μέσα και ξανά πάλι έξω, χωρίς τελειωμό. Είχε την αίσθηση, όπως ακριβώς βράζει κανείς τα φασόλια ή τα ρεβίθια και με τον βρασμό ανεβοκατεβαίνουν αυτά, κατά τον ίδιο τρόπο έβλεπε και τις δυστυχισμένες αυτές υπάρξεις να ανεβοκατεβαίνουν.
Κάποια στιγμή λοιπόν, ανεγνώρισε και τη μητέρα του, της οποίας είδε το κεφάλι. Ανεγνώρισε κι αυτή τον γυιό της πού εύρίσκετο στην άκρη της λίμνης και φώναξε:
-Παιδί μου, ΕΛΕΟΣ!!! ΒΟΗΘΕΙΑ!!!
Και ξαναβυθίοτηκε πάλι μέσα. Και ξαναβγήκε πάλι, ξαναφάνηκε, μέχρι τη μέση τώρα. Και ξαναφωνάζη πάλι “έλεος! έλεος! βοήθεια! βοήθεια!”
-Παιδί μου, βοήθησε με, βοήθησε με!!! Καίγομαι, πνίγομαι, βασανίζομαι, υποφέρω!…
Και ξανά πάλι βυθίστηκε. Και ξαναβγήκε για τρίτη φορά.
-Και τόσος ήταν ό πόνος μου, λέει ό μοναχός, τόση ήταν ή οδύνη μου και τόση ή λαχτάρα μου, πού την ώρα πού ξαναβυθιζόταν, βούτηξα το χέρι μου μέσα, την άρπαξα από τα μαλλιά και με πολλή βία την τράβηξα έξω.
Και δίπλα μου βλέπω μία ωραιότατη χρυσή κολυμβήθρα. Από κάποιο σημείο της, από ένα βράχο…πού δεν ήταν και βράχος, δεν ξέρω τί ακριβώς ήταν! έτρεχε γάργαρο νερό και γέμιζε αυτήν την κολυμβήθρα, χωρίς να γεμίζει και χωρίς να αδειάζει ποτέ. Και πήρα τη μητέρα μου και την έβαλα μέσα σ’ αυτήν την κολυμβήθρα και πλύθηκε και καθαρίστηκε και έγινε κατάλευκη σαν το χιόνι. Την έβγαλα κατόπιν από την κολυμβήθρα κι εκεί κάποιοι Νέοι, στα ολόλευκα ντυμένοι, έδωσαν λευκά ρούχα, τυλίχτηκε μ’ αυτά και εντάχθηκε μέσα στον χορό των Αγίων.
Κι εκείνη, ανάμεσα στους φωτεινότατους εκείνους Νέους, τούς ολόλαμπρους πού χαίρονταν μέσα στη χαρά της Βασιλείας του Θεού, με ευχαριστούσε συνεχώς και αδιαλείπτως, μέχρι πού ξαναήλθα στον εαυτό μου. Και βρέθηκα το πρωί πού τελείωνε ή έβδομη ημέρα, να είμαι έξω εκεί, μέσα στον κύκλο, παρακαλώντας θερμά για την κατάσταση της ψυχής της μητέρας μου και βεβαίως ύστερα να ευγνωμονώ τον Θεό συνεχώς.
Όταν ό άγιος εκείνος ασκητής με ρώτησε:
-Τί είδες, παιδί μου, αυτό το βράδυ; διηγήθηκα όλα αυτά. Και βεβαίως αναλύθηκα σε λυγμούς και σε ευχαριστίες προς τον Θεό και Σωτήρα μας, για την άπειρη ευσπλαχνία
Του πού έβγαλε την ψυχή της μάνας μου από τον Αδη. Το χέρι μου όμως πού βούτηξε μέσα σ’ αυτή την φοβερή κατακαιομένη λίμνη του πυρός, την βρωμερά και δυσώδη και μάλιστα μέχρι τον αγκώνα, ήταν όχι μόνο καμένο -διότι έκαίετο εκείνη ή λίμνη- αλλά και βρωμούσε απαίσια.
–Πάτερ μου, λέω, στον άγιο εκείνο Γέροντα και ασκητή σε παρακαλώ πάρα πολύ, κάνε κάτι και θεράπευσε το χέρι μου.
Κι εκείνος μου είπε:
–Όχι! Μέχρι πού να πεθάνεις, θα το δείχνεις! Είναι ή απόδειξης, για το πόση δύναμη έχει ή Θεία Λειτουργία, τα μνημόσυνα, τα τρισάγια, οι προσευχές με το κομποσκοίνι και οι ελεημοσύνες για έναν κεκοιμημένο. Και σχίζει το ράσο του ό μεγάλος εκείνος ασκητής και Γέροντας και μου λέει:
-Τύλιξε το. Ό τόπος τώρα θα ευωδιάζει. Και για εκείνους πού θα αμφιβάλλουν, θα το ξετυλίγεις για να αποδεικνύεις την αλήθεια της ιστορίας της ψυχής της μητέρας σου.
-Σεβασμιότατε, το τραβήξατε λίγο. Για δείτε το τώρα ολόκληρο! Και ξετύλιξε ολόκληρο το χέρι του. Κι ό δεσπότης δεν άντεξε την “βρώμα” κι έφυγε από το δωμάτιο. Τόσο φοβερή ήταν ή δυσοσμία. Το ράσο όμως εκείνου του κεχαριτωμένου Γέροντος ήταν ράσο αγιασμένο, γι’ αυτό είχε και τόση ευωδία.
ΒΙΒΛΙΟΓ. ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ.
ΠΑΤΗΡ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ.

ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ.


