Τρίτη 27 Αυγούστου 2013

Ο ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ

Ο ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ

1. Δεν είναι αναχρονιστική η συνάφεια. Παρόμοιο διαθρησκειακό και διαχριστιανικό περιβάλλον.
 
Στο τελευταίο μας άρθρο με τίτλο «Μακράν της οδού των Αγίων Πατέρων η συνάντηση Βαρθολομαίου και πάπα» είχαμε εξαγγείλει ότι θα συνεχίζαμε την έκθεση των εκτιμήσεών μας με βάση τη διαχρονική συνείδηση της Εκκλησίας, όπως αυτή εκφράζεται μέσα στους βίους των Αγίων Πατέρων και διδασκάλων. Επειδή μάλιστα ο Άγιος Σπυρίδων, ο θαυματουργός πολιούχος της Κέρκυρας, έδιωξε τον πάπα μέσα από τον ναό του με ένα εντυπωσιακό θαύμα που έκανε, ενώ οι σημερινοί προκαθήμενοι, τον εισάγουν στους ορθόδοξους ναούς, τον ασπάζονται, τον θυμιάζουν και τον πολυχρονίζουν, σχεδιάσαμε να παρουσιάσουμε αυτό το θαύμα, όπως το διασώζει και το σχολιάζει ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, μεγάλος λόγιος και διδάσκαλος του Γένους και μέλος της τριάδος των Αγίων Κολλυβάδων του 18ου αιώνος. Ο σχεδιασμός αυτός και η προτεραιότητα παραμένει, με μία μικρή χρονική παρέκκλιση, λόγω της εορτολογικής συγκυρίας. 
Η μνήμη του Μεγάλου Αντωνίου, σε ναό του οποίου στη Θεσσαλονίκη υπηρετούμε με τη χάρη του Θεού και την ευλογία του Αγίου ήδη δεκατρία χρόνια, μας έδωσε την ευκαιρία και πάλι να εντρυφήσουμε στο θαυμάσιο «βίο»   του, πρότυπο από πλευράς γραμματολογικής όλων των μεταγενέστερων «βίων» Αγίων, τον οποίο συνέγραψε ο διατελέσας μαθητής του αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας και στύλος της Ορθοδοξίας, όντως Μέγας Αθανάσιος.
Το μεγαλύτερο μέρος του «Βίου» αναλίσκεται στα ασκητικά κατορθώματα του Αγίου Αντωνίου, στους αγώνες του εναντίον των δαιμόνων και στη σχετική διδασκαλία του, όπως και στο μεγάλο όντως κατόρθωμά του να γίνει ο «πολιστής της ερήμου», να γεμίσει την έρημο με μοναστήρια, θεμελιωτής έτσι και αρχηγός γενόμενος του αναχωρητικού βίου: «Έπεισε πολλούς αιρήσασθαι τον μονήρη βίον, και ούτω λοιπόν γέγονε και εν τοις όρεσι μοναστήρια και η έρημος επολίσθη υπο μοναχών εξελθόντων από των ιδίων και απογραψαμένων την εν τοις ουρανοίς πολιτείαν».
Την μακροχρόνια ξενιτεία του από τον κόσμο διέκοψε δύο φορές, προκειμένου να αγωνισθεί και να συμβάλει στη διάσωση της Ορθοδοξίας, που όπως τώρα, έτσι και τότε, κινδύνευε από εξωτερικούς και πιο πολύ από εσωτερικούς εχθρούς. Ο Χριστιανισμός δεν παρουσιάσθηκε συνδιαλεγόμενος και συναλλασόμενος «επί ίσοις όροις» με τις άλλες θρησκείες, διεκδικώντας μέρος της αλήθειας, που υπάρχει δήθεν σε όλες τις θρησκείες, όπως βλάσφημα ισχυρίζονται σημερινοί δήθεν χριστιανοί ηγέτες των διαθρησκειακών συναντήσεων του Αντιχρίστου, αλλά ως μοναδική αλήθεια, η μοναδική οδός σωτηρίας, ως το αληθινό φως που αντικατέστησε όχι ισχνότερα φώτα, αλλά το σκότος της αγνωσίας του Θεού και της πλάνης: «Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα, και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς». Δεν είπε ο Χριστός ότι εγώ είμαι ένας δρόμος, μία αλήθεια, ένα φως ανάμεσα σε άλλους δρόμους, σε άλλες αλήθειες, σε άλλα φώτα, αλλά εγώ είμαι η μοναδική αλήθεια, ο μοναδικός δρόμος, το μοναδικό φως: «Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή». «Εγώ ειμί το φως του κόσμου, ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ΄έξει το φως της ζωής».