 
Μετά από ολίγες ημέρες, η  Ορθόδοξος εκκλησία μας, θα εορτάσει πανηγυρικά την μεγάλην και λαμπροφόρον ημέρα, της πεντηκοστής καθ’ην το πνεύμα το άγιον, εκατέβη εις τους αγίους αποστόλους, εν είδη πυρήνων γλωσσών και τους ανέδειξε από αγράμματους, σοφούς, από αδύνατους ανθρώπους σε λεοντάρια του Θεού. Έχουμε μια απόδειξη αυτού του θαύματος, δηλαδή της ανθρώπινης αδυναμίας και την έκφραση της δυνάμεως του Θεού, το πώς όταν επισκιάσει τον άνθρωπο τον αδύνατο τον κάνει δυνατό, ισχυρό και ωφέλιμο άνθρωπο.
Ο απόστολος Πέτρος σαν άνθρωπος, πάνω στην αδυναμία του, αρνήθηκε τον Χριστό. Όταν όμως το πνεύμα το άγιον επεφοίτησε κατά την ημέρα της πεντηκοστής, έγινε λιοντάρι και εκήρυξε το Ευαγγέλιο, εκήρυξε τον Χριστό μας και εμαρτύρησε με σταυρικό θάνατο. Και ακριβώς η ημέρα της πεντηκοστής, είναι η μέρα που πανηγυρίζει η εκκλησία μας, την αγία τριάδα, πανηγυρίζει το άγιο πνεύμα, το οποίο επεφοίτησε και ανέδειξε τους αγίους μας αποστόλους πανσόφους και σωτήρας του κόσμου. Και επ’αυτού του θέματος, επ’αυτής της εορτής, έχω σημειώσει κάτι και το οποίο θα σας διαβάσω επειδή και έρχεται αυτή η μεγάλη μέρα και δεν θα είμαι εδώ για να ακούσετε κάτι. Γιατί την μεγάλη και πάνφωτον ημέρα του αγίου πνεύματος που κάθε ψυχή που είναι προετοιμασμένη το δέχεται αυτό το άγιο πνεύμα και γίνεται και αυτός φώς και φωστήρας του Χριστού. 
Πεντηκοστή, εορτάζουμε πάντοτε μέσα στην Ορθόδοξη εκκλησία μας. Ο ιερός υμνογράφος δανείζεται φράσεις, από το λόγο του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου στη Πεντηκοστή και λέγει. Πεντηκοστήν εορτάζομεν και πνεύματος επιδημίαν και προθεσμίαν επαγγελίας και ελπίδοσην πλήρωσιν. Και το μυστήριον όσον ως μεγα τε και σεβάσμιον διο βοώμεν Σοι δημιουργέ του παντός κύριε δόξα Σοι. Θα το ακούσομε την Κυριακή. 
Η Πεντηκοστή είναι φανέρωση του αγίου πνεύματος κατά τον ζωηρότερο τρόπο που θα μπορούσε να εξαχθεί. Και επειδή με την επιφοίτηση του αγίου πνεύματος, συμπληρώνεται και η αποκάλυψη και των τριών προσώπων της αγίας τριάδος, γι’ αυτό η ημέρα του αγίου πνεύματος η επομένη της πεντηκοστής θεωρείται ως ημέρα της αγίας τριάδος. Διότι τόσο τον πατέρα όσο και τον υιό τους γνωρίζουμε μόνο με τον φωτισμό του αγίου πνεύματος. 
Η ψηλή κορυφή ενός βουνού είναι σκεπασμένη από τα σύννεφα, υπό την έννοια είναι πάρα πολύ ψηλή. Δεν φαίνεται. Ξαφνικά βγαίνει ο ήλιος και αποκαλύπτεται το μεγαλείο και το ύψος αυτής της κορυφής. Έτσι και εδώ η ψηλότερη κορυφή στον κόσμο είναι η αγία τριάς. Τα σύννεφα του σκοτεινιασμένου μυαλού μας και της αχόρταστης καρδιάς μας δεν μας αφήνουν να βλέπουμε και να θαυμάσουμε το ακρόριο το υψηλότερο της Θεολογίας που είναι η αγία τριάδα. 
Και έρχεται το πνεύμα το άγιο και φωτίζει το νού και καθαρίζει την καρδιά και ο πιστός βλέπει με την πίστη την αγία τριάδα γι’ αυτό και στου αίνους του όρθρου της Πεντηκοστής ψάλουμε «Διού πατήρ γνωρίζεται και υιός δοξάζεται και παρά πάντων γινόσκεται μια δύναμη, μια σύνταξις μία προσκύνηση της αγίας τριάδος». Ο Χριστός μας φεύγοντας με την ανάληψη του στους ουρανούς, υποσχέθηκε ότι θα μας στείλει άλλον παράκλητον για να μένει μεθ’ημών, για να μένει μαζί μας, εις τους αιώνας, πάντοτε. Και τον παράκλητο, το πνεύμα το άγιο, μας το έστειλε την ημέρα αυτή της μεγάλης εορτής της Πεντηκοστής. Και παραμένει εις τον αιώνα μέσα στην εκκλησία μέσα στα μυστήρια. 
Γι’αυτό δεχόμενοι ημοίς οι άνθρωποι, παίρνοντας τα άγια μυστήρια και ιδιαίτερα την Θεία Ευχαριστία, το άγιο σώμα και το αίμα του Χριστού, παίρνομε όλη την αγία τριάδα και δή το πνεύμα το άγιο που αγιάζει το τίμιο το αίμα και από άρτο και οίνο τον μεταβάλλει σε σώμα και αίμα Χριστού.Αν η εκκλησία είναι το μυστικό σώμα του Χριστού, το πνεύμα το άγιον είναι η καρδιά της εξουσίας. 
Αν η εκκλησία είναι το πλοίο του Ιησού, το πλοίο αυτό ως ιστιοφόρο της χάριτος πνέει με την πνοή του αγίου πνεύματος.Αν η εκκλησία είναι ο στρατός του Ιησού, η δύναμη με την οποία νικά η στρατευομένη εκκλησία, η εκκλησία που είναι επάνω στην γη, οχι η θριαμβεύουσα στους ουρανούς, ημοίς η εκκλησία,  είναι το πνεύμα το άγιο. Και αν η ζωντανή δράση της εκκλησίας στον κόσμο αρχίζει με την πεντηκοστή, η ζωντανή αυτή δράσις της φαίνεται να συνεχίζεται μέσα στην λειτουργία. Κάθε θεία λειτουργία είναι και μία Πεντηκοστή.
Βεβαίως η θεία λειτουργία γίνεται εν ονόματι και των τριών προσώπων της αγίας τριάδος. Η πύλη που μπαίνομε στην θεία λειτουργία είναι αγιοτριαδική. Μεγαλοπρεπή η αρχή της. 
Ευλογημένη η βασιλεία του πατρός και του υιού και του αγίου πνεύματος. Έτσι αρχίζει η θεία λειτουργία. Και όλες οι ευχές και οι εκφωνήσεις καταλήγουν, σε τριαδική δοξολογία. «Ότι πρέπει συ πάσα δόξα τιμή και προσκύνησις, των πατρί και τω υιό και το αγίω πνεύματι νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων αμήν» Αλλά η δύναμις εκείνη που τελεί την φρικτή θυσία της θείας λειτουργίας και πυρακτώνει, δηλαδή κάνει φωτιά τον ναό και τον ιερέα, είναι το άγιο πνεύμα. 
Η Πεντηκοστή είναι συνδυασμένη με την φωτιά, πυρακτωμένο κάρβουνο από το θυσιαστήριο του Θεού,πήρε ο άγγελος και το άγγιξε στα χείλη του προφήτου Ησαϊα για να αρχίζει την ιερουργία του λόγου. Πυρακτωμένες γλώσσες όπως αναφέρεται στο άγιον ευαγγέλιον,και ο απόστολος Παύλος, πυρακτωμένες γλώσσες διένειμε ο Θεός στους αποστόλους για να αρχίσουν την ιερουργία του μυστηρίου της σωτηρίας που συνεχίζει η Ορθόδοξος εκκλησία μας. 
Το πνεύμα το άγιον ήρθε εν είδη πυρήνων γλωσσών. Η χάρις του ονομάζεται γλωσσοπυσρόμωρφος και οι δωρεές και τα χαρίσματα που δίνονται, με την διανομή του πυρός και οι δωρεές και τα χαρίσματα, τα χαρίσματα του, του αγίου πνεύματος, δίνονται με την διανομή του πυρός με τις γλώσσες επάνω εις τας κεφαλάς των αγίων αποστόλων και οι απόστολοι κατά σειρά και κατά κανόνα και κατά εντολή του Χριστού, εις τους Επισκόπους, εις τους ιερείς, εις τους ποιμένας και δια του μυστηρίου,  εις τους χριστιανούς. Πυρ διαιρούμενο εις νομάς χαρισμάτων. 
Έτσι μέσα στην θεία λειτουργία όλα είναι πυρακτωμένα. Όλα με το άγιο πνεύμα έχουνε την φωτιά την πνευματική, την αγιαστική, που καυστηριάζει την αμαρτία και κάθε μικρόβιο, που χαλά την ψυχή, την ψυχική υγεία, του ανθρώπου. 
Πυρακτωμένη η ύπαρξις του ιερέως που τελεί την θεία λειτουργία. Όλα μέσα στην θεία λειτουργία γίνονται και ψάλλει η εκκλησία μας «πάντα χορηγεί το πνεύμα το άγιο». Βρύει… προφητείας τυχάζει…προφητείας , ιερέας τελεί, τους τελειώνει του αναδεικνύει του κάμνει αγίους αγράμματους σοφίας εδίδαξε τους αποστόλους και όσοι δέχονται το πνεύμα το άγιο άσχετα αν είναι αγράμματοι, γίνονται σοφοί κατά Θεόν. Αλιείς θεολόγους ανέδειξε. Όλως συγκροτεί τον θεσμό της εκκλησίας το άγιον πνεύμα. 
Όλα τα λεγόμενα και πραττόμενα στην θεία λειτουργία με τελετουργό το άγιο πνεύμα. Ο άνθρωπος με την θεία λειτουργία προσφέρει ανθρώπινα υλικά στοιχεία. Προσφέρει το ζυμωτό πρόσφορο, το θυμίαμα, το κρασί, το νερό, τις δεήσεις, τις ικεσίες. Προσφέρει τον εαυτόν του. Όλες αυτές οι προσφορές δεν είχαν αξία αν δεν υπήρχε η Θεϊκή αντιπροσφορά. Ο άνθρωπος προσφέρει ύλη. Ο Θεός αντιπρσφέρει πνεύμα. Γι’αυτό ο ιερεύς λέγει: «Ο προσδεξάμενος αυτά εις το άγιον και υπερουράνιον και νοερόν αυτού θυσιαστήριον, αντικαταπέψει μει την θείαν χάριν και την δωρεάν του αγίου πνεύματος δεηθώμεν» Αυτό λέγει ο ιερέυς εμπρός εις την θεία τράπεζα όταν έχει τα ιερά δώρα. 
Στην συνέχεια έρχεται η μεγάλη στιγμή, η στιγμή του θαύματος, όπου μεταβάλλεται το κρασί και το ψωμί, σε αίμα και σώμα Χριστού. «Μεταβαλλών το πνεύματι Σου το αγίω» λέγει ο ιερεύς γεμάτος δέος. Αν το πνεύμα το άγιο μετέβαλε τον άψυχο πρωτόπλαστο, τον άψυχο πρωτόπλαστο άνθρωπο, εις ψυχή ζώντων όπως θα έχετε υπ’όψην σας κατά την δημιουργία του ανθρώπου, όταν έπλασε ο Θεός το σώμα του ανθρώπου, λέγει η γραφή και ενφυσήσας εις τους νιπτήρας αυτού, έγινε ο άνθρωπος, το απλό σώμα, εις ψυχήν ζώσαν. 
Και έτσι η ψυχή του ανθρώπου έχει κάτι ξεχωριστό, ευγενικότερο από τους αγγέλους, γιατί οι άγγελοι έγιναν δια του λόγου, είπε ο Θεός και εγένετο, το δε σώμα και η ψυχή του ανθρώπου κατά ιδιαίτερη επιμέλεια του Θεού εγένετο. Αν το πνεύμα το άγιο μετέβαλε την μήτρα της παρθένου της Παναγίας μας, σε ναό της σαρκωμένης θεότητος, του Χριστού μας κατά λόγον του αγγέλου, πνεύμα άγιο επελεύσετε επι σε και δύναμις υψίστου επισκιάζεται. Το πνεύμα το άγιο μεταβάλλει και το κρασί και το ψωμί σε θεανθρώπινο σώμα και αίμα στο μυστήριο της θείας ευχαριστίας. Φοβερό το μυστήριο! Να αξιώνεται ο άνθρωπος ο θνητός, ο αμαρτωλός, ο εγκληματίας, ο βλάστημος, ο γεμάτος αμαρτίας, ο γεμάτος ασθένειες και πληγές και βρωμιές, αξιώνεται να κοινωνήσει σώμα και αίμα Χριστού δια της επελεύσεως του αγίου πνεύματος με το μέσο του ιερέως. 
Αν είχαμε μάτια πίστεως, μάτια αγίου Αντωνίου καθαρά και κατακάθαρα, θα βλέπαμε την ώρα εκείνη το πνεύμα το άγιο να κατεβαίνει και να πυρπολεί την αγία τράπεζα. Διαβάζοντας το γεροντικό, ότι υπήρχε ένας άγιος ιερομόναχος, σε ασκητήρι,  σε μοναστήρι τέλως πάντων, όταν έκαμνε την θεία λειτουργία, λόγω της αγιότητος του, λόγω της μεγάλης του καθαρότητος, λόγω της ασκητικής του ζωής, λόγω λόγω πολλών χαρίτων και χαρισμάτων, έβλεπε την ώρα που θα εκατέβενε το πνεύμα το άγιον να αγιάζει τα τίμια δώρα, έβλεπε έναν αετό να κατεβαίνει από τον ουρανό, επάνω στην αγία τράπεζα. Και αυτό ήτανε το σημείο και το τεκμήριο και η απόδειξις ότι όντως κατέβηκε το πνεύμα το άγιο εις τα τίμια δώρα. Κάποτε λειτουργούσε με ένα διάκονο. Ο δε διάκονος δεν πρόσεξε σε κάποια περίπτωση και με την σκέψη του αμάρτησε. Και όταν ο ιερεύς αυτός ο άγιος γονάτισε και επικαλέστη το πνεύμα το άγιο κατά την ευχή της θείας λειτουργίας δεν είδε τον αετό να κατεβαίνει. Και είπε μα γιατί. Βλέποντας τον εαυτό του είδε ότι δεν ετέλεσε κάτι, μα γιατί δεν κατεβαίνει; Προσεύχεται πάλι, γονατίζει ξανά κλαίει μετά δακρύων, το πνεύμα το άγιο δεν κατεβαίνει. Τότε φωτίστηκε και λέει στον διάκονο: παραμέρισε παιδί μου λίγο από την αγία τράπεζα. Γονατίζει προσεύχεται, να ο αετός και κατέβηκε. Και αυτό έδωσε την πληροφορία ότι η αμαρτία του διακόνου εμπόδιζε την επέλαση του αγίου πνεύματος και αυτό όχι γιατί δεν κατέβαινε, γιατί δεν μπορούσε να μην κατέβει, αλλά το έκαμε αυτό για να πληροφορηθεί ο άγιος την αμαρτία του διακόνου του, αλλά και για παράδειγμα το οποίο θα έμενε στα γραπτά για να ωφελήσει πολλούς ανθρώπους ιερωμένους. 
Επαναλαμβάνω εδώ. Με ποια μάτια βλέπουμε τα τελούμενα στην θεία λειτουργία. Χρειάζεται μάτια πίστεως. Δηλαδή να πιστεύουμε αυτό το οποίο τελεσιουργείται πάνω στην αγία τράπεζα. Να πιστεύουμε πράγματι ότι ο άρτος και ο οίνος με την χάρη του αγίου πνεύματος έγιναν σώμα και αίμα Χριστού και ότι μεταλαμβάνουμε σώμα και αίμα Χριστού και αγιαζόμεθα.
Ένας πατέρας κατά το ιερόν Ευαγγέλιο είχε ένα άρρωστο παιδί. Και όταν ο Χριστός μας κατέβηκε από το όρος όπου επήγε να προσευχηθεί και ήρθε πάλι ανάμεσα στον όχλο, στο λαό, να και ο πατέρας καταφθάνει και πέφτει στα γόνατα και παρακαλεί τον Χριστό μας και του λέει: Διδάσκαλε έχω ένα παιδί άρρωστο το πήγα στους μαθητές σου τους παρακάλεσα να μου το κάμουν καλά και δεν ηδυνήθισαν, δεν μπόρεσαν. Τώρα ήρθα σε σένα και ότι μπορείς κάνε στο παιδί μου. Καί ο Χριστός του λέει: Πιστεύεις ότι μπορώ εγώ να το κάμω καλά; Εκείνος προβληματίστηκε. Τί να απαντήσει. Έπρεπε να απαντήσει όμως τί πιστεύει. Πιστεύω Κύριε. Δούλεψε ο λογισμός. Μήπως δεν πιστεύω καλά και δυνατά και δεν θα γίνει το παιδί μου καλά; Και φωνάζει. Κύριε βοήθει μη τη απιστία μου. Δηλαδή ενίσχυσε την πίστη μου, την μικρή μου πίστη κάντη μεγάλη και την λίγη καντην πολλή να πιστέψω ώστε να γίνει το θαύμα στο παιδί μου. Και ο Χριστός του απαντά: Ως επίστευσας γένηθήτω. Όπως πιστεύεις να γίνει το θαύμα στο παιδί σου. Και επειδή πίστευε ο άνθρωπος ολόψυχα, το παιδί του κάτω στην πόλη έγινε καλά. 
Και ημείς αν πιστεύουμε ότι κοινωνούμε σώμα και αίμα Χριστού, σώμα και αίμα Χριστού θα πάρουμε εις ζωήν αιώνιο. Αν όμως μέσα μας δυσπιστούμε δεν πρόκειται να πάρουμε την χάρη την αγιαστική του αγίου πνεύματος του αγίου σώματος και αίματος του Χριστού. 
Δηλαδή η πίστις είναι αυτή που κάνει το θαύμα μέσα μας. Τι μεγάλη τιμή για τον ιερέα να κατεβάζει το πνεύμα το άγιο στο θυσιαστήριο κάνει έργο που ούτε οι άγγελοι μπορούν να το κάνουν. Αλλά στην εποχή μας ο ιερεύς χλευάζεται από τις μάζες των νεαρών όπως όλοι γνωρίζουμε μόλις εμφανιστεί σε δημόσιο χώρον. Κανένας αλήτης δεν αντιμετωπίζει την κοροϊδία και τις βρισιές δυστυχώς που γίνεται κατά πολύ στην αγαπητή μας πατρίδα που αντιμετωπίζει ένας λειτουργός του Θεού. Αυτό το γνωρίζουμε όλοι. Αλλά όταν χλευάζουν τον ανώνυμο κληρικό, στο πρόσωπο του χλευάζουν τον Θεό που εκπροσωπεί ο κληρικός. Αλλά γιατί ο ιερεύς να περιμένει καλύτερη συμπεριφορά από τον όχλο από εκείνη που έδειξε ο όχλος προς αυτόν τον κύριο της δόξης. Είναι αλήθεια αυτό. 
Ν’ χετε υπόψη σας ότι πολλές φορές πολλοί χριστιανοί εν τη αγνοία τους και δη νεαροί όταν βλέπουν πρωϊ-πρωϊ τον ιερέα ξέρετε κάνουν πολλές άσχημες χειρονομίες δήθεν ότι βλέποντας τον ιερέα η μέρα θα πάει κακώς. Και κάνουν μια χειρονομία να μην τους αγγίξει το κακό που θα συναντήσουν. Κάνοντας αυτό προς τον ιερέα και βλαστημώντας τον κληρικό του Θεού στον λειτουργό του Θεού, έρχεται ο διάβολος και τους κάνει κακό. Και το αποδίδουν γιατί είδαν τον ιερέα. Ενώ είναι διότι εχλεύασαν τον ιερέα του Θεού. 
Τί τιμή στον ιερέα αλλά και τι ευθύνη για τον ιερέα! Αυτό ανήκει σε μένα. Τα χέρια του θα αγγίξουν το ιερό θυσιαστήριο. Πρέπει να είναι πεντακάθαρα. Η γλώσσα του να μεταδώσει τον λόγο του αγίου πνεύματος. Πρέπει να είναι αγνή. Η ψυχή του θα υποδεχτεί το άγιο πνεύμα στην θεία λειτουργία. Πρέπει να είναι αμόλυντη. Σαν άγγελος πρέπει να ζεί ο ιερεύς. Κατά τον ιερό Χρυσόστομο. Αυτό είναι το αλίμονο σε μένα. Αγαπητοί μου Χριστιανοί. Είναι μεγάλο δώρο και μεγάλη ευκαιρία η θεία λειτουργία. Και δεν πρέπει να απουσιάζουμε. 
Γι’αυτό όταν έρχεται η Κυριακή μέρα, η μέρα της καταπαύσεως, ο σαββατισμός της Ορθοδόξου εκκλησίας, πρέπει κάθε χριστιανός συνειδητός ένας χριστιανός που ποθεί σωτηρία όχι μόνον τον εαυτόν του να πάρει στην εκκλησία αλλά να πάρει και τους οικείους. Δεν πρέπει να απουσιάζουν από την θεία λειτουργία κατά την Κυριακή και τις μεγάλες γιορτές, για να αγιαζόμεθα και συνεπώς να γινόμεθα καινούργιοι άνθρωποι στην ψυχή. Αλλά όχι μόνο στην ψυχή αλλά και στο σώμα. 
Διπλά ωφελείται ο άνθρωπος. Παίρνοντας το πνεύμα το άγιο, όχι μόνον η ψυχή μας θεραπεύεται, αλλά και σωματικά γινόμεθα καλά, αρκεί νά’χουμε πίστη. Είναι μεγάλο δώρο και μεγάλη ευκαιρία η θεία λειτουργία. Μας ξαναφέρνει στο υπερώο της Πεντηκοστής. Με την Πεντηκοστή, ανθρωπάκια με παθάκια, δηλαδή εμείς οι άνθρωποι με τα πάθη μας, έγιναν πλέοντες…πλέοντες. Και ποιοί είναι αυτοί; Οι απόστολοι. Ήσαν μικροί σαν άνθρωποι με πάθη και αδυναμίες αλλά έγιναν λιοντάρια. Έγιναν γίγαντες του πνεύματος. Πρόκειται για τους αποστόλους. Έτσι και εμείς μέσα στην θεία λειτουργία γινόμαστε κοινωνοί του αγίου πνεύματος. Όποιος κοινωνεί με προετοιμασία, με πίστη συχνά τα άχραντα μυστήρια, αυτός δεν είναι μόνος. Είναι ντυμένος την αλεξίσφαιρο στολή του αγίου πνεύματος. Υπάρχουν αστυνομικοί που φορούν αλεξίσφαιρο και όταν τους κτυπάν οι αντίπαλοι με σφαίρες δεν σκοτώνονται. Ούτω πως κι’ όταν ο δαίμονας με τα πάθη, με τις αδυναμίες μας κτυπάει, έχοντας το αλεξίσφαιρο, την θεία κοινωνία την χάρη του αγίου πνεύματος από την θεία λειτουργία, δεν σκοτωνόμεθα ψυχικά….
Μετά χαρά και λέγουν: «Ίδωμεν το φως το αληθινόν,ελάβομεν πνεύμα επουράνιον. Εύρομεν πίστην αληθήν, αδιαίρετον τριάδαν προσκυνούντες, αύτη γαρ ημάς έσωσεν». Αμήν γένοιτο εις πάντας ημάς αυτή η χάρη του αγίου πνεύματος, τω δε Θεώ δόξα ημοίς εις τους αιώνας των αιώνων. Αυτά. Δι’ευχών…
Ο απόστολος Παύλος, είναι το στόμα του Χριστού μας. Οι πεφωτισμένες επιστολές του είναι κατάφορτες από πνευματική ωφέλεια από πνευματικό φώς και χαράζουν τον πιο φωτεινό δρόμο της σωτηρίας. Μέσα στις επιστολές του γράφει και την εξής φράση: «Οι δε τέκνα και κληρονόμοι. Κληρονόμοι δε Θεού, συγκλιρονόμοι δε Χριστού» Προς Ρωμαίους. Τι λοιπόν να πρωτοθαυμάσει κανείς. Το τί είναι κληρονομία Θεού, την οποία κληρονομούμεν; Το πως γινόμεθα παιδιά του Θεού, εμείς τα απόπαιδα της αμαρτία; και πως γινόμεθα όλοι κληρονόμοι του Θεού; Επίσης οχι το πως να θαυμάσουμε αλλά να συλλάβουμε, ει δυνατόν με τον ασθενικό μας και περιορισμένο νού, το πως άλλος πλήρωσε τον φόρο της κληρονομίας, ο Χριστός μας πάνω στον σταυρό κατέβασε τον φόρο της κληρονομίας, για να γίνουμε εμείς όχι κάτοχοι, αλλά μέτοχοι της αιωνίου ζωής. Μπορούμε να συλλάβουμε το νόημα, το τί είναι κληρονομία, συγκληρονομία μετά του Χριστού του Θεού; Γνωρίζουμε το τί κληρονομούμεν; Αυτό είναι το μεγάλο δίλημα εις την σύλληψην του νοήματος. Και πόσοι είναι οι κληρονόμοι του Θεού; Όσα είναι τα παιδιά του Θεού. Και πόσα είναι τα παιδιά του Θεού; Όσοι και οι άνθρωποι. Όλοι είναι, ή μάλλον όλοι μπορούν να γίνουν παιδιά του Θεού. Αν ο πατέρας σερβίρει στο τραπέζι μερίδα για όλα τα παιδιά του, φταίει ο πατέρας εάν ορισμένα παιδιά του δεν έχουν όρεξη και περιφρονούν την μερίδα τους; Ο Θεός πατέρας για όλους έστρωσε τραπέζι της σωτηρίας. Ο υιός του ήλθε για όλους. 
Αν τώρα πολλοί περιφρονούν το τραπέζι της αγάπης του Θεού, ασφαλώς δεν φταίει ο Θεός. Φταίνε οι καταφρονητές. Όσοι πιστοί, οι λίγοι πιστοί, ευχαριστούν μαζί με τον απόστολο Παύλο τον Θεό, διότι έχουν μερίδα στον κλήρο των αγίων. Και ποιοί είναι αυτοί που έχουν μερίδα και κλήρο εις την κληρονομίαν του Θεού μετά του αποστόλου Παύλου; Εκείνοι που τηρούν, όχι μόνο το Ευαγγέλιο, αλλά και τις παραγγελίες αυτού του μεγάλου αποστόλου. Ο Θεός έστειλε στην γη τον μονογενή του ιυό. Τον κύριο ημών Ιησού Χριστό. Για να μας κάνει κληρονόμους της βασιλείας του. Δεν ήταν εύκολο αυτό το πράγμα. Αυτό το κατόρθωμα, αυτό το μεγάλο και ασύλληπτο κατέβασμα, του υιού του Θεού από τους ουρανούς στην γη. Όχι βέβαια σαν άνθρωπος ότι ήταν στην γη. Σαν Θεός ήτανε και στον ουρανό και στην γή. Και εν θρόνο και εν πόλω. Ο Θεός έστειλε στην γη τον μονογενή του υιό, τον κύριο ημών Ιησού Χριστό, για να μας κάνει κληρονόμους της βασιλείας του. Έστειλε τον υιό του στην γη για να μαζέψει στον ουρανό, τον άσωτο υιό του, το αλητόπαιδο της αμαρτίας, εμένα και σένα. Κάποτε στην Παλαιά Διαθήκη, ζήτησε ο Θεός από τον Αβραάμ, να υπογράψει την πίστη του, με το αίμα του μονάκριβου παιδιού του του Ισαάκ.Κι ήταν έτοιμος να το κάνει. Αλλά την τελευταία στιγμή δεν τον άφησε ο Θεός. Τον σταμάτησε. Γιατί τον σταμάτησε; Διότι είδε στην πράξη την πίστη του. Το χέρι Του κράτησε το μαχαίρι και αυτό που ζήτησε από τον Αβραάμ και δεν τον άφησε να το κάνει, το έκανε ο ίδιος στο δικό του παιδί. Στο μονάκριβο παιδί Του. Τον Ιησού Χριστό. Το θυσίασε πάνω στον σταυρό. Για να σφραγίζει τη επαγγελία, την αξιοπιστία του, την Διαθήκη Του. Μπορούμε να συλλάβουμε το μεγαλείο αυτό της αγάπης του Θεού σε μάς; Εάν δούμε το πως εμείς συμπεριφερόμεθα στον Θεό, απέναντι σ’αυτήν την άπειρη αγάπη Του, πρέπει να μας καταλάβει κατεσχύνη και ντροπή.
Ο Θεός πατέρας θυσίασε τον μονογενή Του υιό, πάνω στον σταυρό και ημοίς οι οποίοι απολαύσαμε αυτήν την θυσία και κερδίσαμε την συγκληρονομία μετά του υιού Του, φθάνουμε στο, φθάνουμε στο σημείο, να βλαστημούμε τον υιό του Θεού. Αυτόν που θυσιάστηκε επάνω στον σταυρό. 
Εάν θα ρίξουμε μία ματιά – ας αφήσουμε του απίστους στους Ορθοδόξους θα έρθω – εάν ρίξουμε μία ματιά, μια έρευνα, μια εξακρίβωση και θα δούμε ότι εις του δέκα άνδρες Ορθοδόξους Χριστιανούς, οι εννέα βλαστημούν το όνομα του Θεού. Είναι το μεγαλύτερο έγκλημα που μπορεί να διαπράξει ο Ορθόδοξος Χριστιανός. Όταν το διαπράττει αυτό, απλώς νομίζει ότι κάνει μια κακή πράξη. Λέει ότι δεν το θέλω να το κάνω. Ξέρω ότι είναι κακό, μα το κάνω από συνήθεια, μα δεν το κάνω σοβαρά, δεν θέλω να βλαστημήσω. Ναί, αλλά, εσένα άνθρωπε αν σε βλαστημήσει μια φορά το παιδί σου, αμέσως θα σηκώσεις το χέρι σου να το κτυπήσεις, να διαμαρτυρηθείς και θα πείς χίλια δυο πράγματα. Εσύ βλασφημείς ολόκληρα χρόνια τον Θεό, τον Χριστό μας, την Παναγία και ο Χριστός δεν κατέβασε το χέρι Του να σε τιμωρήσει. Όταν όμως αποφασίσει και το κατεβάσει, δεν θα γυρίσει πίσω άδειο. Θα κτυπήσει σοβαρά προς δυμμόρφωση, όχι για εκδίκηση. Ο Θεός δεν εκδικείται, αλλά μόνο και μόνο από αγάπη για να συνέλθεις να το σταματήσεις αυτό το έγκλημα, διότι εάν σε’βρει ο θάνατος δίκαια και αληθινά από το κρεβάτι θα οδηγηθείς στην κόλαση.
 Άνθρωπε, όταν έχεις ένα σπυράκι και σε πονάει και λές σπυράκι είναι, με πονάει λίγο δεν είναι τίποτε. Δεν παίρνεις σοβαρή θέση στην θεραπεία του. Όταν όμως περάσεις από τις ακτίνες και σου πεί ο γιατρός ότι είναι καρκίνος, αμέσως θα λάβεις όλα τα μέτρα να ξεκινήσεις θεραπεία και σωτηρία. Όταν σου πεί ο πνευματικός ότι δεν είναι απλή ύβρις το όνομα του Θεού και της Παναγίας, αλλά είναι έγκλημα Θείο, τότε πρέπει να αναλάβεις τον αγώνα το να σταματήσεις αυτό το έγκλημα. Και ερχόμεθα πάλι στην αγάπη του Θεού και στην ανάλυση της συκληρονομία μετά του Χριστού μας. Τί άλλο θέλουμε για να πιστέψουμε στην αγάπη Του Θεού; Μας κάνει κληρονόμους. Το σχετικό συμβόλαιο υπογράφει με το αίμα του υιού Του. Ο αρραβών της κληρονομίας ημών. Τί προσφέρουμε εμείς για την Διαθήκη αυτή; Την πίστη μας, που και αυτή δεν είναι δική μας. Είναι δωρεάν του Θεού. Ε τότε, γιατί δεν γίνονται όλοι κληρονόμοι του Θεού; Διότι δεν θέλουν. Δηλαδή ποιός θέλει; Εκείνος που έχει τις προϋποθέσεις για να γίνει κληρονόμος. Η επίγνωσις του Χριστού είναι προυπόθεσις. Να εξετάζουμε, να ξέρουμε τι είναι ο Χριστός. Τί ζητεί ο Χριστός από μας. Μας ζητεί να αγαπούμε του αδελφούς μας. Να τους αγαπώμεν μέχρι θυσίας. Με ταπείνωση και να μήν κατακρίνωμεν ο ένας τον άλλο. Πότε δύο αδελφοί λέγονται αδελφοί. Όταν έχουν το ίδιο αίμα. Μέσα στις φλέβες τρέχει αίμα αδελφικό. Κάτι τέτοιο και απείρως σπουδαιότερο έκανε ο Ιησούς Χριστός. 
Άνοιξε τις φλέβες του και μετάγγισε το αίμα του σε μας. Και το αίμα αυτό υπάρχει πάντοτε κατά μετάγγιση μέσα στην εκκλησία, την Ορθόδοξη εκκλησία. Αδελφοί μου, την ειδοποίηση αυτή ακούμε σε κάθε θεία λειτουργία. «ποίετε εξ’αυτού πάντες, τούτο εστί το αίμα μου το της Καινής Διαθήκης, το υπερ ημών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν την αιώνιο». Ελάτε όλοι όσοι πάσχετε από μεσογειακή αναιμία που λέγεται αμαρτία από την αμαρτία που μεταδίδει στο αίμα μας στο είναι μας στο μικρόβιο του θανάτου. Βεβαίως. Η αμαρτία γεννά τα μικρόβια όχι μόνο τα ψυχικά τα οποία μετδίδουν ψυχική αρρώστια, αλλά και σωματικά. Η αμαρτία δημιουργεί ασθένειες οι οποίες επιφέρουν βέβαιο θάναντο. Ελάτε και δεχθείτε την μετάνοια. Είναι το αίμα του Χριστού που μεταγγίζεται το πεντακάθαρο. Αυτό σας κάνει αδελφούς του Ιησού Χριστού.  Αυτό σας χαρίζει την αιώνιο ζωή και δόξα. Σας κάνει κληρονόμους μεν Θεού, συγκληρονόμους δε Χριστού. Να γιατί μετά την θεία κοινωνία γινόμεθα αδελφοί του Χριστού και κληρονόμοι του. Γιατί το αίμα του Χριστού παίρνοντας το με την θεία κοινωνία γινόμεθα αδελφοί του Χριστού και επομένως συγκληρονόμοι του Θεού πατέρα. 
Να γιατί μέσα στην εκκλησία την Ορθόδοξη νοιώθομε ως μέλη του Χριστού. Όταν έρθει η χάρις του Θεού, η χάρις του αγίου πνεύματος και ιδιαίτερα στην θεία λειτουργία, ίσως να το έχετε γνωρίσει εν πράξη, όταν έρχεται η ευλογημένη χάρις του Θεού, νοιώθουμε να αγαπάμε όλους τους ανθρώπους και σε κατάσταση εί δυνατόν να αγκαλιάζουμε όλους τους ανθρώπους και να τους δώσουμε αυτό που εμείς νοιώθουμε μέσα μας. Αυτό φανερώνει και χαρακτηρίζει την αδελφοσύνη η οποία γεννάται μέσα στην εκκλησία και ιδιαίτερα μετά την θεία κοινωνία. Ο Χριστός μας είναι η κεφαλή. Η εκκλησία εμείς όλοι. Όλοι εμείς ήμεθα το σώμα του Χριστού. Αφού αναστήθηκε η κεφαλή, θα αναστηθούμε και τα μέλη, όλοι εμείς. Γι’αυτό ο απόστολος Παύλος δεν ονομάζει τον Χριστό μας μόνο πρωτότοκο υιόν του Θεού, τον ονομάζει και πρωτότοκο εκ των νεκρών. Δόξα ο Χριστός, δοξασμένοι και εμείς. Κληρονόμος εκείνος κληρονόμοι και εμείς.
 Ο Χριστός μας στην λίστα της αγάπης του μας έχει βάλει στην πρώτη θέση, βαθιά μες την καρδιά του. Γι’αυτό μας ανέχεται και μακροθυμοί στα τόσα που του κάνουμε. Εμείς οι πιστοί στην λίστα της αγάπης μας, έχουμε τον Ιησούν Χριστό μας πρώτο; Ίνα γένοιτε εν πολλοίς πρωτεύων; Πρώτος στην καρδιά μας που σημαίνει το κέντρο της αγάπης μας. Ο πρώτος έρωτας μας να είναι ο Χριστός. Πρώτος στο σπίτι μας, που σημαίνει στο σαλόνι του σπιτιού μας να δεσπόζει η εικόνα του Χριστού. Τη ζωή του σπιτιού μας να την κυβερνάει ο Χριστός. Εάν το τιμόνι της οικογένειας το δώσουμε στον μεγάλο κυβερνήτη τον Χριστό μας, το σπίτι το καράβι του σπιτιού μας θα πάει ίσια. Και στις φουρτούνες που συναντάει το καράβι και η οικογένεια στην ζωή, θα τύχει καλής οδηγήσεως με αποτέλεσμα να φτάσει στο λιμάνι της σωτηρίας. Συνεχίζω. Πρώτος στην εκλογή μας, που σημαίνει ψηφίζουμε για αρχηγό μας τον Χριστό μας. Πρώτος στην σκέψη μας που σημαίνει να σκεφτόμεθα να κάνουμε ότι θέλει ο Χριστός. Εάν σε κάθε πράξη μας σκεφτόμεθα, αυτό που θα κάνω, αυτό που θα πω, αυτή την πράξη που θα εκτελέσω, την θέλει ο Χριστός, τότε να την κάνω. Όταν όμως η συνείδηση μου πεί ότι αυτή η πράξη δεν του αρέσει του Χριστού, δεν πρέπει να την κάνω. Κι όμως εγώ την κάνω. Πρώτος ο Χριστός μας στον προυπολογισμό μας, που σημαίνει το μεγαλύτερο κονδύλιο στην ελεημοσύνη, στα έργα του Χριστού. Πρώτος παντού. Και γιατί να μην είναι πρώτος; Το αξίζει. Όχι μόνο γιατί είναι Θεός μας, αλλά και για το ότι μας κάνει κληρονόμους του. Πως το γνωρίζουμε ; Μας δίνει στην ζωή αυτή την προκαταβολή της κληρονομίας. Και ποιά είναι η προκαταβολή της κληρονομίας; Η άφεσις των αμαρτιών μας, η απολύτρωση. Η τελεία απαλλαγή από την κόλαση και η είσοδος εις την βασιλεία των ουρανών. Ήδη μας έχει κάνει την σπουδαία μετάθεση. Μας πήρε από το σκοτάδι και μας μετέθεσε στο φως. Αυτός που μας λυτρώνει από την αμαρτία μας σώζει και από τον θάνατο και μας κάνει κληρονόμους της αιωνίας ζωής και βασιλείας. Μας λυτρώνει από τον θάνατο, τον ψυχικό θάνατο, που σημαίνει τελεία αλλωτρίωσις από του Θεού. Αιώνιος χωρισμός από του Θεού. Τελεία αποξένωσις με ότι έχει σχέση με τον Θεό. Αυτό λέγεται ψυχικός θάνατος. Εμείς οι άνθρωποι δεν έχουμε συλλάβει και πρώτος εγώ, δεν έχουμε συλλάβει το νόημα, τί θα πεί ψυχικός θάνατος και σε πόσο καιρό μπορεί να μας συμβεί. Όπως είπαμε ο ψυχικός θάνατος είναι ο χωρισμός, ο αιώνιος από τον Θεό και μπορεί να συμβεί μέσα στις στιγμές του χρόνου, να μας έβρει ο θάνατος ο σωματικός, ανεξομολόγητους και αδιόθρωτους. Παρ’ ότι είμεθα αδιόρθωτοι ον πρώτος είμαι εγώ και πιστεύουμε ότι ο θάνατος μπορεί να μας έρθει μετά από στιγμές, παρά ταύτα το σκοτάδι της άγνοιας, δεν θα πω άγνοια, αλλά μάλλον από αδιαφορία και από το ότι δεν έχουμε συλλάβει σοβαρά το θέμα της σωτηρίας, μας κάνει να βρισκόμεθα ανά πάσα στιγμή, στην επικίνδυνο θέση να χάσουμε την ψυχή μας συγχρόνως. 
Μεταθέτουμε την εξομολόγηση, την διόρθωση, του καλού έργου για αργότερα. Και λέει η γραφή ότι : Κάτι που έχεις να κάνεις αύριο, μην το αφήσεις για την αύριο. Δεν ξέρεις αν θα την συναντήσεις την αύριο για να κάνεις αυτό το έργο. Σήμερα κάντο το καλό έργο. Αυτή την στιγμή εί δυνατόν. Και έχοντας αυτό το σοβαρότατον πρόβλημα ο καθένας μας, το θέμα της σωτηρίας, πρέπει να το κρατήσουμε με όλη την δύναμη του πιστεύω μας και να φροντίζουμε ανά πάσα στιγμή να είμεθα έτοιμοι. Να εξομολογούμεθα, η οποία εξομολόγηση είναι λουτρό, είναι αυτό που μας δίνει την δυνατότητα, μας δίνει το κλειδί με το οποίο ανοίγουμε την πόρτα της βασιλείας των ουρανών. Χωρίς αυτό το κλειδί δεν ανοίγει η πόρτα. Όσα καλά έργα κι αν κάνουμε, όσες θείες κοινωνίες και αν πάρουμε, εάν δεν θα οδηγηθεί το κλειδί αυτό να ανοίξει την θύρα της μετάνοιας της επιστροφής, σωτηρία δεν τυχάνουμε, δεν παίρνουμε. Γι’αυτό ακριβώς και ο Χριστός μας εις το άγιον Ευαγγέλιο μας φωνάζει, μας κράζει και μας λέγει «γρηγορείτε, ουκ είδατε την ημέρα, ουδέ την ώρα εν ή ο υιός του ανθρώπου έρχετε να σου κτυπήσει την θύρα της ζωής. 
Να ευχηθώ με όλη μου την καρδιά, να μας χαρίσει ο καλός Χριστός μας, ο μεγάλος μας αδελφός, ο συκληρονόμος της βασιλείας του Θεού και πατρός, να μας δώσει αυτή την αγιασμένη συναίσθηση, να καταλάβουμε το πόσο πρέπει να ετοιμαστούμε και να μας καταστήσει ετοίμους και μας πάρει σε μια στιγμή μετάνοιας και σωτηρίας. Αμήν.
ΠΑΤΕΡ ΕΦΡΑΙΜ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΦΙΛΟΘΕΟΥ

ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΠΑΘΕΙΑ

ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΠΑΘΕΙΑ



ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΠΑΛΑΜΑ
 
Η εισήγηση αυτή έχει αντικείμενο ένα σπουδαίο για τη ζωή των Χριστιανών θέμα, το θέμα που άφορα τα πάθη και την απάθεια, που ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς διεξοδικά αναφέρεται σ’ όλους σχεδόν τους λόγους και τις ομιλίες του.

Ευθύς εξ αρχής πρέπει να αναφέρω ότι ή πλούσια αποστολικό πατερική του πείρα δεν αφήνει περιθώρια να θεωρήσουμε ότι ή διδασκαλία του για τα πάθη του ανθρώπου και την απεγκλωβίσει απ’ αυτά είναι προϊόν κάποιας ψυχολογικής γνώσεως ή καρπός στοχαστικών και φανταστικών επινοήσεων, αλλά μιάς βαθιάς Αγιοπνευματικής εσωτερικής εμπειρίας που αποκτήθηκε από την πολυχρόνια ασκητική βίωση και μοναχική παράδοση κυρίως στο Άγιο Όρος. Έτσι είναι έξω από την ηθικιστική εκείνη θεώρηση της πνευματικής ζωής που προσπάθησαν στην εποχή του, αλλά και μεταγενέστερα μερικοί να παρουσιάσουν στο χώρο της Ορθοδοξίας. Από τις προσωπικές του μάχες κατά των παθών και των δαιμόνων που τα υποκινούν, αλλά και από την παρουσία του Αγίου Πνεύματος στην καθαρή του ψυχή, μάς παρέδωσε την μαρτυρική πληροφορία ότι “μαρτυρίου στέφανον λήψεται ό τα πάθη δι’ αρετής τροπωσάμενος”.

Μέσα από τα κείμενα του λοιπόν θα παρακολουθήσουμε την φθοροποιό και θανατηφόρο ενέργεια των παθών που δι’ αυτών “τυπουται σκότος νοερόν” στην ψυχή, την απομακρύνει από τη ζωή, που είναι το θείο φως της, και τής επιφέρει τον θάνατο της, που είναι και ο πραγματικός θάνατος, που τον ονομάζει ό άγιος “σκότος πονηρόν” και προκαλεί λύπη αφόρητη.

Επίσης στα κείμενα του διδάσκει πώς να υπερβαίνει κανείς τα πάθη και τα θανατηφόρα αποτελέσματα τους και πώς να αποκτά με την συνεχή στροφή του λογισμού γύρω από τα θεία τις αρετές και εν συνεχεία πώς ή ενάρετη ψυχή παραλαμβάνεται από τη Χάρη του Αγίου πνεύματος και οδηγείται στα απόρρητα εκείνα αγαθά “α οφθαλμός εμπαθούς και αμελούς ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν άνθρωπου τοιούτου ουκ ανέβει”.

Για να ανάλυση κανείς την διδασκαλία του Αγίου για το θέμα αυτό διεξοδικότερα θα έπρεπε να γράψει ολόκληρη διατριβή. Τόσο πλούσιο υλικό βγαίνει μέσα από τα κείμενα του. Θα προσπαθήσουμε ωστόσο, στο λίγο χρόνο που διατίθεται, να παρουσιάσουμε τα κεντρικότερα σημεία τής πνευματικής του εμπειρίας ώστε να κατανοήσουμε κατά το δυνατόν τον τρόπο με τον όποιο διαδίδονται τα πάθη στον άνθρωπο και τις βασικές προϋποθέσεις που χρειάζεται κανείς να φθάσει στη μακαριά απάθεια.

1. Πάθη

α) Προσδιορισμός και εμφάνιση παθών
Ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς ακολουθώντας την συμφωνία της παραδόσεως των Πατέρων ότι τα πάθη δεν είναι μέρος τής ανθρώπινης φύσεως και δεν αποτελούν απ’ αρχής φυσικά στοιχεία της, αναφέρει ότι είναι κινήσεις και πράξεις ξένες προς την κατά φύσιν ζωή του άνθρωπου. “Διεστραμμέναι δε”, λέγει, “οδοί πάντως και σκολιαί, το μίσος, το ψευδός, ό δόλος, ό φθόνος, ή πλεονεξία, ή υπερηφάνεια και τα παραπλήσια τούτοις”, τα οποία όχι μόνο πραττόμενα, αλλά και “‘αγαπώμενα” και “μελετώμενα κατά νουν” αξιώνουν τον άνθρωπο “της θείας αποστροφής”. Οι αιτίες δε που τα δημιουργούν, αναφέρει στον υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων λόγο του, είναι ή “αμετρία” και ή “παράχρηση”. Π.χ. των πονηρών παθών που σχετίζονται με τη γεύση δεν είναι ή τροφή αίτια, “αλλά η αμετρία ταύτης ό εστίν ή τρυφή”. Δηλαδή ή γαστριμαργία, η λαιμαργία, η πολυποσία, η μέθη. Όταν ό άνθρωπος αρνείται την κατά φύσιν ζωή και την φυσική αναφορά του και σχέση του με τον Θεό και δια των αισθήσεων του εκπίπτει στην εμπαθή προσκόλληση του κόσμου, κάνει “παράχρηση των δυνάμεων της ψυχής του” απ’ όπου αναπόφευκτα φύονται τα μυσαρά και βδελυκτά πάθη.

Επομένως ή “αμετρία” και ή “παράχρηση” έχουν αρχή πρώτον στην απάτη του πονηρού και δεύτερον στη σύμπραξη τής βουλήσεως του άνθρωπου μ’ αυτόν. Αυτή λοιπόν ή απατηλή και φθονερή ενέργεια του διαβόλου και ή εκούσια άγνοια του Θεού δημιουργούν την υπερβολική προσήλωση στον αισθητό κόσμο που εν συνεχεία γεννά την εμπαθή αγάπη σ’ αυτόν και γεμίζει τη ζωή του πεπτωκότος άνθρωπου από εμπαθείς ενέργειες δημιουργώντας το νόμο τής αμαρτίας, τον όποιο ό Απόστολος ονομάζει “φρόνημα της σαρκός”.

Την αρχή της εμφανίσεως των παθών ό άγιος Γρηγόριος την ανάγει στο γεγονός της πτώσεως, όπως άλλωστε και όλοι οι υπόλοιποι πατέρες τής Εκκλησίας .Ή απάτη των πρωτοπλάστων ήταν αυτή που αναφέρει ό άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: ήθελαν “προ Θεού, δίχα Θεού και ου κατά Θεόν” να γευθούν τον καρπό τής ζωής, δηλαδή τη θέωση, αδιαφορώντας για την εντολή που τούς έδωσε ό Θεός. Η εσφαλμένη αυτή κατεύθυνση τής ψυχής τους επέφερε πολλά και θλιβερά αποτελέσματα σε όλο τον ψυχοσωματικό εαυτό τους, αλλά και σε όλους τούς απογόνους τους. Δημιούργησε την διαστροφή και τη σύγχυση των δυνάμεων τής ψυχής και γέννησε τις παρά φύσιν και πονηρές επιθυμίες του σώματος. Επήλθε ή σύζευξη του σωματικού και κοσμικού φρονήματος και “μυριοπαθείς ημάς ποιήσασα, πολυτρόπως δίιστησι του απαθούς”. Αυτός λοιπόν ό κόσμος έκτοτε “εν τω πονηρω κείται”, “δια της ημετέρας παραχρήσεως και σφαλεράς διοικήσεως”. Αυτός ό κόσμος “ου κοσμοκράτωρ εστίν ό σατανάς”, αυτός ό κόσμος που αποτελείται από πολυάριθμο “όχλο παθών”, ό οποίος “κτίζεται εκ της φιλαμαρτήμονος ημών γνώμης συνεργεία του πονηρού”, είναι ό απατηλός κόσμος, που προξενεί την οδύνη στη φύση μας και συσσωρεύει μύριες δυσχέρειες κατά καιρούς, στην εσωτερική και εξωτερική ζωή του ανθρώπου.

Ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς ακολουθώντας τη διαίρεση της ψυχής του Πλάτωνα διακρίνει σ’ αυτή τρεις δυνάμεις: το λογιστικό, το θυμικό και το επιθυμητικό. Νοσεί ό άνθρωπος και στα τρία αυτά λέγει. Ή αρχή της νόσου προέρχεται από το επιθυμητικό, ανεβαίνει στο θυμικό και καταλήγει στο λογιστικό, όπου δια του εθισμού παγιώνεται και συντηρείται η νόσος. Οι επιθυμίες που δόθηκαν από τον Θεό να ζουν οι άνθρωποι δεν είναι ασφαλώς υπαίτιες. Γι αυτό είναι σύμφυτες με εμάς εξ απαλών ονύχων. Ή φιλαργυρία όμως που φυτρώνει λίγο αργότερα φαίνεται ότι είναι ή αρχή όλων των κακών όχι από τη φύση αλλά από την προαίρεση. Ό Απόστολος Παύλος δε, την ονομάζει ρίζα όλων των κακών. Δημιουργεί δε μετατόπιση της λατρευτικής αναφοράς του ανθρώπου από τον Θεό στα ποιήματα του Θεού οπότε ό Απόστολος “δεύτερον ειδωλολατρίαν προσηγόρευσε”.

Τα πάθη που γεννώνται από την “φιλουλίαν” δεν έχουν καμιά δυνατότητα “προς αγαθοεργίαν”. Ή αδυναμία προσκτήσεώς τους ξεσηκώνουν το θυμικό και προκαλούν την οργή και το θυμό, οπότε θηριοποιούν τον άνθρωπο, ή δε συγκέντρωση υλικών αγαθών τον καθιστά άφρονα, επειδή δεν μπορούν να τον βοηθήσουν σε τίποτε ούτε να του εξασφαλίσουν τη ζωή. Του επιτείνουν την επιθυμία προς πλουτισμό προφασιζόμενος συνεχώς την “πτωχείαν” και παραχώνουν σε χρυσωμένο χώμα, πριν από το φυσικό θάνατο, τον νουν του ζωντανού ανθρώπου, όπου του αλλάξουν τα φρονήματα και τον καθιστούν αντί για φιλόθεον και φιλάνθρωπον, φίλαυτον. Και στο πρώτο ανθρώπινο ζεύγος, λέγει ό άγιος, το πρώτο όργανο που άνοιξε τη θύρα των παθών στην ανθρώπινη υπόσταση είναι το επιθυμητικό της ψυχής.

Μετά λοιπόν την φιλοϋλία που είναι το πρώτο γέννημα της πονηράς επιθυμίας εμφανίζεται και το δεύτερον. Αυτό είναι ή φιλοδοξία. Τη χωρίζει σε δυο κατηγορίες: την πρώτη, την κοσμική κενοδοξία, που προσβλέπει “εις καλλωπισμούς σωμάτων και πολυτελείας ενδυμάτων”, και τη δεύτερη, τη θρησκευτική κενοδοξία, που επιτίθεται σ’ αυτούς που διακρίνονται στην αρετή. Δι’ αυτής συνεπάγεται “οιησίς τε και υπόκρισις δι’ ων συλήσαι και διασκεδάσαι τον πνευματικόν πλούτον ό εχθρός μηχανάται”.

Υπάρχει και τρίτο γέννημα της “κακώς εχούσης επιθυμίας” που είναι ή γαστριμαργία απ’ την οποία προέρχεται η σαρκική ακαθαρσία.

Οι προεκτάσεις λοιπόν της νοσηρότητας του επιθυμητικού τής ψυχής επιδρούν στο θυμικό και εν συνεχεία στο λογιστικό και επειδή ή ψυχή είναι ενιαία στη διαδικασία της θεραπείας πρέπει όλα να τύχουν θεραπευτικής αγωγής, αρχής γεννώμενης από του επιθυμητικού.

Ή κατ’ ενέργεια διάπραξη των πολυειδών παθών και ή εξωτερίκευση αυτών στηρίζεται στη νοσηρότητα του τρίμερους της ψυχής, οπότε μετά την ένσαρκη παρουσία του Χριστού και τη θεραπεία του όλου άνθρωπου μπορεί ό άνθρωπος να κρατήσει σε ισόρροπη θέση τις τρεις λειτουργίες της ψυχής προσφέροντας την εγκράτεια στο επιθυμητικό, την αγάπη στο θυμικό και τη διαρκή στροφή προς τον Θεό στο λογιστικό. Έτσι θα δειχθεί περίτρανα ή πείρα και διδασκαλία των Πατέρων ότι ή παρουσία των παθών σ’ ολόκληρη την ψυχή ή στις επιμέρους λειτουργίες της είναι μια συνάντηση με κάποιον ξένο που έρχεται προς αυτή προς αλλοτρίωση και κατεξουσιασμό της και δεν έχει καμιά σχέση ή δημιουργική ενέργεια του Θεού στην παραγωγή τους.

Β’ ΕΙΔΗ ΠΑΘΩΝ
Τα πάθη κατά την διδασκαλία του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά αν και είναι ποικίλα και πολύμορφα ωστόσο έχουν μεταξύ τους μια αλληλουχία. Εξαρτώνται και συνδέονται και μεταβιβάζουν την ενεργητικότητα τους γεννώντας άλλα. Επί παραδείγματι το πάθος της κενοδοξίας γεννά το φθόνο και πολλές φορές καταλήγει και στο φόνο. Από τον εγωισμό γεννιέται ή οίηση, ή υπερηφάνεια και ή υποκρισία, ακόμη και ή φιληδονία.

Στα έργα του Αγίου ή πρώτη διάκριση γίνεται με βάση την προέλευση των παθών. Έχουμε λοιπόν πάθη που προέρχονται από τα “σωματικά αισθητήρια” που γεννούν όπως είδαμε “την φιλοκτημοσύνην και φιλαργυρίαν”. Οι σωματικές αισθήσεις υποκινούνται από “άλλην περιεκτικωτάτην αίσθησιν ένδοθεν, την φαντασία”, όπου γεννώνται άλλες ηδονές και πάθη, όπως ή φυσίωσι και ή αλαζονεία. Υπάρχουν δε και μικτά πάθη που είναι γεννήματα από την αίσθηση και τη φαντασία, όπως είναι ή ανθρωπαρέσκεια, ή κενοδοξία και ή υπερηφάνεια.