Αυτήν την αποκλειστικότητα του Ευαγγελίου, την οποία ορισμένοι χαρακτηρίζουν και σήμερα ως ακραία και φουνταμενταλιστική, συκοφαντούντες και διώκοντες όσους με συνέπεια και πιστότητα την προβάλουν ως κήρυγμα και ως ζωή, επλήρωσαν ακριβά οι Άγιοι Απόστολοι και οι Άγιοι Μάρτυρες, προτιμήσαντες να βασανισθούν και να χύσουν το αίμα τους παρά να συμβιβασθούν με τις άλλες «αλήθειες», να συνυπάρξουν στο πολυπολιτισμικό μοντέλο των διαθρησκειακών σχέσεων και συναντήσεων, από αγάπη δήθεν για τους άλλους.        
2. Διδάσκαλοι απραξίας και υποκρισίας. Οι πολύξεροι και οι ταπεινοί.
Όταν λοιπόν, προ του Μ. Κωνσταντίνου εμαίνετο ο διωγμός στην Αλεξάνδρεια εναντίον των Χριστιανών επί Μαξιμίνου το 311, ο Μέγας Αντώνιος σε ηλικία εξήντα ετών (γεννήθηκε το 251) άφησε για λίγο την έρημο, την άσκηση και την προσευχή και ήλθε στην Αλεξάνδρεια άφοβος και ατρόμητος με διάθεση και πόθο να μαρτυρήσει και να ενθαρρύνει τους οδηγουμένους στο μαρτύριο. Αψήφησε και αγνόησε τις απαγορεύσεις του δικαστού να φύγουν οι μοναχοί από την πόλη και να μη παρίστανται στις αίθουσες των δικαστηρίων. Εμφανίστηκε ενώπιον του ηγεμόνα σε περίβλεπτη θέση στο δικαστήριο, αποδεικνύοντας την προθυμία των Χριστιανών να αγωνισθούν για την πίστη τους και να μαρτυρήσουν, «αυτός ατρέμας ειστήκει, δεικνύς ημών των Χριστιανών την προθυμίαν, ηύχετο γαρ και αυτός μαρτυρήσαι, καθά προείπον». Τον φύλαξαι βέβαια ο Θεός και δεν μαρτύρησε, για να ωφελήσει περισσότερο με την ζωή του, αυτός όμως δεν περιορίσθηκεστο κελλί του, στην έρημο, αλλά «υπηρέτει συνήθως τοις ομολογηταίς, και ως συνδεδεμένος αυτοίς ην κοπιών εν ταις υπηρεσίαις». Όταν κινδυνεύει η πίστις, η Ορθοδοξία, πρώτη πνευματική προτεραιότητα είναι η υπεράσπισή της, ο αγώνας η συμπαράσταση προς όσους αγωνίζονται, η μέχρι θανάτου και αίματος προθυμία. Όλα τα άλλα πνευματικά καθήκοντα έπονται. Όσοι πράττουν και συμβουλεύουν τα αντίθετα, απλώς συγκαλύπτουν με προφάσεις την απροθυμία και δειία τους, και γίνονται διδάσκαλοι και καθηγητές της απραξίας και της υποκρισίας.
Δεν πρόκειται βέβαια εδώ να παρουσιάσουμε πως αντιμετώπισε ο Μέγας Αντώνιος τους μεγάλους και σπουδαγμένους φιλολόγους και φιλοσόφους της ειδωλολατρίας με ακαθαίρετη επιχειρηματολογία, αφήνοντάς τους, αυτός ο αγράμματος, άναυδους και εκστατικούς. Ίσως αυτό το κάνουμε άλλη φορά, γιατί και πάλι η ειδωλολατρία , παγανισμός εμφανίζεται δυναμικά με ισχυρούς προστάτες. Δεν τα ήξερε ο Άγιος όλα, όπως εκείνοι, δεν ήταν πολύξερος κατά κόσμον, ήξερε όμως όλα τα της πίστεως, ήξερε την Αγία Γραφή και την διδασκαλία των Αγίων και επιπλέον ήταν θεοδίδακτος και θεοφώτιστος. Η πίστη δεν είναι θέμα πολυγνωσίας και μάθησης, αλλά υποταγής ταπεινής όχι στη γνώμη των πολλών, αλλά στην αλήθεια, την διαχρονική και αιώνια της Εκκλησίας. Αν δεν απογυμνωθεί κανείς από την δοκησισοφία και την γνωσιολογική του καύχηση, για να ενσωματωθεί ταπεινά στον νου του Χριστού, της Εκκλησίας, των Αγίων και των Πατέρων, που ανοίγει τους πνευματικούς ορίζοντες, τότε θα διαπορεί και θα διερωτάται για τη βεβαιότητα της πίστεως και την πολυγνωσία, ακόμη και απλών πιστών και θα τους κατηγορεί ως πολύξερους και εγωϊστές, χωρίς ταπείνωση. Ταπείνωση όμως δεν είναι να δέχεσαι την γνώμη των πολλών, αλλά την γνώμη του Θεού και των Αγίων, γιατί πολλές φορές οι πολλοί συντάσσονται με το ψεύδος και δίνουν ισχύ σ' αυτό με την πλειοψηφία τους. Αν η αποδοχή της γνώμης των πολλών, όταν διαφωνούν με την αλήθεια, αποτελούσε δεοντολογική στάση, ούτε το Ευαγγέλιο θα γίνονταν δεκτό, υποστηριζόμενο από ελάχιστους Αποστόλους, ούτε η Εκκλησία θα διεσώζετο μέσα στην πλημμυρίδα των απίστων και αιρετικών.  
3. Η στάση του Αγίου Αντωνίου έναντι των αιρετικών, πρότυπο μίμησης για όλους σήμερα. 
Αυτό που επιθυμούμε τώρα να κάνουμε εδώ είναι να παρουσιάσουμε πως αντιμετώπισε ο Άγιος Αντώνιος την αίρεση του Αρείου, η οποία απειλούσε εσωτερικά την Εκκλησία, έχουσα την υποστήριξη αυτοκρατόρων, ηγεμόνων, πατριαρχών και επισκόπων, όπως συμβαίνει και σήμερα με τις παναιρέσεις του Παπισμού και του Οικουμενισμού, που είναι πολύ πιο επικίνδυνες, γιατί αναιρούν το σύνολο των δογμάτων της πίστεως και μεταβάλουν την θεϊκή διδασκαλία του Ευαγγελίου σε συνήθη ανθρώπινη διδασκαλία, αποσύρουν τον Θεάνθρωπο Χριστό, τους Αγίους και τους Πατέρας, και εγκαθιστούν τον αλάθητο πάπα της Ρώμης και την πανσπερμία των αιρέσεων του Παγκοσμίου Συμβουλίου των δήθεν Εκκλησιών. Η παρουσίαση αυτή είναι πολύ διδακτική και για όσους καμώνονται πως δεν βλέπουν τον κίνδυνο, για ‘σοβαρούς' πνευματικούς που παρασύρουν ή φέρνουν σε πολύ δύσκολη θέση τα πνευματικά τους παιδιά, που βλέπουν καλύτερα με τα μάτια των Αγίων και αρχίζουν να αμφιβάλλουν για την αξιοπιστία της πνευματικής καθοδήγησης. Και ασφαλώς οι Άγιοι είναι πιο αξιόπιστοι από τους οποιουσδήποτε Γέροντες και πνευματικούς, όταν δεν οργίζονται για την αίρεση και δεν αγωνίζονται να την φανερώσουν και να την αποδιώξουν. 