Από όλες τις σωματικές αισθήσεις στέκεται ό άγιος στη γεύση.
Αυτή, όταν δεν περιορίζεται στην κάλυψη της αναγκαίας για το σώμα τροφής, καταλήγει, όπως είδαμε, στην γαστριμαργία ή πολυποσία. Από τη γαστριμαργία σαν από βορβορώδη δεξαμενή αναδίδονται βδελυροί κρουνοί που αρδεύουν με πλούσιο υλικό τα σαρκικά και υπογάστρια πάθη, όπως είναι ή πορνεία, ή μοιχεία, ή ακολασία, ή ασέλγεια και “πάσα ή της σαρκός ακαθαρσία”. Αυτά αφού υποδουλώσουν και την ακοή και την δράση και την όσφρηση, καθιστούν ποθεινά τα μυσαρά πράγματα, τα αισχρά λόγια, τα πορνικά άσματα, τα σατανικά χορεύματα, τα μυραλείματα, που υποβοηθούν τις αισχρότητες, τα βδελυρά φτιασιδώματα, τους στολισμούς δια πολυτελών ενδυμάτων και αναδημάτων. Έτσι χάνει τη σοφία ο νους που χορηγεί το άγιο Πνεύμα και κυριεύεται από άνοια. Εγκαταλείπει τον Θεό και γίνεται πλέον κτηνώδης ή δαιμονιώδης. “Νους γαρ αποστάς από του Θεού ή κτηνώδης γίνεται ή δαιμονιώδης. Ταις σαρκικαις έπιθυμίαις έκδοτον εαυτόν ποιεί και μέτρον ηδονής ου γινώσκει”.

Τα πάθη της φαντασίας είναι εκείνα που υποδαυλίζονται από το διάβολο. Τις περισσότερες φορές δεν υποκινούνται από εξωτερικά ερεθίσματα, αλλά κατ’ ευθείαν ο διάβολος ενεργεί δια των οκτώ γνωστών πειρασμών στο χώρο της φαντασίας, χωρίς πολλές φορές να τα συνειδητοποιεί.

Σε μια άλλη κατηγορία ο άγιος εντάσσει τα λεγόμενα ελάχιστα και ασήμαντα πάθη που οδηγούν όμως σε άλλα σοβαρότερα. Π.χ. η ευτραπελία, ή μωρολογία, ή βωμολοχία είναι δυνατόν όχι μόνο να οδηγήσουν την ψυχή σε πιο σοβαρά ολισθήματα, επειδή είναι «υπέκαυμα και προτροπή προς πορνεία», αλλά και τα ίδια, όπως και τα μεγάλα, εμποδίζουν την πνευματική ανάπτυξη της ψυχής και την πορεία της προς την τεθλιμμένη οδό της σωτηρίας.
γ) Συνέπειες των παθών.
Μια οδυνηρή συνέπεια των παθών, που παρατηρείται στη ζωή του ανθρώπου, είναι ή στέρηση της κοινωνίας του με τον Θεό. Ή παράβαση της εντολής του Θεού που διέπραξε τον παλαιό καιρό έγινε πρόξενος παντός θανάτου, της ψυχής και του σώματος, “του κατά τον νυν αιώνα και του κατά την ατελεύτητων εκείνη κόλασιν”.
Και ο κυρίως θάνατος είναι το “διαζευχθήναι την ψυχήν της θείας Χάριτος και τη, αμαρτία συζηγήναι”. Αυτός δε ο θάνατος, ο θάνατος της ψυχής, είναι ή εγκατάλειψη του Θεού. Το αίτιο δε της θείας εγκαταλείψεως δεν έχει τη γένεσή του στον Θεό, αλλά στην αμαρτία. Δηλαδή στην αυτεξουσιότητα του ανθρώπου που ο Θεός ουδέποτε παραβιάζει. “Ημείς ούν έσμέν, φευ, οι του οικείου θανάτου γεννήτορες”, λέει χαρακτηριστικά. Έτσι τονίζεται στα κείμενα του Αγίου, όπως και σ’ όλους τους ανατολικούς Πατέρες, ότι ο θάνατος, ή αμαρτία και οι συνέπειες της δεν έχουν οντολογικό περιεχόμενο, ούτε είναι μία φύση έστω κακή φύση, αλλά ή λανθασμένη προαίρεση του ανθρώπου που έχει φθοροποιές και νεκροποιές συνέπειες στη φύση του, αφού αλόγως αυτονομείται από την αρμονία της καθολικής φύσεως, που διοικείται από τον Δημιουργό. Αλλά και ο σωματικός θάνατος σαν έσχατο καταγώγιο της τραχείας οδού “εις ην εισήγαγεν των ανθρώπων το γένος ή αμαρτία”, αφού προηγουμένως έκανε το σώμα πολύμοχθο, πολύπαθες και φθαρτό, είναι προέκταση της παραβάσεως και επακόλουθο της αμαρτίας. Και αυτόν δεν τον δημιούργησε ο Θεός, αλλά ως συνέπεια και αυτός της θείας ακοινωνησίας παραχωρήθηκε συντηρώντας ή πρόνοια του Θεού το αυτεξούσιο και καταργώντας ταυτοχρόνως την παγίωση και αθανασία του κάκου. Προανήγγειλε όμως αυτόν με το “γη ει και εις γήν απελεύση” και επέτρεψε να συμβεί μη εμποδίζοντας “το εκβησόμενον συν δίκη”.

Όχι μόνον ο θάνατος είναι συνέπεια της παραβάσεως και των απ’ αυτήν εκφυομένων παθών, αλλά και ή επίγειος ζωή. Λέγει χαρακτηριστικά: εξ αιτίας της αμαρτίας “ενεδύθημεν τους δερμάτινους χιτώνας, το νοσηρόν τούτο και θνητό και πολυώδυνο σώμα” και μετοικήσαμε στον πρόσκαιρο τούτο κόσμο και καταδικαστήκαμε να ζούμε “πολύπαθη και πολυσύμφορον βίον”. Και όπως λέγει ό άγιος Γρηγόριος Νύσσης, αφού γυμνωθήκαμε από τα λαμπρά εκείνα ενδύματα “των θείων περιβολών”, ενδυθήκαμε τις εφήμερες τρυφές, τιμές και δόξες της σαρκός.

δ) Ο ρόλος του Σατανά
Κατά τον άγιο ο διάβολος, ο νοητός αρχέκακος όφις, όπως τον ονομάζει, έχοντας αυτομολήσει στην κακία, στερείται της αληθινής ζωής και αφού δικαιως απωθήθηκε απ ‘ αυτήν, γίνεται νεκρό πνεύμα όχι κατ ‘ ουσία, επειδή ή νεκρότης δεν έχει ουσία, αλλά “κατ ‘ αποβολή της όντως ζωής”. Και επειδή “ου κόρον λαμβάνει” την προς την κακία ορμή, καθίστα τον εαυτό του “νεκροποιόν πνεύμα”. Και έτσι απ αρχής είλκυσε με δόλο τον άνθρωπο προς την “οικείαν νέκρωσιν”. Ό ρόλος λοιπόν του διαβόλου έκτοτε είναι να προσεγγίζει τον άνθρωπο και με απατηλές υποσχέσεις να τον απομακρύνει από την αγαθότητα του Θεού και στο μέτρο που τον πείθει να του μεταδίδει στο σώμα και στην ψυχή του τα στοιχεία της νεκροποιού ενεργείας του, που είναι τα πάθη, και δι’ αυτών να οδηγεί τη φύση του στη πολυσύμφορη και νεκροποιό κατάληξη.

Ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς από τις προσωπικές του εμπειρίες που έχει για την πολεμική του διαβόλου λέγει, ότι ό σατανάς δεν υπαγορεύει απ ‘ ευθείας την αμαρτία, μάλιστα όταν ο άνθρωπος είναι συνδεδεμένος με την Εκκλησία και τα μυστήρια, αλλά υποκλέπτει “πανούργος” την διάθεση του λέγοντας του ψιθυριστά: Και συ ζώντας μόνος σου χωρίς να παρακολουθείς την Εκκλησία του Θεού, ούτε να προσεχής τον διδάσκαλο της Εκκλησίας, μπορείς να αντιληφθείς το καθήκον και μόνος σου και να μην απομακρύνεσαι από το αγαθό. Έτσι ,σιγά- σιγά τον αποσπά από την θεία επίβλεψη παραδίδοντας τον στα πονηρά έργα και στις πονηρές συνήθειες του κόσμου, όπου οι δαίμονες είναι “κοσμοκράτορες του αιώνος τούτου”. Αυτό το κάνει με μεγαλύτερη βία και μανία στους αγωνιζόμενους, ακόμη και στους υψηλά πνευματικός ισταμένους. Μόνον όταν ασφάλιση κανείς την ψυχή του με ύμνους και προσευχές προς τον Θεό, διδάσκει στον 51ο λόγο του ό άγιος, ό αντίπαλος δεν θα έχει θέση μέσα του. Θα απομακρυνθεί μαζί μ ‘ αυτόν ” και πάσα ή περί αυτόν φατρία των κακών”. Θα κοσμηθεί ή ψυχή από τη συμμετρία, τη σωφροσύνη, τη δικαιοσύνη, την πραότητα και την ταπείνωση και θα συνδέεται δια της αγάπης με τον Χριστό τον βασιλέα της ειρήνης και τους ανθρώπους, ζώντας ειρηνική και αστασίαστη ζωή.

2. ΑΠΑΘΕΙΑ
α) Μετάνοια και πένθος: προϋποθέσεις της απάθειας.
Για να εξέλθει κανείς από τη δουλεία των παθών και να επιστρέψει στην περιοχή της “ελευθερίας της δόξης των τέκνων του Θεού”, χρειάζονται στην αρχή απαραιτήτως ή μετάνοια και το πένθος. Ή μετάνοια είναι ή δυνατότητα που έδωσε ό Θεός στον άνθρωπο σ ‘ αυτή τη ζωή να συνειδητοποίηση την εγκληματική πράξη του, το να εγκατάλειψη δηλαδή τον Δημιουργό του, και να επιστρέψει κοντά του. Εξ άλλου ή προτροπή του Προδρόμου και αυτού του Χριστού στην αρχή κι όλας της δημοσίας δράσεως τους είναι το “Μετανοείτε, ήγγικε γαρ ή βασιλεία των ουρανών”.
Γι` αυτό και σε όλη την πατερική παράδοση ή μετάνοια θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση, αλλά και μόνιμο όπλο της ζωής του Χριστιανού, έως θανάτου για την θεραπεία, την πνευματική κατεύθυνση προς τον Θεό και την τελική άφιξη του σ ‘ Αυτόν. Λέγει σ ‘ ένα λόγο του ο άγιος Γρηγόριος: Ό άνθρωπος που μετανοεί με την ψυχή του δια μεν της αγαθής προαιρέσεως και της αποχής από την αμαρτία φθάνει προς τον Θεό”. Απέχει όμως από την τελική σωτηρία “τυραννούμενος υπό της κακής συνήθειας και των προλήψεων”. Γι` αυτό χρειάζεται ισόβια μετάνοια δια της οποίας αποσπά “την άνωθεν ευσπλαγχνίαν”. Από πουθενά άλλου δεν εξασφαλίζεται ή ελπίδα της σωτηρίας και απαλλαγής από τα πάθη τόσο, όσο από την διαρκή μετάνοια. Σε πολλούς λόγους του ό άγιος είναι προτρεπτικός στα έργα της μετανοίας. Υποστηρίζει δε, ότι μαζί με το πνευματικό πένθος, μπορεί να φτάσει κανείς στα μεγάλα και θαυμαστά επιτεύγματα, που χαρακτηρίζουν τη ζωή των Αγίων.

Το κατά Θεόν πένθος είναι ή μήτρα μέσα στην οποία κυοφορείται και μεταλλάσσεται ή ζωή τής μετανοίας Έχει δυο καταστάσεις: Μια οδυνηρή και μια ευφρόσυνη, απ ‘ τις οποίες χρειάζεται να περάσει ο Χριστιανός για να ζήση την αληθινή ζωή. Ή οδύνη είναι ή επίγνωση του ότι “πολλά πταίομεν” και ή αναγνώριση, κατά την κατόπτευση του εσωτερικοί μας ανθρώπου “του ειδεχθούς προσωπείου”. Αυτό γίνεται αισθητό περισσότερο κατά την ώρα της προσευχής που με κατάνυξη επικαλούμαστε το έλεος του Θεού. Η δε ευφροσύνη που εν συνεχεία αισθανόμαστε είναι ή γνώση τις “θεοφιλούς ενεργείας” που αναδημιουργεί την πεπτωκυία ψυχή και φέρνει τα καρποφόρα δάκρυα τής μετανοίας. Το κατά Θεόν πένθος είναι ή λύπη που αισθάνονται οι γνήσιοι μαθηταί του Χριστού α) για την έκπτωση από το χώρο της απάθειας του παραδείσου στο χώρο του πόνου των παθών, β) για την είσοδο της ψυχής στη γέεννα του πυρός, σε περίπτωση που δεν αξιωθεί της σωτηρίας και γ) για τη στέρηση του όντως αγαθού διδασκάλου Χριστού εξ αιτίας της οικείας γυμνώσεως. Ένδειξη του κατά Θεόν πένθους και της ειλικρινούς μετανοίας είναι ή αυτομεμψία, ή αληθινή ταπείνωση, ή συνεχής κατανυκτική επίκληση του ελέους του Θεού και ή σταθεροποίηση στην αρετή.

β) Κάθαρση των παθών και ή συμβολή του άνθρωπου.
Αν ή μετάνοια και το πένθος οδηγούν στην κάθαρση της ψυχής από τα πάθη, αυτή ή απάθεια είναι έργο της Χάριτος του Θεού. Είναι απαραίτητη όμως και ή συμβολή του ανθρώπου. Είναι αναγκαίος ο αγώνας της ανθρωπινής θελήσεως, ο οποίος ενισχύεται πλουσιοπάροχα από τη θεία Χάρη.
Όταν μια ψυχή ασκείται και αγωνίζεται να απελευθερωθεί από τις προκαταλήψεις αρχίζει σταδιακά να ζει την κάθαρση. Παρατηρεί ο άγιος τρία στάδια καθάρσεως: του αρχαρίου, του μέσου και του τελείου. Στα δύο πρώτα φαίνεται περισσότερο ή αγωνιστικότητα του ανθρώπου και ή έμμεση παρουσία του Θεού. Στο τρίτο γίνεται εμφανής ή παρουσία του Θεού ως επιβράβευση των προτέρων αγώνων του ανθρώπου. “εις μεν τους αρχαρίους”, λέγει, “επιβεβαιώσεις ότι τα διαβήματα των είναι κατά Θεόν, είναι ή απόκτησης της ταπεινώσεως, εις δε τους μέσους ή απομάκρυνσης των πολέμων, εις δε τους τελείους ή μετά περίσσειας απόκτησης του θείου φωτός”.

Πρακτικά ή κάθαρση επιτυγχάνεται με την προσπάθεια να προσέγγιση ο άνθρωπος τον Θεό με την προσευχή, την εξομολόγηση και τη θεία Ευχαριστία. Πριν απ ‘ αυτά χρειάζεται αγώνας επίπονος για να εξέλθει κανείς από το εγώ με διάφορες ταπεινωτικές πράξεις, να εγκατάλειψη τις αισθησιακές απολαύσεις και να καθαρίσει τους λογισμούς που κατακλύζουν και κατακυριεύουν τον νουν. Αυτή ή προσπάθεια ονομάζεται από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο “πρώτη απάθεια”, ενώ ή μυστική ένωση με το θείον που είναι ή προσέγγιση του Θεού με τον “κεκαθαρμένον” άνθρωπο ονομάζεται “δευτέρα απάθεια . Για να επέλθει δε ή δεύτερη απάθεια είναι ανάγκη να συντελεστεί ή πρώτη. Οί ασκήσεις νηστεία, κακοπάθεια, αγρυπνία και όλες γενικά οι στερήσεις στη ζωή του Χριστιανού γίνονται επ ‘ ελπίδι της ελεύσεως της ημέρας της απολυτρώσεως και της υποδοχής της αφθαρσίας, “όπου το φθαρτό τούτο ενδύσασθαι δει αφθαρσίαν και το θνητό αθανασίαν”, κατά τον Απόστολο Παύλο. Αυτές ο άγιος τις ονομάζει σωματικές ή εξωτερικές ασκήσεις, όπου σκοπό έχουν να οδηγήσουν την ψυχή στο πένθος και την μετάνοια. Αν όμως παραμείνουν μόνον αυτές χωρίς την εγρήγορση του νοός δεν θα έχουν να προσφέρουν ουσιαστική κάθαρση και ο αγώνας δεν καταξιώνεται και δεν θα μπορεί ο άνθρωπος να απεγκλωβίζεται από τον αισθητό κόσμο, όσο και ενάρετος και αν γίνεται. Είναι απαραίτητη ή εξάσκηση του νοός, που την ονομάζει ο άγιος εσωτερική άσκηση. Αυτή την εσωτερική άσκηση τη θεωρεί πιο αξιόλογη γιατί είναι ή προσπάθεια να μεταστρέψει ό άνθρωπος τον νου του πιέζοντας με ισχυρή βία “το πολυπόρευτον τής διανοίας”, όπως χαρακτηριστικά λέγει, να πλησιάζει νοερά τον Θεό, όπου επιτυγχάνει τα άρρητα, γεύεται τον μέλλοντα αιώνα και γνωρίζει με νοερά αίσθηση ότι χρηστός ό Κύριος. Οπότε επιτυγχάνει τη μακαριά εκείνη κατάσταση που υψώνει τον άνθρωπο πάνω από κάθε επίγειο και κτιστό πράγμα και απελευθερώνοντας τον να πηγάσει εντός του ή μακαριά απάθεια. Όταν μηδέ ειπείς, μηδέ πράξης αισχρό κατά διάνοια και όταν τω ζημιώσαντι ή κακολογήσαντι μη μνησικακήσης και όταν εν τω καιρώ τής προσευχής άυλον και ανείδεον αεί έχεις τον νουν, τότε γνώθι, ότι έφθασες εις το μέτρον της απάθειας και τής τελείας αγάπης”.

Ξεχωρίζει ό άγιος εδώ την αντίληψη των στωικών για την απάθεια που τη βλέπει ενσαρκωμένη στις φιλοσοφικές απόψεις του Βαρλαάμ. Ό Βαρλαάμ δεν έχει ασκητική εμπειρία και πατερική γνώση για την απάθεια, αλλά σαν ψυχρός φιλόσοφος εξάγει την έννοια της απαθείας από την ετυμολογική της σημασία. Απάθεια θεωρεί τη νέκρωση του παθητικού, οπότε προβαίνει σε φυσιολογικό ευνουχισμό των φυσικών δυνάμεων της ψυχής. Ό άγιος Γρηγόριος όμως αναιρώντας την αντίληψη αυτή απαντά ως έξης: “ό φιλόσοφος δια μεν την απάθεια ήκουσε και εφαντάσθη δια δε την αναλγησία (νέκρωσιν) του επιθυμητικού δεν ήκουσε ότι τείνει προς το κακόν και ότι κακίζετε από τούς Πατέρας”. Και αφού αποδεικνύει το γεγονός με πλήθος γραφικών και πατερικών χωρίων προσδιορίζει την ορθόδοξη απάθεια με το εξής απαράμιλλων χωρίον: “Εμείς, φιλόσοφε, δεν διδαχθήκαμε την απάθεια κατ’ αυτόν τον τρόπον, δηλαδή την νέκρωσιν του παθητικού, αλλά την από χειρόνων επί τα κρείττω μετάθεσιν αυτού και την επί τα θεία καθ’ έξιν ενέργεια, αποστρεφομένου (του παθητικού) τελείως τα πονηρά και εστραμμένου προς τα καλά. Και αυτός είναι δι’ ημάς απαθής, ό απομακρύνας τάς πονηράς εξείς και πλουτήσας με τας αγαθάς”.

Δεν μπορούμε επομένως όταν μιλάμε για απάθεια να μιλάμε για καταστροφή των παθών ή κάποια αποβολή ουσιαστικών πραγματικοτήτων, αλλά για μεταστροφή και μετασκευή λειτουργιών των δυνάμεων της ψυχής και αισθήσεων του σώματος του ανθρώπου.