Άφησε λοιπόν για δεύτερη φορά ο Μέγας Αντώνιος την έρημο και κατέβηκε στην Αλεξάνδρεια, της οποίας ο ορθόδοξος επίσκοπος και πατριάρχης, ο Μ. Αθανάσιος, βρισκόταν υπό συνεχή διωγμό και διαδοχικές εξορίες και το ορθόδοξο ποίμνιο υπό την διαποίμανση Αρειανών αιρετικών, όπως τώρα υπό την διαποίμανση οικουμενιστών ή φιλοοικουμενιστών πατριαρχών και επισκόπων. Ο Μ. Αντώνιος, όπως μας παραδίδει ο «Βίος» του, και στα θέματα της πίστεως «πάνυ θαυμαστός ην και ευσεβής». Δεν είχε καμμία κοινωνία με τους σχισματικούς Μελιτιανούς, γιατί γνώριζε από την αρχή την πονηρία και την αποστασία τους. Αλλά και με τους Μανιχαίους και άλλους αιρετικούς δεν μίλησε ποτέ φιλικά, παρά μόνο για να τους νουθετήσει και να τους μεταβάλει σε ευσεβείς και ορθοδόξους. Πίστευε και εδίδασκε ότι η φιλία και η συναναστροφή μαζί τους είναι βλάβη και απώλεια της ψυχής. Εσιχαίνετο και την αίρεση των Αρειανών και παρήγγελε σε όλους ούτε να τους πλησιάζουν ούτε να δέχονται την κακή τους πίστη. Όταν τον επισκέφθηκαν κάποτε κάτι φανατικοί Αρειανοί, αφού συζήτησε μαζί τους και κατάλαβε πως είναι ασεβείς, τους έδιωξε από το όρος που ασκήτευε, λέγοντας ότι τα λόγια τους είναι χειρότερα και από το δηλητήριο των φιδιών. Το κείμενο αυτό αποτελεί θα λέγαμε κανόνα, ο οποίος ολοκάθαρα μας παρουσιάζει, αψευδέστατα και απλανέστατα, πως πρέπει να γίνονται οι διάλογοι με τους αιρετικούς, και πως πρέπει ανθρώπινα και κοινωνικά να ρυθμίζουμε τη σχέση μας μαζί τους, αλλά συγχρόνως δείχνει πως σήμερα γκρεμίζονται όλα τα όρια που έθεσαν οι Πατέρες από τους Οικουμενιστάς, οι οποίοι αγκαλιάζουν τους αιρετικούς και τους ασπάζονται ως ευσεβείς και ομοπίστους   και ούτε διανοούνται όχι να τους διώξουν και να τους απομακρύνουν, αλλά ούτε να τους νουθετήσουν να επιστρέψουν στην Ορθοδοξία. Οι διάλογοι γίνονται επί ίσοις όροις. Εξίσωση του ψεύδους και της αλήθειας, της αιρέσεως και της πλάνης. Όταν διαλέγεσαι επί «ίσοις όροις», αυτό σημαίνει ότι δίνεις τις ίδιες πιθανότητες να επικρατήσει το ψεύδος επί της αλήθειας, ότι αμφιβάλλεις για την αλήθεια και ψάχνεις να την βρεις. Ο διάλογος όμως των Αγίων και των Πατέρων, είναι όπως ο διάλογος του Χριστού προς την Σαμαρείτιδα, των Αποστόλων προς τους Ιουδαίους και τους Εθνικούς, των Πατέρων προς τους αιρετικούς, πρόσκληση και νουθεσία να επανέλθουν στην αλήθεια, να συναχθούν μέσα στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, αυτή είναι η αληθινή ένωση και ειρήνη, τα άλλα είναι ψευδοενώσεις, ψευδοειρήνες και ψευδοδιάλογοι.
Επειδή, λοιπόν, το κείμενο αυτό υποδεικνύει τον δρόμο της αληθινής ενώσεως από το στόμα ενός μεγάλου Αγίου, και πραγματοποιεί το «ίνα πάντες εν ώσι», για το οποίο κόπτονται και πολυπραγμονούν οι Οικουμενισταί, το παραθέτουμε επί λέξει: «Και τα πίστει Δε πάνυ θαυμαστός ην και ευσεβής. Ούτε γαρ Μελιτιανοίς τοις σχισματικοίς ποτε κεκοινώνηκεν, ειδώς αυτών την εξ αρχής πονηρίαν και αποστασίαν, ούτε Μανιχαίοις ή άλλοις τισίν αιρετικοίς ωμίλησε φιλικά, ή μόνον άχρι νουθεσίας της εις ευσέβιαν μεταβολής, ηγούμενος και παραγγέλλων την τούτων φιλίαν και ομιλίαν βλάβηνκαι απώλειαν είναι ψυχής. Ούτω γουν και την των Αρειανών αίρεσιν εβδελύσσετο, παρήγγελε Τε πάσι μήτε εγγίζειν αυτοίς μητε την κακοπιστίαν αυτών έχειν. Απελθόντας γουν ποτέ τινας προς αυτόν των Αρειομανιτών, ανακρίνας και μαθών ασεβούντας, εδίωξεν από του όρους λέγων όφεων ιού χείρονας είναι τους λόγους αυτών».
4. Φοβερή η οπτασία του Αγίου Αντωνίου για τους αιρετικούς: Άλογα κτήνη γύρω απο την Αγία Τράπεζα. 
Είναι όντως φοβερό το όραμα που είδε ο Άγιος Αντώνιος σχετικά με την παρουσία αιρετικών μέσα σε ορθόδοξους ναούς. Το όραμα αυτό αιτιολογεί, εξηγεί παραστατικά για ποιο λόγο οι Άγιοι Πατέρες απαγορεύουν με συνοδικούς κανόνες την είσοδο αιρετικών σε καθαγιασμένους χώρους, την συμμετοχή τους σε ακολουθίες και λειτουργίες, τις συμπροσευχές και τα συλλείτουργα. Οι αιρετικοί μη δεχόμενοι την διδασκαλία της Εκκλησίας, των Αποστόλων και των Αγίων, επηρεάζονται από τους δαίμονες και τον πατέρα τους τον διάβολο, στην προβολή πλανεμένων απόψεων. Γι' αυτό και η διδασκαλία τους «μάλλον άγονος και άλογος και διανοίας εστίν ουκ ορθής, ως η των ημιόνων αλογία». 
Συγκλονίσθηκε λοιπόν, και ετρόμαξε ο Άγιος Αντώνιος, όταν επέτρεψε ο Θεός να δει στο όραμά του τους Αρειανούς να περικυκλώνουν το Άγιο Θυσιαστήριο ως ημίονοι (= μουλάρια), να το λακτίζουν και να το μιαίνουν. Τόση ήταν η λύπη και η στεναχώρια του, ώστε έβαλε τα κλάμματα, όπως πικράθηκαν και έκλαυσαν πολλοί ευσεβείς, όταν είδαν τον αιρεσιάρχη πάπα να εισάγεται μέσα στον ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, τον οποίο μάλιστα Άγιο κατήργησε το Βατικανό, και να τον μολύνει. Είμαστε βέβαιοι πως, αν διαβάσουν και μάθουν αυτό το όραμα του Αγίου οι πατριάρχες,οι αρχιεπίσκοποι και οι επίσκοποι, αν βέβαια εξακολουθούν ως Ορθόδοξοι να σέβονται και να ακολουθούν την ζωή και την διδασκαλία των Αγίων, θα διακόψουν τις λειτουργικές αμοιβαίες φιλοξενίες και επισκέψεις, τις εβδομάδες συμπροσευχής και τις αποστολές αντιπροσωπειών στις θρονικές εορτές. Γιατί διαφορετικά θα συμπεριλαμβάνονται και αυτοί ως συνεργοί στο φρικτό όραμα του Μ. Αντωνίου.
Κατά την διήγηση του Μ. Αθανασίου στο «Βίο», ενώ ησχολείτο με το εργόχειρό του καθιστός ο Μ. Αντώνιος, περιήλθε σε ένα είδος εκστάσεως και αναστέναζε πολύ βλέποντας την οπτασία. Μετά από αρκετή ώρα στράφηκε προς τους παρισταμένους μοναχούς, εξακολούθησε να στενάζει και   να τρέμει. Έπεσε στα γόνατα για να προσευχηθεί και έμεινε γονατιστός επί πολύ ώρα. Όταν σηκώθηκε έκλαιγε ο Γέροντας. Ετρόμαξαν οι παριστάμενοι και εφοβήθηκαν πολύ, γι' αυτό τον παρακάλεσαν να τους εξηγήσει. Και αφού τον επίεσαν πολύ και τον εξεβίασαν αναστέναξε πάλι και είπε: «Παιδιάμου είναι καλύτερα να πεθάνω, πριν να συμβούν όσα είδα στην οπτασία. Θα πέσει στην Εκκλησία η οργή του Θεού, και θα παραδοθεί σε ανθρώπους που είναι άλογα κτήνη. Είδα την Αγία Τράπεζα του ναού, στο Κυριακό της σκήτης να περικυκλώνεται σ' όλες της πλευρέςαπό μουλάρια, τα οποία κλωτσούσαν και χοροπηδούσαν, όπως συνηθίζουν να κάνουν αυτά τα άλογα κτήνη. Είδατε και αντιληφθήκατε πως εστέναζα προηγουμένως; Το έκανα γιατί άκουσα φωνή που έλεγε: «Θα μιανθεί το θυσιαστήριό