Την απάθεια ό άγιος την ονομάζει “μακάριον πάθος”. “Υπάρχουν”, λέγει, “και πάθη μακάρια και κοιναί ενέργειαι τής ψυχής και σώματος, αι οποίαι δεν προσηλώνουν το πνεύμα εις την σάρκα, αλλά ανυψώνουν την σάρκα πλησίον τής αξίας του πνεύματος και πείθουν και αυτήν να κοιτάξει προς τα άνω. Ποίαι είναι αύταί; Αί πνευματικαί αι οποίαι δεν προχωρούν από το σώμα εις τον νουν, αλλά διαβαίνουν από τον νουν εις το σώμα και δια των ενεργημάτων και παθημάτων τούτων το μετασχηματίζουν προς το καλύτερον και το θεουργούν”. Έχουμε εδώ τη γνωστή έκφραση του Αγίου ότι πραγματικός γνώστης του Θεού είναι εκείνος που “πάσχει τα θεία” και οπωσδήποτε έχει επιθυμητικών “επαινετόν και θείον”.

Εν κατακλείδι θα ήθελα να αναφέρω ότι ή απάθεια δεν είναι εύκολο έργο του καθενός. Κυρίως όταν δεν υπάρχει ένταση και επιμονή στην άσκηση και την προσευχή. Επειδή ό Θεός είναι το “άκρως εφετόν” του καθενός άνθρωπου χρειάζεται ο καθένας μας με μια σοβαρότερη και πιο ενσυνείδητη πνευματική ζωή να αποκτά σταδιακά τις καλές έξεις οδηγούμενος προς την ευαγγελική αγάπη. Ή δε επιμονή των Πατέρων της Εκκλησίας αυτή είναι: το να εργάζεται κανείς έντονα την πρακτική και θεωρητική ζωή που τη μια τη λένε “πρακτική φιλοσοφία” και την άλλη “θεία θεωρία”. Και στο μέτρο των δυνατοτήτων του καθενός και της εργασίας που θα καταβάλει θα ελκυστεί ή Χάρις του Πανάγαθου Θεού για να μεταμόρφωση το εσωτερικό του καθενός και να χαρίσει την μακαριά απάθεια, που ως γνωστόν είναι απαραίτητη προϋπόθεση να καταστήσει τον άνθρωπο δεκτικών της τελείας αγάπης και χωρητικών δοχείων της θεώσεως

Μαγεία – Δαιμονισμός και Απολύτρωση


Μαγεία – Δαιμονισμός και Απολύτρωση

Αρχιμ. Σάββα Αχιλλέως.
ΕΝΟΡΙΑ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΡΕΑ ΑΤΤΙΚΗΣ
 
H ανθρωπότης ολόκληρος μαστίζεται από θεωρίας πολλών ει­δών. Ταλαιπωρείται από συστήματα φιλοσοφικά, υλιστικά, ορθολογιστικά κ.ο.κ. Από αυτά τα συστήματα εκπηγάζουν συμπεράσμα­τα, αποφάσεις, γνώμαι. Άλλα εξ αυτών χαρακτηρίζουν την πάλη της συνειδήσεως ως έλεγχο, που προέρχεται από κάποια σύγκρουσιν του αγαθού και του κακού.
H αμαρτία δια τα φιλοσοφικά αυτά συστήματα είναι απαράδεκτος. Εάν δε καταλήξουν στην απόφαση παραδοχής της αμαρτίας αποφαίνονται, ότι είναι άσκηση της ελευθέρας βουλήσεως του ανθρώπου. Να πράξη δηλαδή, το καλόν ή το κακόν.
Άλλοτε όμως διατυπώνουν άλλη θεωρία και δεν παραδέχονται την ύπαρξιν του κακού. Το κακόν λέγουν, δεν υπάρχει. Όλος ό κόσμος είναι καλός! Τέλος καταλήγουν, αφού διαπιστωθεί ή ύπαρξης και το μέγεθος του κακού, ότι ή παρουσία του αγαθού και του κακού έχουν την ιδίαν πηγή. Ως συμπέρασμα όλης αυτής της αλλοπρόσαλλης θεωρίας είναι ή άρνηση της υπάρξεως του διαβόλου.
Πονηρά πνεύματα λέγουν και διάβολος και σατανάς, δεν υπάρχουν. Επίσης ισχυρίζονται, ότι ή κόλασης είναι ανύπαρκτος! Ως εκ τούτου αι αόρατοι πνευματικοί δυνάμεις του σκότους, που επιδρούν ποικιλοτρόπως επί των ανθρώπων, δια τον ορθολογισμό είναι ανύπαρκτοι.
Τέλος το συνονθύλευμα τούτο και το αποτέλεσμα των πάσης φύσεως θεωριών των ορθολογιστών έχει ως έξης: Διάβολος ή σατα­νάς ή εωσφόρος ή Βεελζεβούλ ή Βελίαρ και πονηρά πνεύματα ή δαίμονες κ.τ.λ. είναι δήθεν ή προσωποποίησης του κακού. Δηλαδή, οσάκις ο άνθρωπος θέλει να δώσει όνομα εις την ύπαρξιν του κακού αναφέρει ένα όνομα εξ αυτών και δι’ αυτού του ονόματος προσωποποιεί το κακό.
Λέγουν ακόμη, ότι ή φαντασία την οποίαν τρέφει εις μεγάλον βαθμό ό άνθρωπος, τον παρασύρει εις φαντασιώσεις. Το να επιζητεί επιμόνως να προλάβει το κακό, δημιούργησε τον μύθο της πραγματικής οντότητας και της υπάρξεως του σατανά.
Δεν απέχει της πραγματικότητας ή παραδοχή, ότι κατά τον μεσαίωνα υπάρχουν φοβερές δεισιδαιμονίες. Αλλά τούτο δεν σημαίνει ανυπαρξία του διαβόλου.
Οι αντιθέσεις σε κάθε είδους θέσεις που επικρατούν δημιουρ­γούν και ανάλογα προβλήματα. Δια να εύρουν την λύσιν των χρειάζεται μόνον ή ΑΛΗΘΕΙΑ. Επί του θέματος της φιλοσοφικής αρνήσεως της υπάρξεως του διαβόλου και της δεισιδαιμονίας των πολλών ή ΑΛΗΘΕΙΑ υπάρχει μόνο στην Αγίαν Γραφή.
Λυπηρό είναι το γεγονός, ότι άνθρωποι, που ασχολούνται με την επιστήμη της Θεολογίας, καθηγητές και ερευνητές οι ίδιοι της Αγίας Γραφής, αρνούνται την ύπαρξη του διαβόλου. Παρερμηνεύοντες τα χωρία της Αγίας Γραφής καταλήγουν στα συμπεράσματα όλως, ορθολογιστικά. Αρνούμενοι την ύπαρξη αοράτου πνευματικού κόσμου, αντιπροσωπεύοντας το κακόν, την ύπαρξη δηλαδή, του διαβόλου ή σατανά, υποστηρίζουν τούτο με σαθρά και γελοία επιχειρήματα.
Δεν είναι όμως προσβολή δι’ αυτούς να προσγειωθούν εκ του ύψους της υπερηφάνειας στην ταπείνωσιν. Τότε λαμβάνοντες χάριν από τον Θεόν, που δίδει χάριν στους ταπεινούς, θα αντιληφθούν, ότι ή ύπαρξη του διαβόλου μαρτυρείτε εις πλείστα χωρία της Αγίας Γραφής. Άλλωστε, δια ποιον λόγον κατήλθεν εκ των ουρανών ό Υιός και Λόγος του Θεού; Δια ποίον λόγον εγένετο άνθρωπος; Ποία αφορμή εδόθη στον Θεόν, δια να σταυρωθεί εκουσίως υπέρ ημών; Άρνησης υπάρξεως του διαβόλου σημαίνει άρνηση της ενανθρωπήσεως του Σωτήρος του κόσμου, του γλυκύτατου Ιησού.
Το συμπέρασμα είναι, ότι ή άρνηση της υπάρξεως του διαβόλου είναι μεγάλη βλασφημία κατά του ιδίου του Θεού. Ή παραδοχή εκ μέρους της Εκκλησίας της υπάρξεως αοράτου πνευματικού κόσμου, δηλαδή, αγαθών και πονηρών πνευμάτων, αγγελικού κόσμου και δυνάμεων του σκότους, υποστηρίζεται σαφώς υπό της Αγίας Γραφής. Χαρακτηριστικό της ακλόνητου αυτής ΑΛΗΘΕΙΑΣ είναι, ότι πάντες οί πατέρες της Εκκλησίας των πρώτων αιώνων και των μετά ταύτα, ασκητικοί πατέρες, νηπτικοί πατέρες, αναχωρητές πατέρες, μεγάλοι πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας και τοπικοί Σύνοδοι, οί πάντες και τα πάντα ομιλούν περί δαιμόνων, σατανά, πονηρών πνευμάτων και σκοτεινών δυνάμεων.
Επίσης περί της υπάρξεως των αγαθών πνευμάτων δηλαδή των αγγελικών ταγμάτων του ουρανού, παρέχει πλείστας μαρτυρίας ή Αγία Γραφή Παλαιά και Νέα. Αναφέρονται δε και αγγελικά ονόματα, ως των Αρχαγγέλων Μιχαήλ, Γαβριήλ, Ραφαήλ.
Περί της εν ουρανοίς απροσδόκητου αναταραχής και αναστατώσεως ομιλεί ό Απόστολος Ιούδας ό Αδελφόθεος. Περιγράφει την υπερήφανο στάση μιας μερίδας των ουρανίων δυνάμεων. Αυτοί λέγει, «δεν διαφύλαξαν την αρχική αυτών αγνότητα και αγιότητα, το ψηλό αγγελικόν αξίωμα…». Δι’ αυτό τονίζει, ότι ό Παντοδύναμος Θεός, «εις κρίσιν μεγάλης ημέρας δεσμοίς αιδίοις υπό ζόφον τετήρηκεν», «τους έχει φυλάξει δεμένους με τα αιώνια και σκοτεινά δεσμά της βαρείας ένοχης των, δια να δικαστούν κατά την μεγάλην εκείνη ημέρα της κρίσεως» (Ίούδ. 6) και (Β’ Πέτρ. 2,4) (Έφεσ. 6,11).
Το ανύπαρκτο έως τότε βαρύ αμάρτημα της υπερηφάνειας δημιούργησε την τάξιν των πονηρών πνευμάτων. Ή αγαθότητα των αγγελικών τούτων δυνάμεων, μετεβλήθη σε άκρα κακίαν και πονηρία. Ή λάμψη του ουρανίου φωτός, που περιέβαλλε τα φωτόμορφα πρόσωπα των αγγέλων μετεβλήθη σε σκότος δια τους αποστάτας.
Δια της πτώσεως δε ταύτης δημιουργήθηκε το αντίθετο στρατόπεδο το εχθρευόμενο δια παντός τα έργα του Θεού. Πάσα αρετή καταδιώκεται έκτοτε. Το θέλημα και πασά θεϊκή εντολή του Δημιουργού έχει αντιμέτωπο τον διάβολο.
Την αλήθεια αυτήν της Αγίας Γραφής πολλοί δεν παραδέχονται αλλά απορρίπτουν. Επιζητούν δε να θεμελιώσουν την θεωρίαν των επί της ιδιότητος της άκρας αγαθότητας και τελειότητας και αγάπης του Θεού. Ό Θεός, λέγουν, είναι πηγή αγαθότητας. Ή πηγή αυτή δεν πηγάζει πονηρία και κακίαν. Πώς λοιπόν, προήλθε εκ της θεϊκής ταύτης πηγής τόση πονηρία και τόση κακία και περιεβλήθησαν ταύτην τα πρόσωπα των αγγέλων; Είναι δυνατόν οί άγγελοι να είναι έμβλημα κακίας;
Επί του σημείου τούτου δυνάμεθα δι’ ολίγων να απαντήσουμε:
Οι άγγελοι του ουρανού είχον, όπως και κάθε άνθρωπος το ανεκτίμητο δώρο της ελευθερίας. Ή ηθική αυτή ελευθερία έδιδε στους αγγέλους την ευκαιρία να παραμείνουν αιωνίως μετά του Θεού ή να απομακρυνθούν απ’ Αυτού. Όπως απαράλλακτα και εις τον άνθρωπον. Υπήρχε ή ελευθέρα βούλησης του ανθρώπου και ή δυνατότητα να μην πεθάνει αλλά να παραμείνει αθάνατος. Να αμαρτήσει ή να μην αμαρτήσει. Ό Θεός σέβεται το δώρο τούτο της ελευθερίας.
Τόσον όμως οι άγγελοι, τα λειτουργικά αυτά πνεύματα, όσον και οι άνθρωποι έκαναν κακήν χρήσιν της ελευθερίας των. Φυγάδευσαν την επικρατούσαν ειρήνη. Αληθώς βασίλευεν απέραντος ειρήνη τόσον εις τους αγγέλους του ουρανού όσον και εις τους πρώτους ανθρώπους τον Αδάμ και την Εύα.
Αλίμονο όμως! Εισέρχεται πρώτον στους αγγέλους το αμάρτημα της υπερηφάνειας. Το φρικτότερο πασών των αμαρτιών αμάρτημα. Πώς εισήλθεν; Μυστήριον μέγα παραμένει ή εμφάνισης της αμαρτίας.
Υπερηφανεύεται ό ωραιότερος των αγγέλων. Ό Εωσφόρος λέγει εν τη διάνοια αυτού. «Αναβήσομαι επάνω των νεφών, έσομαι όμοιος τω Υψίστω» (Hσαΐου 14,14). Το αμάρτημα τούτο είναι μέγα. Εξεδίωξε την επικρατούσαν ειρήνη των ουρανίων δυνάμεων. Σύγχυσης και αναταραχή. Τα αγγελικά ουράνια τάγματα διαχωρίζονται. Το μεν ένα μέρος παραμένει ασάλευτο στην αρετή. Επικρατεί σε αυτό ή ειρήνη. Το δε έτερον ακολουθεί τον Εωσφόρο. Αποδέχεται τα υπερήφανα διανοήματα του. Θορυβείται, ταράσσεται, εκπίπτει εκ του ουρανού εις την γην.
«Πώς έπεσε εκ του ουρανού ό Εωσφόρος, ό πρωί ανατέλλων; Συνετρίβη εις την γην ό αποστέλλων προς πάντα τα έθνη;» (Ησαϊου 14,12) έπεσε ευθύς ως αστραπή. «Εθεώρουν τον σατανά ως αστραπή εκ του ουρανού πεσόντα» (Λουκ. 10,18).
Μέτωπο εχθρικό δημιουργήθηκε έκτοτε κατά του Θεού και του ανθρώπου. Επί κεφαλής όλων των δαιμόνων ευρίσκεται ως αρχηγός ό «γέρο διάβολος», ως αποκαλούν τον Εωσφόρο οι δαίμονες. Είναι ό ανώτερος όλων κατά «την δύναμιν, την εξουσία, την νοημοσύνη Φέρει διάφορα ονόματα ό αντίδικος. Σατάν ή σατανάς (ήτοι εχθρός, αντίδικος, αντικείμενος), διάβολος, δηλαδή, ό διαβάλλων. Πονηρός, ό άρχων των δαιμόνων, ό άρχων της εξουσίας του αέρος. Βεελζεβούλ, αρχαίος όφις (ό πλανήσας την Εύα), δράκων» «Ή Αγία Γραφή ομιλεί περί αυτού πλείστος όσας φοράς και τον ονομάζει με εν από τα ονόματα ταύτα».
Εχθρός άσπονδος κατά του Θεού και του ανθρώπου παραμένει έκτοτε ό διάβολος. Το μίσος του κατά του ανθρώπου, δεν περιγράφεται. «Εάν με άφηνε, λέγει, (εννοεί τον Θεόν) μόνον ένα λεπτό της ώρας ελεύθερον θα εξαφάνιζα ολόκληρο τον πλανήτη της γης».
Μετεβλήθη ή δημιουργήθηκε ο διάβολος;
Εις το ερώτημα τούτο υπάρχει Σύγχυσης. Ως εκ τούτου ή απάντησης δεν υπάρχει εκτός της Αγίας Γραφής. Ό ορθολογισμός, ό υλισμός, ή απιστία, ή αθεΐα και είτι έτερον σύστημα και θεωρία δίδουν διαφόρους απαντήσεις. Ημείς όμως την απάντηση έχομεν εκ της πηγής της αληθείας, δηλαδή, εκ του λόγου του Θεού. Ή Αγία Γραφή, οί πατέρες και ή δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας παρου­σιάζουν την ύπαρξιν των πονηρών πνευμάτων και ότι «ταύτα επλάσθησαν εν αρχή ως και οι λοιποί άγγελοι αγαθοί». Ό διάβολος ήτο αγαθός άγγελος και πάντα τα πονηρά πνεύματα. «Εξέπεσαν δε εκ του αρχικού ύψους αυτών υπερηφανευθέντες».
Πώς πλανήθη ό άνθρωπος από τον διάβολο; Ή πτώσης του διαβόλου είχε συνέπεια και ως προς τον άνθρωπον. Ό πεπτωκός και πονηρός πλέον Εωσφόρος «συνέλαβε το σχέδιο της παραπλανήσεως του ανθρώπου.
Ή όλη εικόνα του διαβόλου αποκλείει να δημιουργήθηκε υπό του Θεού ως κακός. Αντιθέτως, όταν δημιουργήθηκε, περιεκοσμήθη υπό αγιότητας από τον Θεόν. Πλην όμως εγένοντο οί πρώην αγαθοί άγγελοι «επινοηταί του κάκου και διέστρεψαν εαυτούς ανεπανορθώτως και ούτω κατέστησαν πηγή και ζώσα αρχή του κάκου».
Επιβουλεύονται έκτοτε την σωτηρίαν του ανθρώπου. Δεν δύνανται όμως να κατανικήσουν και να αφανίσουν τον άνθρωπον. «Διότι ή δύναμις του διαβόλου είναι περιορισμένη και παρά πάντα “τον θύμο”, αυτού “μείζων ό εν ημίν” Κύριος ή “ό εν τω κοσμώ” διάβολος, ό γεννηθείς δε εκ του Θεού τηρεί εαυτόν και ό πονηρός ούχ άπτεται αυτού» (Α’ Ίωάν. 3,8. Ίούδ. 6. Β’ Πέτρ. 2,4. Α’ Τιμ. 3,6. Έφεσ. 2,2. Α’ Ίωάν. 3,12-13. Β’ Κορινθ. 2,10. Α’ Πέτρ. 5,8. Β’ Κορ. 4,4. Αποκ. 20,10 Ιακώβ. 4,7. Άποκ. 12,11 Α’ Ίωάν. 4,4 και 5,18).
Την άρνηση της υπάρξεως του διαβόλου «των νεωτέρων θεολογούντων» απορρίπτει δια των λόγων του ό Απόστολος και Θεολό­γος Ιωάννης: «εις τούτο εφανερώθη ό Υιός του Θεού, ίνα λύση τα έργα του διαβόλου» (Α’ Ίωάν. 3,8). Δεν θα Υπήρχε ανάγκη να έλθει εις τον κόσμον ό Υιός του Θεού εάν ό διάβολος δεν είχε δημιουργήσει αμαρτωλά έργα εις βάρος του ανθρώπου.
Ή πτώσης των δαιμόνων και ή μεταβολή αυτών από αγαθών πνευμάτων εις πονηρά πνεύματα είναι «φρόνημα καθολικό και ομόφωνο πάντων των πατέρων και Εκκλησιαστικών συγγραφέων». Καθ` ότι οι δαίμονες δημιουργήθησαν υπό του Θεού «ουκ εν τη κα­τασκευή έχοντες το ακάθαρτο», «ουδέ φύσει πονηροί γεγονότες, άλλ’ αγαθοί όντες και έπ’ αγαθώ γενόμενοι και μηδόλως εν εαυτοΐς παρά του δημιουργού κακίας εσχηκότες ίχνος», «αυθαίρετον όμως εν τούτω έχοντες την ζωήν και έπ’ αυτοίς κειμένη την έξουσίαν ή παραμένει εν τω Θεώ ή αλλοτριωθήναι του αγαθού» ουκ «έμειναν εν οίς αυτούς εποίησε και διέταξεν ό Θεός, άλλ’ ενύβρισαν» «εκπεσόντες των ουρανών» (Ιδε Δογμ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ σελ. 443 Τόμ. Α’).
Τα πονηρά πνεύματα έχουν την δυνατότητα να παρενοχλούν τους ανθρώπους όχι μόνον έξωθεν υποβάλλοντες εις αυτούς μύριους αισχρούς λογισμούς αλλά και να εισέρχονται και να διεισδύουν εντός αυτών. Έχουν ακόμη την δυνατότητα να αναμειγνύουν τας πο­νηρίας αυτών εις τα έργα εκείνων, που ως υπηρέται του Θεού υπηρε­τούν το θεϊκό σχέδιο επί της γης. Αγωνίζονται δε παντοιοτρόπως, όπως παραπλανήσουν αυτούς και τους παρασύρουν εις την απώλεια και τον αιώνιο θάνατο.
Γενικώς εργάζονται μετά μανίας εναντίον των ευσεβών και πι­στών ανθρώπων. Μετέρχονται πάσα δολιότητα, πάσα πανουργία, πάσα μέθοδο και πάσα κακίαν, δια να παραπλανήσουν τους ανθρώπους και να τους περιπλέξουν εις αφάνταστους περιπέ­τειας.
Οι δαίμονες δεν είναι τυφλά και αλόγα όντα. Δεν είναι ανύπαρκτοι ή ζωώδεις υπάρξεις. Είναι πνεύματα λογικά, οντότητες με πανουργία αφάνταστο. Δια τούτο βλέπομε να ομιλούν, να απαντούν εις τας ερωτήσεις, να παρακαλούν, να ζητούν και να ικετεύουν όπως μη απέλθουν πρόωρος εις την άβυσσο της κολάσεως. Τους βλέπουμε ακόμη να υποτάσσονται, να φοβούνται, να τρέμουν, να χρησι­μοποιούν το ανθρώπινο σώμα όπου εισέρχονται και κατοικούν δια να ομιλούν δια μέσω αυτού, να εκδηλώνονται ποικιλοτρόπως και να κάνουν σατανικά θαύματα. Υποκρίνονται δε και υποδύονται άλλοτε τον ρόλο του άρρενος και άλλοτε τον ρόλο του θήλεως, όπως χαρακτηριστικώς επισημαίνει ό Μ. Βασίλειος όταν λέγει: «Φοβήθητι, φύγε, δραπέτευσαν, αναχώρησαν δαιμόνιον ακάθαρτων… ή ως άρσεν, ή ως θήλυ…» (“Ιδε Έξορκ. Μ. Βασιλ.).
Ό αρχέκακος διάβολος, ως θα είπωμεν λεπτομερέστερων εις την συνέχεια, δεν διακρίνεται ευκόλως, όταν εισέλθη εις τον άνθρωπο. Εμφανίζεται κατ’ αρχάς ως μία μικρά ασθένεια, ή οποία συν τω χρόνο αυξάνεται και παραμένει απροσδιόριστος. Ολίγον δε κατ’ ολίγον από φυσιολογική ασθένεια, που εθεωρείτο κατ’ αρχάς, εμφανίζεται ετέρα δύναμις εντός του οργανισμού του ανθρώπου, που τον κατευθύνει εις πράξεις αποστροφής και αφανισμού. Είναι δε ικανά τα πονηρά πνεύματα να κάνουν τοιαύτην κατοχή εις τον ανθρώπινο οργανισμό και να ενισχύονται με περισσότερος δυνάμεις κατα­λήψεως του ανθρώπου με χιλιάδας δαιμόνων. Ή λεγεώνα, που κατοικούσε εις τον δαιμονισμένο των Γαδαρηνών, είναι ενδεικτική. Έχομε περιπτώσεις, που αντί της μιας λεγεώνας υπάρχουν δύο και τρεις λεγεώνες δαιμονίων εντός του ανθρώπου.
Ολόκληρος ό οργανισμός του ανθρώπου καταλαμβάνεται υπό των δαιμόνων. Άπτονται τότε του νευρικού συστήματος. Του αίματος, των σπονδύλων, των φλεβών, των αρθρώσεων, των οφθαλμών, των αρτηριών, των ονύχων, των τριχών της κεφαλής.
Ίσως πάσα νευρική διαταραχή να είναι έργο επιδράσεως του διαβόλου επί του ανθρωπίνου οργανισμού. Είναι «ό απτόμενος των νεύρων και των αρτηριών» ως επισημαίνεται χαρακτηριστικώς υπό των ευχών της Εκκλησίας.
Παρατηρούνται περιπτώσεις ασθενών, που εκδηλώνουν παντε­λή άρνηση οιασδήποτε κινήσεως. Αρνούνται να αναπτύξουν και την παραμικρά πρωτοβουλία. Τονίζομε ιδιαιτέρως εκ πείρας, ότι αι περιπτώσεις δαιμονισμού, ως επί το πλείστον, έχουν ως αίτια την αμαρτία. Ή αμαρτία συνοδεύεται πάντοτε από την πλάνη, το ψεύδος και την εν γένει απομάκρυνση του ανθρώπου από τον Θεόν.
Δεν είναι εύκολος ή απελευθέρωση από τους όνυχας ενός τοιού­του ασπόνδου εχθρού, ως είναι ό διάβολος. όταν λαβή έξουσίαν διότι άνευ της αδείας του Θεού ούτε εισέρχεται εις τον άνθρωπο ούτε εξέρχεται από αυτόν, και εισέλθει εις τον ανθρώπινο οργανισμό ό διάβολος λόγω της αμαρτίας, δεν είναι εύκολος ή εκδίωξης αυτού. Τα βάσανα της κολάσεως, το πυρ το αιώνιο, το σκότος το εξώτερον και το ψηλαφητό δεν υπάρχουν εις την γη. Δια τον σκοπό τούτον επαναπαύεται ό διάβολος εις τον άνθρωπο. Τον κατατρώγει ολίγον κατ’ ολίγον έως να καταλάβει την ψυχή του. Παραχωρείται δε ή αδεία εις τον διάβολο να εισέλθει εις τον άνθρωπο δια παιδαγωγικούς κυρίως λόγους. Δια της δοκιμασίας αυτής ό άνθρωπος πλησιάζει τον Θεόν. Αναγκάζεται δια της δοκιμασίας να κατασπασθή την προσευχήν, την νηστεία, τον εκκλησιασμό, την μελέτη της Αγίας Γραφής και των Ιερών βιβλίων. Έργον το όποιον ουδέποτε θα επιχειρούσε εάν ό διάβολος δεν καταπίεζε την ζωή του.
Τας μεθόδους του διαβόλου έχομε παρακολουθήσει εις μέγα πλήθος περιπτώσεων. Αναρίθμητοι είναι αϊ παγίδες του προκειμέ­νου να κυριάρχηση επί του ανθρώπου. Διαθέτει πείρα χιλιετιών και είναι ό παμπόνηρος πρόθυμος να ειπεί 999 αληθείας, δια να αναμίξει με αυτάς ένα ψεύδος και να γίνει πιστευτός.
Αυτό το ψευδός είναι δυνατόν να κατακρημνίσει πάσα προηγούμενη αλήθεια. Αλλάζει δε ό παμπόνηρος διαρκώς μορφές. Τώρα γίνεται φίλος και σύμμαχος του αντιπάλου του. Μετ’ ολίγον εχθρός και επίβουλος αυτού. Τώρα επαινεί και εντός ολίγου δυσφημεί. Την μίαν στιγμήν ανυψώνει και εντός ολίγων δευτερολέπτων καταβιβάζει τον αντίπαλο του έως του Άδου. Την αγιότητα με την οποίαν στεφανώνει τον αντίπαλο και μαχόμενο εναντίον του μετ’ ολίγον μεταβάλλει εις απόγνωσιν και ειρωνεία αφάνταστο.
Εάν στην προσπάθεια του, ό διάβολος, να κατακρημνίσει τον αντίπαλο του στην απώλεια πετύχει του σκοπού του, τότε το ψευδός που απεδέχθη ό καταπολεμών αυτόν μεταβάλλεται εις όλεθρο και καταστροφή. Ό διάβολος εις πλείστας περιπτώσεις έχει επιτυχία. Ή μεγαλύτερα επιτυχία του διαβόλου, διάσπαρτος εις τους περισσοτέρους ανθρώπους, είναι ή βεβαιότης που κατόρθωσε να ενσπείρει εις τας ψυχάς των, ότι δεν υπάρχει.
Τότε ή επιτυχία του διαβόλου είναι εξασφαλισμένη άνευ αμφιβο­λίας. Αυτήν την επιτυχία του διαβόλου ανατρέπει πλήρως και εκ του ασφαλούς το φως του Ευαγγελίου. Ή αλήθεια περί της υπάρξεως του διαβόλου αποκαλύπτεται πλήρως υπό του Ευαγγελίου. Αυτή ή Ευαγγελική αλήθεια, το φως της Αγίας Γραφής, τα θεόπνευστα λόγια, αυτά προφυλάττουν τον άνθρωπο από τον διάβολο. Δια της μελέτης της Αγίας Γραφής, ό άνθρωπος αποφεύγει τας παγίδας του διαβόλου.
«Λέγει ό Χρυσόστομος ότι στο σπίτι εκείνο όπου είναι Ευαγγέλιον εκεί δεν εμβαίνει ό διάβολος. «Ει γαρ εν οικία ένθα αν Ευαγγέλιο ή κείμενον, ου τολμήσει προσελθείν ό διάβολος πολλώ μάλλον ψυχής νοήματα τοιαύτα περιφερούσης ούχ αψεταί ποτέ, ουδέ επιβήσεται δαίμων ούχ αμαρτίας φύσις» (Όμιλ. 32, εις το κατά Ίωάν.), οί δε παλαιοί Χριστιανοί, είχον και από τον λαιμό τους κρεμασμένα μικρά αγία Ευαγγέλια εις προφύλαξη τους και μάλιστα αι γυναίκες και τα παιδία, ως μαρτυρεί ό αυτός Χρυσόστομος» (Ιδε Χρηστοήθεια των Χριστιανών Ν. Αγιορ. σελ. 228-229).
Είναι φανερό, ότι ό διάβολος ουδέποτε οπισθοχωρεί ειμή μόνον εν τω ονόματι ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, εις το όποιον «πάν γόνυ κάμπτει επουρανίων και επιγείων και καταχθόνιων». Το όνομα, το υπέρ παν όνομα του Ιησού αποτελεί ακατανίκητο δύναμιν κατά του διαβόλου. Είναι άξιον ιδιαιτέρας προσοχής ή παρατήρησης του αγίου Ιουστίνου και μάρτυρος, ό όποιος επιγραμματικός αναφέρει «ότι ανα­ρίθμητοι δαιμονιζόμενοι ανά τον κόσμον ολόκληρο θεραπεύθηκαν από Χριστιανούς, οί οποίοι εξώρκιζον εν τω ονόματι του Ιησού Χριστού…». τούτο μετά μεγάλης χαράς ανέφεραν οι μαθηταί, όταν επέ­στρεψαν εκ της περιοδείας των, που απεστάλησαν υπό του Κυρίου. «Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσονται ημίν εν τω ονόματι Σου».
Φάρμακο απολυτρώσεως εκ της καταδυναστείας του διαβόλου είναι ή πίστης εις τον σταυρικό θάνατον του Χριστού και το θεϊκό Του Αίμα, που εχύθη επί του Γολγοθά. Με το μέγα τούτο εφόδιο, όταν ό άνθρωπος χρησιμοποίηση την θέλησίν του και αντισταθεί στον διάβολο, κατά την αποστολική επιταγήν «αντίστητε τω διαβόλω και φεύξεται άφ’ ημών» (Ιάκωβο. 4,7), απελευθερώνεται από τα δεσμά του.
«Ό Θεός δεν ενεργεί εις τον άνθρωπο άνευ της συγκαταθέσεώς του. ούτε υποκαθιστά την θέλησίν του και την συγκατάθεση του δια της θεϊκής Του ενεργείας». Ό Θεός συμμαχεί μετά του ανθρώπου και γίνεται συνεπίκουρος και συνεργάτης του κατά του διαβόλου, ό­ταν ό άνθρωπος τον επικαλεσθεί και ζήτηση την βοήθειάν Του. Ό Θεός δεν θαυματουργεί άνευ της συγκαταθέσεώς του ανθρώπου. Αναγνωρίζει ό Θεός, ότι είναι αδύνατος ό άνθρωπος και συγκαταβαί­νει. Δηλαδή, κατέρχεται από τους ουρανούς εις βοήθειαν του ανθρώπου καθ’ ότι ό άνθρωπος αδυνατεί να ανέλθει εις τους ουρανούς. Πα­ραμένει εις μίαν απόσταση άνωθεν και αναμένει τον άνθρωπο να ανέλθει, δια της πίστεως του και της απολύτου εμπιστοσύνης του εις τον Θεόν. Τότε, ανερχομένου του ανθρώπου και συγκαταβαίνοντας του Θεού ενώνεται ή πίστης με την χάριν του Θεού και αμέσως επιτελείται το θαύμα.
Ακατανίκητο επίσης φάρμακο κατά του Διαβόλου παραμένει πάντοτε ή συνταγή που εδόθη απ’ ευθείας υπό του μόνου ιατρού των ψυχών και των σωμάτων. Ό Θεός διαβεβαίωσε τους μαθητάς Του, ότι το γένος τούτο του διαβόλου «εν ούδενί εξέρχεται ειμή εν προσευχή και νηστεία», που συνοδεύονται δια της ακλόνητου πίστεως.
Έχομε δύο ειδών προσευχάς, τας οποίας εάν δεν χρησιμοποιήσει ό πάσχων υπό των πονηρών πνευμάτων, δεν απελευθερώνεται.
Είναι
α) ή ατομική ή προσωπική προσευχή, που ολοκληρώνεται με την λεγομένη προσωπική προσπάθεια και
β) ή προσευχή της Εκκλησίας.
Δια τον σκοπό αυτόν, ή Εκκλησία οφείλει να ανάπτυξη όλη την δύναμίν της, που της εδόθη πλουσίως υπό του Θεού εις τον τομέα τούτον. Έχει υποχρέωση. Και είναι μέγα το αμάρτημα της αρνήσεώς της, να μη βοηθάει δηλαδή και να μη συμπαρίσταται και να μη συμπάσχει μετά των ασθενών προσώπων, που δοκιμάζονται φρικτώς από την κυριαρχία των ακαθάρτων πνευμάτων.
Ή Άρνησης ό φόβος ή κόπωση ή αδιαφορία καταδικάζον­ται από τον δικαιοκρίτη Θεό. Δεν επιτρέπεται ό στρατιώτης του Μεγάλου Βασιλέως, που έλαβε ως Ακατανίκητο όπλον την χάριν της ιεροσύνης, να βλέπει τον παμπόνηρο εχθρό της Εκκλησίας του Χριστού και να οπισθοχωρεί ή να παραδίδει τα όπλα. Ό διάβολος μόνον απειλεί. Ουδέποτε καταβάλλει τον στρατιώτη του Χριστού, όταν ό στρατιώτης ενός τοιούτου αοράτου και σημαντικού πολέμου είναι αποφασισμένος να πολεμήσει.
Εκείνος, που πιστεύει εις την παντοδυναμία του Θεού, ουδέπο­τε καταβάλλεται υπό του εχθρού. Διότι «ό Θεός της ειρήνης συντρί­ψει τον σατανά υπό τους πόδας ημών εν τάχει» (Ρωμ. 16,20). Οι σκοτεινές δυνάμεις δεν είναι εις θέση να καταβάλουν το θάρρος και την τόλμη εκείνου, που πιστεύει στην παντοδυναμία του Θεού. Διότι έχει σύμμαχο, υπερασπιστή και βοηθό και σκεπαστή τον παντοδύναμο Θεόν, «και πεποιθώς έπ’ Αύτω τροπούται τούτον», κατανικά δηλαδή ολοσχερώς τον διάβολο.

ΚΑΙ ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΟΜΟΛΟΓΟΥΝ
(Συγκλονιστικές μαρτυρίες από το αντίθετο στρατόπεδο).

Μόλις ανοίξουν τα βιβλία μας (Σολομωνική και αλλά με μαγείας και επικλήσεις δαιμονίων) εμείς είμεθα παρόντες.
- Όλους τους άλλους αιτιώνται, ουδέποτε όμως εμένα υπο­πτεύονται. Όλοι οι άλλοι είναι αιτία, και έμενα που είμαι ή πραγμα­τική αιτία, ούτε με αναφέρουν, και εγώ κάνω ανενόχλητος τη δου­λειά μου.
- Πώς θα εμφανισθώ εις τον αρχηγό μου και να ειπώ ότι απέτυχα; Προτιμώ να με κτυπά και να με παιδεύει εδώ ό Θεός σου, παρά να πέσω στα χέρια του αρχηγού μου.
- Ούτε εισέρχομαι ούτε εξέρχομαι μόνος μου από τον άνθρωπο. Εάν
ΕΚΕΙΝΟΣ, δεν μου επιτρέψει, ουδεμία κίνηση δύναμαι να κάνω μόνος μου. Έχει το σχέδιο του και με κρατά να σας παι­δεύω. Με τα ιδικά μας κλωτσοκοπήματα έρχεσθε κοντά του. Προτι­μά να υποφέρετε εδώ ολίγον χρόνον, για να μη παιδεύεσθε αιώνια, μαζί μας. Μόνον όταν βεβαιωθεί, ότι δεν θα τον αποχωρισθείτε, τότε μας διώχνει.
Οι δαίμονες προς αρχάριο μάγο:
- Μη φοβάσαι. Είσαι δικός μας. Αυτά που διαβάζεις, (διάβαζε «ΜΙΚΥ ΜΑΟΥΣ») εμείς τα βάζομε στο μυαλό εκείνων, που τα τυπώνουν σε βιβλία. Αυτά τα συνεχή μαγικά, που δείχνουν οί τηλεοράσεις, τους μάγους και τις μάγισσες, εμείς τα υποδεικνύαμε, για να δαιμονίζουμε τα βρέφη και όσους τα βλέπουν…
- Όπως και όσα κι αν σου πω και σου περιγράψω, είναι αδύνατον να συλλαβής τι υποφέρομε, όταν αυτή ή φωτιά συναντηθεί με μας μέσα του (εννοεί ό δαίμονας το άρρωστο άτομο, που κοινωνεί των Άχραντων Μυστηρίων). Αν ανάψουν όλα τα πετρέλαια της Αραβίας και όλα τα πετρέλαια του κόσμου, δεν φθάνουν τη φωτιά, που μας κατακαίγει όταν κοινωνεί αυτός… (δηλαδή ό ασθενής).
- «Δεν θέλω να κινείται ούτε μία ανθρωπινή σκιά επάνω εις τον πλανήτη της γης», λέγει αφρίζων ό διάβολος με απερίγραπτο κακία.
- Κάνω τόσον όμορφα την κάθε μου ενέργεια, που είναι αδύνατον να με ανακαλύψεις, πότε και πώς ενεργώ.
- Σάς υπόσχεται ΕΚΕΙΝΟΣ τον Παράδεισον και δεν τον ακολουθείτε. Σας υπόσχομαι εγώ την Κόλασιν και Όλοι έρχεσθε μαζί μου.
- Εγώ κάνω ακατάπαυστα το καθήκον μου και σας πολεμώ.
Εσείς κάνετε το καθήκον σας να με καταπολεμείτε Όπως εγώ σας καταπολεμώ;
- Το όνομα μου είναι διάβολος. Αυτό σημαίνει, ότι τίποτε άλλο δεν μπορώ να κάνω, ειμή μόνον να διαβάλλω. Δεν αναγκάζω κανένα. Εσείς διατί έρχεσθε μόνοι σας σε μένα;
ΟΜΙΛΟΥΝ ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ
Εις το κεφάλαιο τούτο έχομε ως παραδείγματα τους μεγάλους ασκητές της Εκκλησίας μας. Ό μέγας Αντώνιος μάχεται κατά των δαιμόνων και δεν παραλείπει να μνημονεύει και να εξιστορεί τις παγίδας των δια την συμμόρφωση και ψυχική ωφέλεια των πιστών. Εις την συνέχεια όλοι οί ασκητικοί πατέρες αναφέρουν, τι οι δαίμονες ομολογούσαν, όταν καταπιέζονταν είτε δια να παρασύρουν εις την πλάνη τους πολεμούντας αυτούς είτε δια να προκαλέσουν εντυπώσεις.
Ημείς πιστεύομεν, ότι ό διάβολος είναι ψεύστης και πηγή του ψεύδους και πατήρ του ψεύδους. Γνωρίζομεν, ότι ό ψεύστης και παμπόνηρος πολλάς φοράς λέγει την αλήθεια, δια να παρασύρει τους ακούγοντας εις το ψεύδος του. «ου γαρ αυτού τα νοήματα αγνοούμε» (Β’ Κορ. 2, 11).
Από αυτάς τας αληθείας, τας οποίας εν τη πανουργία του λέγει ό διάβολος, θα παραθέσωμεν ωρισμένας πιστεύοντας, ότι θα βοηθηθούν τους αναγνώστες.
ΠΕΡΙ ΠΙΣΤΕΩΣ ομιλεί το πνεύμα το ακάθαρτο.
- ·· Εάν δεν πιστεύεις σε αυτό που κρατάς, (εννοεί τον Τίμιον Σταυρόν), ούτε φοβούμαι ούτε υπολογίζω τίποτε. Και αν ακόμη φορτωθείς και Εκείνον, που έχεις εκεί μέσα (εννοεί τον Εσταυρωμένο που είναι εις το Ιερόν όπισθεν της Αγίας Τραπέζης), πάλιν εγώ δεν φοβούμαι, αφού δεν πιστεύεις τι βαστάζεις». Εξ αυτού δυνάμεθα ημείς να είμεθα προσεκτικοί. Εάν χωρίς πίστιν έχομεν τον σταυρόν κρεμάμενο στο στήθος μας, εάν τον κρατούμε μεγάλο ή μικρό στο χέρι μας, εάν τυπώνωμεν το σημείο του σταυρού επάνω μας – προ πάντων όσοι με ταχύτητα και με βιασύνη, απρόσεκτα, χωρίς καν να είναι το σημείον του σταυρού — ό διάβολος δεν φεύγει. Μάλλον έρχεται καταγελών και εμπαίζων ημάς.
Περί της δυνάμεις των αγίων ΕΙΚΟΝΩΝ.
- Οποιαδήποτε εικόνα, είτε μικρή είναι είτε μεγάλη, με καταδιώκει εάν την πιστεύεις. Εάν όχι, δεν φοβούμαι και δεν τρομάζω ομολογεί όφις ό κακούργος.
Μην αναμένεις, αγαπητέ αναγνώστα, να εύρης την τάδε ή την τάδε εικόνα, δια να προσευχηθείς. Όσον μικρή και ασήμαντη — όπως νομίζομε — και αν είναι οποιαδήποτε εικόνα, οποιουδήποτε αγίου θαυματουργεί και εκδιώκει τούς δαίμονας. Αρκεί εσύ και εγώ να έχομε πίστιν, ακράδαντων πίστιν.
ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
«Δεν φοβούμαι και δεν αποχωρώ με την παπαγαλία σας. Εγώ φοβούμαι και τρέμω τη προσευχήν, που βγαίνει από καρδιά γεμάτη δάκρυα. Διαφορετικά εγώ γελώ και σας κοροϊδεύω. Το όπλο, που τρέμω, είναι ή προσευχή μετά δακρύων».
Η προσευχή, που γίνεται απλώς με το στόμα, ουδέποτε στοιχίζει στον δαίμονα. Ή προσευχή που γίνεται και πηγάζει από την καρδίαν και συνοδεύεται με δάκρυα, εισακούεται εις τον Θρόνον του Θεού και κατακαίγει τους δαίμονας. Εκείνος, που προσεύχεται συνεχώς, άλλοτε νοερός και άλλοτε κατά μόνας, δεν αφήνει έδαφος ελεύθερον να πλησίαση ό δαίμονας. Αυτό τονίζει ό Απ. Παύλος. (Α’ Θεό. β, 17).
Περί της Θείας χάριτος και της ΣΚΕΠΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
-Εάν δεν σας έσκεπε την ώραν, που είσθε εις τον Θρόνων Του (εννοεί , τον θείον άμβωνα) και κηρύττεται τα λόγια Του, θα σας έκανα να σας περιγελά όλος ο κόσμος».
Πόση έχθρα έχει ό διάβολος εναντίον των ομιλούντων τον λόγον του Θεού, δεν δυνάμεθα να περιγράψομε. Ή θεία χάρις του Θεού, ή Πανάχραντος Θεοτόκος, οι άγιοι και οί άγγελοι περιφρουρούν και διαφυλάττουν την ώραν του θείου κηρύγματος τον κήρυκα του θείου λόγου. Γι` αυτό αφρίζει και τρίζει τους οδόντας του ό διάβολος, διότι δεν έχει την δύναμη να πλησίαση. Προ πάντων τούτων, δια να έχει πλούσια την Θείαν σκέπην ό ιεροκήρυκας χρειάζεται να είναι ταπεινός και προετοιμασμένος. Τότε έχει επιτυχία εις το έργον του προς δόξα Θεού.
Περί των σατανικών βιβλίων της ΜΑΓΕΙΑΣ
«Μόλις ανοίξουν τα βιβλία μας, είμεθα παρόντες».
Βιβλία δικά του ό διάβολος εννοεί κάθε σατανικό βιβλίο, που χρησιμοποιούν οί μάγοι, δια να προσκαλούν εις βοήθειάν των τους δαίμονας. Την πρώτη θέση κατέχει το βιβλίο, που λέγεται «Σολομωνική». Η συγγραφή του βιβλίου τούτου απεδόθη εις τον Σολομώντα. Τούτο όμως είναι παντελώς αβάσιμο και αστήρικτο. Μάλλον οι μάγοι, δια να επιτύχουν την διάδοση του, επαινούσα και απέδωσαν την συγγραφή του βιβλίου τούτου εις τον Σολομώντα. Σύγχρονος τρόπος μεταδόσεως της μαγείας είναι ή ΜΑΓΕΙΑ της Τηλεοράσεως με διαβολικά καθαρώς κινούμενα σχέδια με ονομασία ό ΜΑΓΟΣ ή ή ΜΑΓΙΣΣΑ και «ΜΙΚΥ ΜΑΟΥΣ».
Τα ίδια σχέδια υπάρχουν αποτυπωμένα εις ειδικά βιβλία. Πολλά μικρά παιδιά έφθασαν δαιμονισμένα εις την Εκκλησία εξ αυτών των πηγών. Είναι καθαρή και εξακριβωμένη παγίδα του διαβόλου, δια να δαιμονίζει τα παιδιά! Ας προσέξουν οι γονείς.
Εμείς τα βάζουμε — λέγουν οί δαίμονες, δια να σας κάνουμε δικούς μας».
Περί των ΠΑΓΙΔΩΝ του διαβόλου.
- « Όλους τους άλλους αιτιώνται, εις κάθε των πρόβλημα, ουδέποτε όμως υποπτεύονται εμένα. Όλοι οι άλλοι είναι ή αιτία των προβλημάτων, που δημιουργούνται και εμένα, που τα δημιουργώ, που είμαι ή πραγματική αιτία, ούτε με αναφέρουν».
Εάν δώσωμεν λίγη προσοχήν θα αντιληφθούμε ότι στην ζωήν μας. μας πταίουν όλοι οι άλλοι. Εις την πραγματικότητα όμως οί άλλοι γίνονται όργανα του διαβόλου. Όπισθεν κάθε αιτίας των πρόβλημα των, που δημιουργούνται είναι ό διάβολος, που ενεργεί. Αυτόν προ πάντων να καταπολεμούμε και όχι τα αποτελέσματα. Την ρίζαν, όχι τους κλάδους. Αιτία παντός κακού και πάσης πονηράς πράξεως είναι πάντοτε ό μισόκαλος διάβολος.
Περί της ΚΑΚΙΑΣ του διαβόλου.
-Είναι διαφορετικό να με βλέπεις να βασανίζω άλλους από του να μου επιστρέψει να έλθω και να βασανίζω εσένα».
Πόσοι και πόσοι εις τα άσυλα και τας νευρολογικός κλινικάς βασανίζονται υπό του δαίμονος! Πόσοι και πόσοι από τας μαγείας και την κακίαν των μάγων και των φθονερών ανθρώπων βασανίζονται και υποφέρουν! Και ημείς, που βλέπομεν αυτούς να πάσχουν, άλλοτε λέγομεν, ότι είναι σκηνοθετημένες πλάνες, άλλοτε ότι είναι ένα μεγάλο ψεύδος, και άλλοτε ότι γίνονται από σκοπού, δια να προκαλέσουν οί πάσχοντες την περιέργεια των αφελών… Ό διάβολος όμως δεν είναι αστείων πείραμα ή αιτία γέλωτος. Μόνον όσοι υπέφεραν και όσοι υποφέρουν γνωρίζουν τι θα ειπεί διάβολος. Ημείς ας προσευχώμεθα δια τους αδελφούς μας και ας παρακαλούμε τον Θεόν, να μην επιτρέψει εις ημάς μίαν τοιαύτην δοκιμασία.
Ό Εωσφόρος κατατυραννάει τούς δαίμονας.
- «Πώς θα εμφανισθώ εις τον αρχηγό μου και να ειπώ ότι απέτυχα; Προτιμώ να με κτυπά εδώ ό δικός σου (εννοεί την ουράνιον τιμωρία που υφίσταται), παρά να πέσω εις τα χέρια του αρχηγού μου».
Εκ της διαβολικής αυτής ομολογίας φαίνεται ή κακία μεταξύ των δαιμόνων Η απέραντος αγάπη των αγγέλων του ουρανού έχει αντίθετο την κακία και την εκδίκησιν των δαιμόνων. Την άκρα αγάπη, που τρέφει ό Θεός προς τους αγγέλους την άκρα κακίαν και εκδίκησιν, που τρέφει ό Εωσφόρος προς τους δαίμονας. Θεέ μου, απάλλαξε μας της κακίας του διαβόλου και της αιωνίου κολάσεως.
Περί της ΠΤΩΣΕΩΣ των πιστών.
Εγώ κατεξευτέλισα και έρριψα γρανίτες και θα γνωρίσεις εσύ ποτέ τας πονηρίας μου;»
Μη ποτέ καυχηθεί άνθρωπος, ότι γνωρίζει τας παγίδας του διαβόλου «Ειμή ότι Κύριος ην εν ημίν, τίς ικανός σώος φυλαχθήναι, εκ του εχθρού άμα, και ανθρωποκτόνου;» Διαθέτει πείρα ό διάβολος δισεκατομμυρίων ετών. Από της ήμερος της πτώσεως του έως σήμερον. Ημείς;
Ή παγίδα της ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑΣ
Είσαι λέγει ό παμπόνηρος δαίμων, ό εκλεκτός του Θεού. Δι’ αυτό σε εξέλεξε να μας πολεμάς. Είναι τόσον ευχαριστημένος ό Θεός σου, που σε καμαρώνει, γιατί είσαι ενώπιον Του δίκαιος…».
Χρησιμοποιεί ό διάβολος εις μεγάλον βαθμό την παγίδα της κολακείας και υπερηφάνειας. Και εν τη επιτυχία του, ό άνθρωπος αποκόπτεται από τον Θεόν. Χάνει την Θείαν χάριν. Και αποκτά την αιώνιο κόλασιν . Ό Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν». (Ιακώβ. 4, 6) (Α’ Πέτρ. 5, 5).
Άνευ του θελήματος του ΘΕΟΥ δεν γίνεται ΤΙΠΟΤΕ.
-Ούτε εισέρχομαι ούτε εξέρχομαι μόνος μου — λέγει ό πονηρός δαίμονας-.
Εάν ΕΚΕΙΝΟΣ δεν μου το επιτρέψει, ουδεμία κίνηση μπορώ να κάνω μόνος μου.
Έχει το σχέδιο Του και με κρατά να σας παιδεύω. Με τα δικά μας κλωτσοκοπήματα έρχεσθε κοντά Του. Γι` αυτό μας επιτρέπει να σας παιδεύομε. Προτιμά να υποφέρετε εδώ ολίγον χρόνον, για να μη παιδεύεσθε αιώνια μαζί μας. Μόνον όταν βεβαιωθεί, ότι δεν θα τον αποχωρισθείτε, τότε μας διώχνει.»
Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». (Ίωάν. 15,5). Αυτή ή αλήθεια εφαρμόζεται πλήρως στην, περίπτωσιν των δοκιμαζόμενων υπό του διαβόλου. Ουδέ χιλιοστόν του ανθρωπίνου οργανισμού δύναται να εγγίση ό διάβολος, αν ό Θεός δεν του επιτρέψει. Το Θαύμα επιτελείται μόνον, όταν δια της δοκιμασίας ωρίμαση ο άνθρωπος και αντιληφθεί πόσον κακούργος είναι ό «διάβολος, που με προθυμία, εργαζόμεθα εις τους αμαρτωλούς αγρούς του. Η ειλικρινής αγάπη προς τον Θεόν και ή νέκρωσις και ειλικρινής απάρνησης της αμαρτίας επιφέρει το θαύμα.
Ή αποστολή του διαβόλου και οι μάγοι.
- « Εσείς με καταδιώκετε — ομολογεί ό κακούργος διάβολος — και εκείνοι (εννοεί τους μάγους) με στέλλουν και με ξαναστέλλουν, «κλοτσοσκούφι» με κάνατε.
Τι θα γίνει εις το τέλος; Όταν διώχνεται ό διάβολος με τη δύναμη της Εκκλησίας, επιστρέφει μετά πολλής μανίας εις τους μάγους, που τον διατάζουν να φέρει εις πέρας την αποστολή του. Πόσοι και πόσοι μάγοι, δεν εύρον ακαριαίων θάνατον, όταν ό διάβολος επιστρέφων αφέθη ελεύθερος από τον Θεόν να εκδικηθεί. Αν ξέρανε οι μάγοι ότι ό διάβολος εκδικείται αυτούς τους ιδίους, ουδέποτε θα συμμαχούσαν με τον σατανά. Το δε φοβερότερο πάντων, δεν είναι ή πρόσκαιρη εκδίκηση, αλλά ή αιώνια κόλαση.
Σημειώνουν και ΚΑΤΑΓΡΑΦΟΥΝ ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ
«Είμαι από πάνω σου και σε παρακολουθώ – λέει ό παμπόνηρος και μισόκαλος. Προσέχω τα μάτια σου, τη γλώσσα σου, τα έργα σου. Έχω μια πενάρα και καταγράφω λεπτομερώς την ημέρα, την ώραν, το δευτερόλεπτο, τα άτομα, , τον τόπον. Ότι καταγράψω, θα σου τα φανερώσω αν δεν προφθάσεις να τα σβήσεις» ( Εννοεί, με το μέγα μυστήριο της εξομολογήσεως.)
Πόσοι δεν γνωρίζουν την άγρυπνο παρακολούθηση του διαβόλου! Παραμονεύει από ώραν εις ώραν να εύρη ευκαιρία να κερδίσει έδαφος. Ό φόβος και ό τρόμος πρέπει να κατέχουν την ζωήν μας δια να σωθώμεν. «Μετά φόβου και τρόμου την εαυτών σωτηρίαν κατεργάζεσθε» (Φίλιπ. 2, 12).Η εξομολόγηση πρέπει να είναι ζώσα και ενεργός, δια να εξαλείφει πάσα αμαρτία της ψυχής μας.
ΒΛΑΣΦΗΜΕ1 ό διάβολος εντός του Ιερού Ναού;
Όσον και αν τον βλασφημούμε εμείς, δεν μας υπολογίζει και δεν μας λαμβάνει υπ’ όψιν. Όταν εσείς τον βλασφημείτε, τότε λυπείτε και τότε πονεί διά τας πληγάς, που του ανοίγετε».
Απαθής παραμένει ό Κύριος μας και Θεός μας, όταν ό διάβολος βλάσφημη το άγιον και υπερύμνητον Όνομα Του. Όπως κατά τον ίδιον τρόπον απαθής παραμένει και ή Πανάχραντος Παναγία μας και οί άγιοι άγγελοι και οί άγιοι της Εκκλησίας μας. Η λύπη και ό πόνος προξενείτε εις τον Θεόν και εις την Παναγίαν μας μόνον, όταν ημείς βλασφημούμε το ΥΠΕΡ ΠΑΝ ΟΝΟΜΑ του Θεού μας και των αγίων της Εκκλησίας μας.
-Πουθενά δεν βρίσκεται τόσο κοντά Παράδεισος και κόλαση, όσο στην Εκκλησία·.
Καθώς λέγει μία πιστή ψυχή, ή αγιότητα, ή χαρά και ή ουρανιά καθαριότητα. Και δίπλα ή φοβερή αιχμαλωσία του ανθρώπου στην αμαρτία, στη μανία της κόλασης».
Ή ιδία πιστή ψυχή λέγει: όσο ιερότερος ό χώρος, τόσο μεγαλύτερα τα βάσανα των δαιμόνων, αλλά και τόσο πιο βαθιά ή κάθαρση τους».
Ό διάβολος συνεργεί στην ΜΕΤΑΝΟΙΑ;
«Με τα δικά μας κτυπήματα έρχεσθε σεις εις την αγκάλη Του. Αν δεν είμεθα εμείς, ποίος από σας θα ήρχετο εις την Εκκλησία Του;».
Άθελα του ό παγκάκιστος συνεργεί εις μετάνοιαν. Πλήθος ασθενών παραδέχονται μετά δακρύων, ότι ή δοκιμασία, που παρεχώρησεν ό Θεός να υποστούν, εγένετο αιτία μετανοίας. Δια αυτής γνωρίσαμεν και αγαπήσαμε τον Θεον, ομολογούν.
-Εν θλίψει εμνήσθημέν Σου Κύριε». « Εν ήμερα θλίψεώς μου τον Θεόν εξεζήτησα, ταίς χερσί μου νυκτός εναντίον αυτού, και ουκ ηπατήθην». (Ψαλμ. 76, 3».
ΑΞΙΩΣΕΙΣ του διαβόλου
Ομιλώντας το δαιμόνιο προς τον Θεόν δια τον αμαρτωλό λέγει:
«Βλέπεις πόσον αγαπά εσένα και πόσον αγαπά εμένα; Άρα δεν είναι με το δικό σου μέρος, αλλά με το δικό μου. Τα έργα του είναι έργα μου. Ουδεμία σχέση έχουν με το ιδικό Σου θεϊκό θέλημα.
Οι αυθάδεις αυτές αξιώσεις του διαβόλου έναντι του Θεού είναι αποτέλεσμα των δικών μας πράξεων. Ό διάβολος είναι ό κατήγορος μας προς τον Θεόν.
Από τον Θεόν ό διάβολος απαιτεί να του παραχωρήσει άδεια καταλήψεως του ανθρώπου, διότι τα έργα μας δεν είναι του Θεού, αλλά του διαβόλου. Κύριε σώσον ημάς.
«Κύριε μη, απόρριψης ημάς από του προσώπου Σου..,». (Ψαλμ. 50, 13).
Ο λειτουργός του Θεού και οι ΜΑΓΟΙ.
—«Δι αυτούς, — λέγει το πονηρό δαιμόνιον — που τους Έχω εγώ και κάνουν τα μαγικά μου, να προσεύχεσαι πάντοτε και ουδέποτε να τους καταράσαι. Διότι αν για σας Εκείνη (εννοεί την Παναγία μας) κλαίει μίαν φοράν, δια τους μάγους κλαίει δύο φοράς, διότι γνωρίζει που θα πάνε».
Το θλιβερό κατάντημα των μάγων δεν δύναται ανθρώπινος νους να το συλλαβή. Σύμβουλοι στο παρόντα κόσμον και σύμμαχοι και όργανα των μάγων είναι οι δαίμονες με ανταλλαγή την αιώνιο και αθάνατο ψυχήν του καθ’ ενός, που μεταχειρίζεται την μαγεία. Πόσον, αλήθεια, πόσον πρέπει ό κάθε πιστός να προσεύχεται για αυτούς τους δυστυχείς ανθρώπους.
Όταν ό κύριος προσηύχετο δια τους σταυρωτάς Του έδωκε παράδειγμα προς μίμησιν εις ημάς. Όπως εκείνοι δεν γνώριζαν Τι έπρατταν και οι μάγοι «ουκ οίδασι Τι ποιούσι».
Οι απειλές του διαβόλου κατά του πολεμούντος αυτόν
«Τα έβαλες εναντίον ολοκλήρου της κολάσεως. Αλλά και εμείς δεν μένομεν ήσυχοι. Όπως μας καίγεις εδώ εις την γην καθημερινώς, έτσι σου καίομαι και εμείς το όνομά σου εις την κόλασιν».
Ο πολεμών τον διάβολο πρέπει να γνωρίζει, ότι απέναντι του υπάρχει ό διάβολος, εχθρός αόρατος, που έχει μόνον ένα σκοπό: Να εμβάλλει φόβον.
Κύριε δώσε μας την χάριν Σου, «ίνα ό φοβερός φοβηθεί και φυγή και ό φοβίζων και απειλών ημάς φοβούμενος φανή.»
Ή μυστηριώδης «ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ» Θεού και διαβόλου
- «Όπως και όσα αν σου περιγράψω – ομολογεί το πνεύμα το ακάθαρτων -είναι αδύνατον να συλλαβής Τι υποφέρομε εμείς οι δαίμονες, όταν αυτή ή φωτιά συναντηθεί με μας μέσα του». (Εννοεί ό πονηρός διάβολος στον ασθενή και οχλούμενον υπό των ακαθάρτων πνευμάτων).
Αν ανάψουν όλα τα πετρέλαια της οικουμένης και όλα τα πετρέλαια της Αραβίας, δεν φθάνουν την φωτιά, που μας κατακαίγει όταν κοινωνεί αυτός…», (εννοεί ό δαίμονας το δαιμονισμένο άτομο).
Η μυστηριώδης «ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ» του Θεού μετά του διαβόλου μέσα εις τον ασθενή είναι μέγα πρόβλημα. Ποία σχέσης φωτός και σκότους; Θεού και Βελίαρ; Και όμως! Παραδόξως ό Πανάγαθος Θεός, εις τα περιστατικά αυτά, εκδηλώνει την άμετρων ιδιότητα της ΥΠΟΜΟΝΗΣ απέναντι του δαίμονος. Όπως όταν ό άνθρωπος διαπράττει το μεγαλύτερον έγκλημα της αμαρτίας. Και τότε εφαρμόζε­ται δια τον αμαρτωλό άνθρωπον ή Μακροθυμία του Θεού. Διότι αποσκοπεί ό Θεός εις την σωτηρίαν του ανθρώπου και όχι στην απώλειά του.
Στην περίπτωσιν του δαιμονισμένου ανθρώπου, οποιοσδήποτε και αν είναι, αναμένει την μετάνοιάν του. Και όταν ή μετάνοια είναι ειλικρινής, τότε εξαφανίζεται ό διάβολος.
Εάν ό Θεός εξεδίωκε αυτομάτως με την μετάδοση της Θείας Κοινωνίας τον διάβολο, έκαστος θα αμάρτανε ασυστόλως και θα διελογίζετο:
»Και αν έλθει ό διάβολος μέσα μου, εγώ θα κοινωνήσω και αμέσως θα φύγει!…».
Κατ’ αυτόν τον τρόπον όμως ουδείς δαιμονισμένος θα υπήρχε και θα υπερεπερίσσευεν ή αμαρτία. Ό φόβος της καταλήψεως υπό του διαβόλου είναι ένας λόγος αποφυγής της αμαρτίας.
Η απερίγραπτος ΚΑΚΙΑ του διαβόλου κατά του ανθρώπου.
- «Δεν θέλω να κινείτε ανθρωπινή σκιά επί του πλανήτου της γης. Εάν με άφηνε – συνεχίζει ό κακούργος δαίμονας – μόνον ένα λεπτό της ώρας, θα καταπόντιζα ολόκληρη τη γη».
Ποίος δύναται να περιγράψει την κακία του διαβόλου κατά του ανθρώπου; Αυτήν την κακία του παγκάκιστου δαίμονος ουδέποτε την έλαβε υπ’ όψιν ό κοσμικός άνθρωπος. Και το σημαντικότερον πάντων, ουδέποτε προσπαθεί να αποφυγή τα πονηρά και διαβολικά έργα.
Δώσε Κύριε, δώσε φώτιση στον κόσμον Σου. .
Η άμετρος ΠΟΝΗΡΙΑ του διαβόλου
-Κάνω τόσον όμορφα τη δουλειά μου, που είναι αδύνατον να με ανακαλύψεις πότε και πώς ενεργώ».
Η άμετρος πονηρία του διαβόλου δεν ανακαλύπτεται ευκόλως. Οτιδήποτε κακό, είναι του διαβόλου. Πόσον όμως κρύπτεται ό αυτουργός της πονηρίας, δεν υποπτεύεται ό άνθρωπος. Ουδέποτε ό ποιών το κακόν είναι μόνος του. Όπισθεν κάθε μιας πράξεως, που είναι αντίθετος των εντολών του Θεού, υποκρύπτεται ό μισόκαλος δαίμονας.
Τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ του διαβόλου.
- «Δεν φεύγω, όσο ξύλο και αν τρώγω. “Έχω δικαιώματα», φωνάζει με κομπασμό και υπερηφάνεια ο διάβολος.
Όπως εις την περίπτωσιν των δαιμονισμένων στην χωρά των Γεργεσηνών χρησιμοποιεί, ό διάβολος, την γλώσσα της παρακλήσεως (Μάρκ. 5, 6-7) προς τον Κύριον, ούτω και τώρα. Γνωρίζει, ότι ό Θεός δεν θα τον ανεχθεί επί πολύ ακόμη, και προβαίνει εις παρακλήσεις και ικεσίας. Χρησιμοποιεί το όπλον της υποκρισίας. Οι υποκριτικές παρακλήσεις του επιμαρτυρούν την αδυναμία και την κακίαν του.
Η ανυποχώρητος ΕΠΙΜΟΝΗ του διαβόλου.
·Δεν υποκύπτω εύκολα όπως εσείς, λέγει με πολλήν ειρωνεία ό υπερήφα­νος δράκοντας. Εγώ μάχομαι με όλη μου την δύναμιν να κρατηθώ. Εκείνος, που θα μείνει τελευταίος, εκείνος θα κερδίσει την μάχη ν».
Μη νομίσωμεν, ότι ό διάβολος υποχωρεί με την πρώτη μάχη. Είναι εις πολλάς περιπτώσεις ανυποχώρητος. όταν προσέξομε πόση επιμονή έδειξε εναντίον του Κυρίου, στην έρημον τότε θα αντιληφθούμε το διαβολικό πείσμα. Άλλα θα υποχωρήσει καταντροπιασμένο το σκοτεινό δαιμόνιο όταν και ημείς επιμένουμε αντιτάσσοντας εις αυτό τας δυνάμεις μας, τας οποίας ενισχύει δια της χάριτος Του ό Θεός. Δεν πρέπει να υποχωρήσουμε ούτε να υποκύψουμε στις πανουργίας του διαβόλου. Το «άντίστητε τω διαβάλω·· δεν έχει την έννοια της ολιγόλεπτου μάχης. ‘Αλλά της διαρκούς και πεισματώδους μάχης και τότε επέρχεται ή νίκη.
Ο διάβολος ΟΜΟΛΟΓΕΙ…
« Αν γνώριζα το κακόν, που θα μου έκανε, δεν θα τον σταύρωνα…».
Ο ΣΤΑΥΡΟΣ του Κυρίου. όπλον αήττητων. όπλον ακαταμάχητο. «Φρίττει γαρ και τρέμει – ό διάβολος – μη φέρων καθαράν αυτού την δύναμιν.» «Σταυρός ό φύλαξ πάσης της οικουμένης…» Συνεπώς, ό Σταυρός, ως Σύμβολο, ως Σχήμα, ως Τύπος, ως Ουσία, ως Νόημα Ζωής, κατέχει δεσπόζουσα θέσιν εν τη Εκκλησία και παντού εντοπίζεται». (Ιδε ΒΙΒΛΙΟΝ «ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΤΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ» Επιμέλεια Αρχιμ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Καθηγουμένου Ίερ. Μονής ΣΤΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ
Ο διάβολος ΕΙΡΩΝΕΥΕΤΑΙ…
- Σάς υπόσχεται ΕΚΕΙΝΟΣ τον Παράδεισον λέγει καταγελών ημάς, ό διάβολος, δια το κατάντημα μας – και δεν τον ακολουθείτε. Σάς υπόσχομαι εγώ την κόλασιν και όλοι έρχεσθε μαζί μου».
Τι είναι ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ; Σε απασχόλησε ποτέ ή σκέψις; Ότι, όταν πεθάνεις, εμπρός σου εκτείνεται ένας ατελείωτος αιώνιος κόσμος; Εάν κερδίσωμεν την Βασιλείαν του Θεού, κερδίσαμε το πάν. Εάν όμως κολασθούμε, χάσαμε το πάν. «Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδίσει τον κόσμον όλον, και ζημιωθεί την ψυχήν αυτού;» (Μάρκ. 8, 36).
Ο διάβολος ΔΕΝ ΠΑΥΕΙ να μας καταπολεμά.
— « Εγώ κάνω ακατάπαυστα το καθήκον μου και σας καταπολεμώ, λέγει ό κακούργος και άρχέκακος δαίμονας. Εσείς κάνετε το καθήκον σας να με καταπολεμείτε όπως εγώ σας καταπολεμώ;».
Ο διάβολος ημέρας τε και νυκτός καταπολεμεί τον κάθε άνθρωπο. Προ πάντων τους πιστούς. Καταστρώνει σχέδια την νύκτα, δια να τα εφαρμόσει την ημέρα. «Σκέπτομαι, σκέπτομαι, Τι άλλο να σου κάνω- λέγει ό διάβολος.
Αν γνωρίζαμε, Ότι εις κάθε βήμα της ζωής μας ό διάβολος παραμονεύει να μας προξενήσει κακόν, θα ήταν διαφορετική ή ζωή μας.
Το όνομα μου είναι ΔΙΑΒΟΛΟΣ…
- «Το όνομα μου είναι διάβολος, λέγει ό πανούργος δαίμονας. Αυτό σημαίνει Ότι τίποτε άλλο δεν μπορώ να σας κάνω, ειμή μόνον να διαβάλλω. Δεν αναγκάζω κανένα. Εσείς διατί έρχεσθε μόνοι σας σε μένα;»
Ποίος δύναται να υποστήριξη ότι ό διάβολος τον εξανάγκασε προς διάπραξη της αμαρτίας; Ό κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να αποφασίσει το ΝΑΙ ή το ΟΧΙ. Όπως ό Θεός παροτρύνει τον άνθρωπο να αποφυγή το κακόν και να πράξη το καλόν, κατά τον ίδιον τρόπον ό διάβολος παροτρύνει τον άνθρωπο να απαρνηθεί το καλόν και να διάπραξη το κακόν.
· Ιδού λέγει ό Θεός, παρέθηκά σοι πυρ και ύδωρ ου αν θέλεις, εκτενείς την χείρα σου» (Σοφ. Σειρ. 15, 16).
“Ώστε μόνοι μας εκλέγομε τον Παράδεισον ή την κόλασιν. Ουδείς μας πταίει
Ο διάβολος ΠΑΡΑΔΕΧΕΤΑΙ…
- Είσαι, πονηρέ δαίμονα, το σκότος της κολάσεως.
-Είμαι, άπαντά με πολλή υπερηφάνειαν ό διάβολος.
- Είσαι ή λάσπη και ή ακαθαρσία της κολάσεως.
- Είμαι, απαντά με πολλή αναισχυντία.
- Είσαι ή εφεύρεσης παντός κακού στο κόσμον.
Είμαι, άπαντα με διαβολική καύχηση. Είμαι και δεν αρνούμαι.
Έχεις τίποτε άλλο να μου ειπείς;
Τώρα ερωτώ εγώ, λέγει ό παμπόνηρος και παγκάκιστος δαίμονας. « Εφ’ όσον είμαι ότι μου είπες, και Ότι δεν μου είπες, διατί μόνοι σας έρχεσθε και κολυμπάτε μέσα εις το ιδικό μου βρώμικο και ακάθαρτο νερό;»
Χρειάζονται σχόλια; Ό ουρανός, ή γη, ή θάλασσα μολύνθηκαν από τα βρώμικα και ακάθαρτα νερά των δικών μας πράξεων. Τι μας απομένει; Η ή μετάνοια ή, ή θεία δίκη και τιμωρία.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ό διάβολος;
- «Είμαι, λέγει ό διάβολος, ελεύθερος. Με άφησε ελεύθερον. Ουδείς θα μείνει άθικτος. Όλοι θα περάσετε από το κόσκινο μου…».
« Ιδού ό σατανάς εξητήσατο υμάς του σινιάσαι ως τον σίτον» « Ιδού ό σατανάς, όπως άλλοτε περί του Ιώβ, ούτω και δια σας τώρα ζήτησε να σας ταράξει και σας κλονίσει, όπως κοσκινίζεται και σείεται το σιτάρι μέσα εις το κόσκινον·· (Λουκ. 22, 31).
«Και εβλήθη ό δράκων, ό όφις ό μέγας ό αρχαίος, ό καλούμενος Διάβολος και ό Σατανάς, ό πλανών την οικουμένη όλη, εβλήθη εις την γην, και οι άγγελοι αυτού μετ’ αυτού εβλήθησαν». «Και ερρίφθη ό δράκων ό μεγάλος, ό παλαιός όφις, που παρέσυρε εις την παράβασιν τους πρωτοπλάστους, ό καλούμενος διάβολος και ό σατανάς, ό όποιος πλανά την οικουμένη όλη. Ερρίφθη εις την γην, και οι σκοτεινοί άγγελοι του ερρίφθησαν και αυτοί μαζί με αυτόν».
Είναι κοινή ομολογία, ότι τα σημεία των καιρών προειδοποιούν, ότι κάτι φοβερόν αναμένει τον πλανήτη της γης. “Ας είμεθα λοιπόν Έτοιμοι…».
ΠΕΣΕ ΝΑ ΜΕ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗΣ…
-Πάψε πια να μας πολεμάς.,., λέγει ό κακούργος και αρχέκακος όφις. Έλα να συμμαχήσομε μαζί. Πέσε να με προσκύνησης και Ότι μου ζήτησης, θα σου το δώσω. Χρυσάφι όσο θέλεις. Πλούτη, θέσεις, αξιώματα…».
- Αποτάσσομαι σοι, Σατανά, και πάσι του έργοις σου, και πάσι τοις αγγέλοις σου, και πάση τη λατρεία σου, και πάση τη πομπή σου. Πτού σου καταραμένε και αφορισμένε από τον Επουράνιό μου Θεόν.
Ο ίδιος παρέμεινε και παραμένει ό διάβολος και θα παραμένει από τότε, που πολέμησε τον Κύριόν μας εις την έρημο, έως της σήμερον και έως της συντέλειας του κόσμου. Αυτόν τον άσπονδο εχθρόν του ανθρώπου πρέπει να και πολεμήσωμεν, δια να λάβωμεν τον στέφανον της νίκης.
Θα μεταχειριστεί τα πάντα
Δεν είναι δυνατόν, να παραγνωρισθεί ή πραγματικότης. Αυτό, δηλαδή, που τονίσθηκε περισσότερον παρά άλλοτε, Ότι ό Αντίχρι­στος θα μεταχειριστεί τα πάντα, δια να παραπλάνηση τους ανθρώπους της γης. Θα ποίηση εικόνα και θα δώσει πνεύμα πλάνης εις αυ­τήν και θα «λαλήση ή είκών του θηρίου». Θα εξαναγκασθούν οί άνθρωποι να προσκυνήσουν την εικόνα, και «όσοι εάν μη προσκυνήσωσι τη εικόνι του θηρίου», θα έχει την εξουσία ό Αντίχριστος «ίνα αποκτανθώσι», δηλαδή, να φονευθούν (Άποκ. 13,15).
Θα δώσει «χάραγμα» εις τους ανθρώπους. Το χάραγμα θα είναι ή επί της δεξιάς χειρός ή επί των μετώπων των ανθρώπων. Ό διαχωρισμός των οπαδών του Χριστού και των οπαδών του Αντίχριστου θα αρχίσει εκ της τροφής. Ή αγορά και ή πώλησης τροφών. Το σημείον τούτο θα είναι κρίσιμο. Πολλοί θα υποκύψουν, διότι δεν θα γνωρίζουν, Ότι και αυτός ό Αντίχριστος δεν θα έχει εις το τέλος τροφή δια να δώσει εις τους οπαδούς του.
Το χάραγμα ή, ή σφραγίδα του Αντίχριστου θα δώσει την ευκαιρία μόνον εις τους σφραγισμένους «να αγοράζουν ή να πωλούν» (Άποκ. 13,17).
Εν συνεχεία θα προχώρηση ό Αντίχριστος στην διακίνηση του νομίσματος. Θα δέσμευση το χρήμα, το νόμισμα. Θα έχει δε δικαίωμα μόνον ό σφραγισμένος να χρησιμοποιεί το ειδικό νόμισμα, το κοινόν εις τα έθνη. Τότε, με την ιδία σφραγίδα θα δικαιούται να μετακινείται από τόπου εις τόπον δι’ όλων των μέσων. Θα διακοπή δηλαδή, ή μετακίνησης των αρνουμένων την σφραγίδα του Αντίχριστου.
Ειδική ταυτότητα ή ειδική κάρτα θα είναι το έτερον σημείον του διαχωρισμού των πιστών από τους απίστους. Τότε όσοι θα χρησιμοποιούν την ειδική κάρτα θα είναι οί νομοταγείς εις το κράτος. Όσοι θα αρνηθούν, θα είναι οί παράνομοι. Από του σημείου τούτου θα αρχίσει Όσοι διωγμός και το μαρτύριο.
Τα θαύματα και ή πλάνη του Αντίχριστου θα πολλαπλασιασθούν. Ό κόσμος θα είναι βυθισμένος εις το σκότος και όλο και περισσότερον θα περιπατεί εις το σκότος και όλο και περισσότερον διαρκώς εις τας τάξεις του «ανόμου». Το αποκορύφωμα θα είναι ή παγκόσμιος κυριαρχία του «ανθρώπου της αμαρτίας, του υιού της απώλειας» (Β’ Θεσσ. 2,3).
Χρειάζεται προσοχή
Δια την ύπαρξιν του διαβόλου δεν χωρεί ουδεμία αμφιβολία. Ή ενανθρώπισης του Κυρίου σκοπό είχεν την απελευθέρωσιν του ανθρώπου εκ της δυναστείας του διαβόλου. Ή επί γης Εκκλησία του Χριστού κατεργάζεται την σωτηρίαν κάθε ψυχής. όταν ομιλούμε περί σωτηρίας, προϋποτίθεται ή ύπαρξης εχθρού. Ό εχθρός ποίος; Ο σατανάς και διάβολος ό «πλανών την οικουμένη όλη…» (Άποκ. 12,9).
Η ύπαρξης κακών πνευμάτων μαρτυρείτε από όσους λυτρώθηκαν από αυτά. Ή προσωπική των εμπειρία, τα βάσανα που υπέστησαν, ή πάλη που διεξήγαγαν, ό αγώνας που υπεβλήθησαν δεν αφήνουν αμφιβολίας δια την ύπαρξιν δαιμόνων. ούτε δίδουν υπόνοια να φανταστή κανείς, Ότι υπέφεραν ή ότι ηθέλησαν οι ίδιοι να υποφέρουν για επίδειξη. Δεν είναι δυνατόν, να ισχυριστεί κάποιος, Ότι, όσα υπέφεραν αυτά τα άτομα, είσαν εικονικά, ότι ενεφανίζοντο στον κόσμον με επιτηδειότητα, δια να κινήσουν υπέρ αυτών τον οίκτων ή την συμπάθεια.
Απεριόριστος προσοχή επιβάλλεται να υπάρχει εις την παρούσαν ζωήν εκ μέρους των πιστών. Ό διάβολος καραδοκεί δια να εισέλθει εις την ψυχήν και να την θανάτωση. Είναι ανθρωποκτόνος και ψυχοκτόνος. Εργάζεται χωρίς ανάπαυλα. Ούτε τη μέρα ησυχάζει ούτε νύκτα αναπαύεται. Μυριάδες μυριάδων αι παγίδες του και αυτός είναι έτοιμος να συλλάβει το θύμα του και να το εκδικηθεί.
Έναντι αυτού του αοράτου εχθρού ημείς είμεθα παντελώς ανίσχυροι. Δια τούτο επιβάλλεται όπως αναθέσωμεν πάσαν την ζωήν μας εις τον Κύριον Ιησούν.
«πάσαν την μέριμνα ημών επιρρίψαντες έπ’ αυτόν, Ότι αύτω μέλει περί ημών, νίψατε, γρηγορήσατε” Όσοι αντίδικος υμών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α’ Πετρ. 5,7-8).
Οι θετικοί παράγοντες προς απελευθέρωση εκ του πονηρού πνεύματος.
Θετικοί παράγοντες δια την προσέλκυση της χάριτος του Θεού είναι αυτοί:
α. Το Ακατανίκητο όπλο της ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ.
β. Η ανάγνωσης και ή μελέτη της Αγ. ΓΡΑΦΗΣ.
γ. Η βαθιά μελέτη του Λόγου του Θεού.
δ. Μελέτη και ανάγνωση ιδιαιτέρως των Ψαλμών του Δαυίδ.
ε. Καθημερινή ανάγνωση των πατερικών κειμένων της Εκκλησίας. Οι άθλοι και τα μαρτυρολόγια των αγίων.
στ. Η εξομολόγηση και ειλικρινής απόφαση να μην επιστρέψει ο ασθενής εις τα οπίσω, αλλά να πράττει το θέλημα του Θεού.
ζ. Οι παρακλήσεις και οι χαιρετισμοί της Παναγίας μας και άλλε παρακλήσεις αγίων.
η. Η νηστεία επίσης αποτελεί μέγα όπλο κατά των πονηρών πνευμάτων.
Το διαβεβαίωσε Όσοι Κύριος, όταν έδωκεν εις την γενεάν των ανθρώπων την θεϊκή Του συνταγή.
«Το γένος τούτο εν ουδενί δύναται εξελθείν ειμή εν προσευχή και νηστεία» (Μάρκ. 9,29).
Ή εγκράτεια εις την τροφήν, που επεκτείνεται και εις τα σαρκικά, είναι αναγκαία, δια να εκδιωχθεί Όσοι διάβολος.
θ. Επισφράγισμα μιας προσπάθειας κατά των πονηρών πνεύμα των είναι ή μετάληψις των αχράντων μυστηρίων του Θεού. Το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου είναι το υπέρτατο όπλο, που κατασυντρίβει την δύναμη του διαβόλου.
-«Ως λέοντες τοίνυν πυρ πνέοντες, όντως από της τραπέζης αναχωρούμε εκείνης, φοβεροί τω διαβάλω γινόμενοι» (Ρ.Ο. 59,260).
«Πίνετε αγιασμό, όσο πιο συχνά τόσο πιο καλά. Είναι το καλλίτερο και αποτελεσματικότερο φάρμακο. Αυτό δεν το λέγω σαν παπάς, το λέγω σαν γιατρός. Από την Ιατρική μου πείρα».

(Αρχιεπίσκοπος Λουκάς Βοϊνογιασινέτσκι, 1961)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ . ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΕΥΧΟΣ 43-44 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 1991