μου». Αυτά είδε ο Γέροντας. Και μετά από δύο ακριβώς έτη έγινε επίθεση των Αρειανών και η αρπαγή των Εκκλησιών. Άρπαξαν τα ιερά σκεύη με τη βία, τα έδωσαν σε ειδωλολάτρες να τα κρατούν, τους εξανάγκασαν να μετέχουν στις συνάξεις τους και παρόντων αυτών έκαναν στην Αγία Τράπεζα ό,τι ήθελαν. Τότε καταλάβαμε όλοι μας, λέγει ο Μ. Αθανάσιος, ότι τα λακτίσματα εκείνα των ημιόνων προεμήνυαν στον Αντώνιο όσα πράττουν τώρα οι Αρειανοί ως κτήνη. Μετά την οπτασία ένιωσε την ανάγκη ο Γέροντας να ενθαρρύνει και να παρηγορήσει τους γύρω του λέγοντας: «Μη λυπάσθε, παιδιά μου, γιατί όπως οργίσθηκε ο Κύριος, έτσι πάλι και θα θεραπεύσει το κακό. Σύντομα η Εκκλησία θα επαναποκτήσει την ομορφιά της και θα λάμψει. Θα δείτε αυτούς που εξορίστηκαν να επιστρέφουν, την ασέβεια να υποχωρεί και να κρύβεται, και την ευσεβή πίστη να εμφανίζεται και να κυριαρχςί παντού, αρκεί σεις να μην μιανθήτε από την αίρεση των Αρειανών, γιατί δεν είναι η διδασκαλία των Αποστόλων, αλλά των δαιμόνων και του πατρός αυτών του διαβόλου, άλογη και άκαρπη, σαν την αλογία των ημιόνων». 
Επίλογος         
     Η οργή του Θεού έχει καταλάβει την Εκκλησία εδώ και πολλές δεκαετίες. Ο Παπισμός και ο Οικουμενισμός θριαμβεύουν. Τότε ο Μ. Αθανάσιος και οι άλλοι Πατέρες κατενόησαν τον κίνδυνο, που περιέγραφε το όραμα του Μ. Αντωνίου. Τώρα βλέπουμε να μολύνονται οι ναοί και τα θυσιαστήρια απο συμπροσευχές και συλλείτουργα με τους «αλόγους» αιρετικούς και ενισχύουμε την μόλυνση και την επαινούμε, συλλακτίζοντες κι εμείς μέσα εις τα Άγια των Αγίων. Αν παρακολουθήσει κανείς οικουμενίστικα συλλείτουργα και συμπροσευχές, σαν αυτό που έγινε στην Καμπέρα, στην Ζ' Γενική Συνέλευση του Παγκόσμιου Συμβουλίου των δήθεν Εκκλησιών, και σαν αυτά που γίνονται συχνά με τη συμμετοχή ιερέων ομοφυλοφίλων που τολμούν και κρατούν το Άγιο Δισκοπότηρο και γυναικών επισκόπων και ιερειών, η εικόνα υπερβαίνει και το όραμα του Μ. Αντωνίου. Μόνη ελπίδα για να επανεύρει η Εκκλησία την ομορφιά της είναι η σύσταση και συμβουλή του Μ. Αντωνίου: «Μόνον μη μιάνετε εαυτούς μετά των Αρειανών». Μόνο να μη μιανθούμε από την κοινωνία μας με τον Παπισμό και Οικουμενισμό, με τους φιλοπαπικούς και οικουμενιστάς Ορθοδόξους. Επειδή μέχρι τώρα δεν το επράξαμε δυναμικά και αποφασιστικά, γι' αυτό παρατείνει ο Θεός επί έτη την οργή του, την αιχμαλωσία των Ορθοδόξων στην παναίρεση του Οικουμενισμού. Μέχρι πότε επίσκοποι, ιερείς, μοναχοί και λαϊκοί θα επιτρέπουμε τα άλογα κτήνη, τους αιρετικούς, να λακτίζουν και να μιαίνουν τα Ιερά και τα Άγια της Ορθοδοξίας; Όσο απρακτούμε και βρίσκουμε διάφορες προφάσεις πνευματικοφανείς, το βδέλυγμα της ερημώσεως θα ίσταται εν τόπω αγίω.
 
Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.



10 / 06 / 2008

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου